Για ποιον λόγο η ημερομηνία του Πάσχα μετακινείται
Φέτος το Πάσχα των Ορθοδόξων εορτάζεται σήμερα, Κυριακή 12 Απριλίου, ενώ των Καθολικών εορτάσθηκε την Κυριακή 5 Απριλίου. Ήταν μια ακόμη χρονιά που τα δύο Πάσχα, όπως είναι και το πιο συνηθισμένο, δεν συνέπεσαν. Πέρυσι, είχαν συμπέσει, ενώ αυτό θα ξανασυμβεί το 2017.
Για ποιον λόγο, όμως, η ημερομηνία του Πάσχα μετακινείται μέσα στον χρόνο και ποια είναι η σχέση ανάμεσα στους αστρονομικούς υπολογισμούς και στον καθορισμό της ημερομηνίας του, από τις χριστιανικές εκκλησίες;
Όλα ξεκίνησαν από τους Εβραίους, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν το σεληνιακό ημερολόγιο που βασιζόταν στον κύκλο της Σελήνης. Γιόρταζαν το Πάσχα -από την εβραϊκή λέξη «πεσάχ» που σημαίνει «διέλευση» (της Ερυθράς Θάλασσας)- την 14η του μήνα Νισάν, η οποία ήταν η μέρα της πρώτης εαρινής πανσελήνου, που συμβαίνει κατά την εαρινή ισημερία ή αμέσως μετά από αυτήν.
Η εαρινή ισημερία συνδέθηκε με τον εορτασμό του Χριστιανικού Πάσχα από τα πρώτα κιόλας χρόνια μετά την Ανάσταση του Χριστού. Αυτό συνέβη, επειδή ο Χριστός αναστήθηκε την πρώτη ημέρα μετά το Εβραϊκό Πάσχα, που έπεσε εκείνο το χρόνο Σάββατο (το οποίο άρχιζε τότε – όπως και οι υπόλοιπες ημέρες – στις 6 το απόγευμα της Παρασκευής).
Αρχικά, οι διάφορες χριστιανικές τοπικές εκκλησίες γιόρταζαν το Πάσχα σε διαφορετικές ημερομηνίες. Οι ιουδαΐζουσες εκκλησίες κυρίως της Μικράς Ασίας το γιόρταζαν κατά την ημέρα του θανάτου του Χριστού την 15η του εβραϊκού μήνα Νισάν (σε όποια ημέρα της εβδομάδας έπεφτε), ενώ οι εθνικές εκκλησίες προτιμούσαν την πρώτη Κυριακή -ως αναστάσιμη ημέρα- μετά τη πρώτη εαρινή πανσέληνο.
Λόγω αυτών των διαφωνιών, η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια, υπό τον Μέγα Κωνσταντίνο το 325 μ.Χ., αποφάσισε ότι το Πάσχα θα εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά την πρώτη πανσέληνο της άνοιξης και, αν η πανσέληνος συμβεί Κυριακή, τότε την αμέσως επόμενη Κυριακή.
Με αυτό τον τρόπο, αφενός το χριστιανικό Πάσχα δεν θα συνέπιπτε ποτέ με το εβραϊκό, αφετέρου ο εορτασμός του χριστιανικού Πάσχα συνδέθηκε με ένα αστρονομικό φαινόμενο, την εαρινή ισημερία και την πρώτη πανσέληνο της άνοιξης (την «Πασχαλινή πανσέληνο»).
Συνεπώς, για να υπολογιστεί η ημερομηνία του Πάσχα ενός έτους, αρκούσε να βρεθεί αρχικά η ημερομηνία της πρώτης εαρινής πανσελήνου και, στη συνέχεια, η πρώτη Κυριακή μετά από αυτή την πανσέληνο.
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος ανέθεσε στον Πατριάρχη Αλεξανδρείας να γνωστοποιεί κάθε χρόνο στις άλλες εκκλησίες την ημέρα του Πάσχα, αφού προηγουμένως είχε υπολογιστεί η ημερομηνία της πρώτης εαρινής πανσελήνου, με τη βοήθεια των αστρονόμων της Αλεξάνδρειας.
Τα σφάλματα
Το ημερολόγιο που ίσχυε την εποχή της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, ήταν το Ιουλιανό που είχε θεσπίσει ο Ιούλιος Καίσαρας το 45 π.Χ., με τη βοήθεια του αλεξανδρινού αστρονόμου Σωσιγένη. Ο τελευταίος, βασιζόμενος στους υπολογισμούς του Ιππάρχου (ο οποίος πριν έναν αιώνα με αξιοθαύμαστη ακρίβεια είχε υπολογίσει πως το ηλιακό έτος έχει διάρκεια 365,242 ημερών), θέσπισε ένα ημερολόγιο, του οποίου τα έτη είχαν 365 ημέρες, ενώ σε κάθε τέταρτο έτος (το λεγόμενο «δίσεκτο») πρόσθετε μία ακόμα ημέρα.
Όμως, σύμφωνα με τον Διονύση Σιμόπουλο, επίτιμο διευθυντή του Πλανηταρίου του Ιδρύματος Ευγενίδου, το Ιουλιανό Ημερολόγιο είχε μια μικρή απόκλιση, καθώς η διάρκεια του ηλιακού έτους στην πραγματικότητα είναι 365,242199 ημέρες. Έτσι, το έτος του Σωσιγένη είναι μεγαλύτερο του πραγματικού κατά 11 λεπτά και 13 δευτερόλεπτα.
Ανά τετραετία το μικρό αυτό σφάλμα φθάνει περίπου τα 45 λεπτά, ενώ κάθε 129 χρόνια φθάνει την μία ημέρα, με αποτέλεσμα να μετακινείται συνεχώς νωρίτερα η εαρινή ισημερία. Το λάθος συσσωρευόταν και έτσι ενώ η εαρινή ισημερία την εποχή του Χριστού συνέβη στις 23 Μαρτίου, το 1582 μ.Χ. είχε φτάσει να συμβαίνει στις 11 Μαρτίου.
Εκείνο το έτος, ο πάπας Γρηγόριος ΙΓ” ανέθεσε στους αστρονόμους Χριστόφορο Κλάβιους και Λουίτζι Λίλιο να προωθήσουν μία ημερολογιακή μεταρρύθμιση. Η 5η Οκτωβρίου 1582 μετονομάστηκε 15η Οκτωβρίου, προκειμένου να διορθωθεί το λάθος των δέκα ημερών, που είχαν συσσωρευθεί τους προηγούμενους 11 αιώνες, έτσι ώστε η εαρινή ισημερία να επιστρέψει στην 21η Μαρτίου, όπως είχε συμβεί κατά την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο.
Το Νέο ή Γρηγοριανό Ημερολόγιο υιοθετήθηκε από τα καθολικά κράτη της Ευρώπης μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, ενώ τα προτεσταντικά καθυστέρησαν πολύ περισσότερο. Η αντίδραση της Ορθόδοξης Εκκλησίας στο Γρηγοριανό Ημερολόγιο ήταν ακόμη πιο μεγάλη, με συνέπεια το Ιουλιανό Ημερολόγιο να παραμείνει σε ισχύ σε όλα τα Ορθόδοξα κράτη έως τον 20ο αιώνα.
Η αλλαγή στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα το Ιουλιανό Ημερολόγιο αντικαταστάθηκε από το Γρηγοριανό, αρχής γενομένης στις 16 Φεβρουαρίου 1923, η οποία μετονομάστηκε σε 1η Μαρτίου. Αφαιρέθηκαν δηλαδή 13 ημέρες από το 1923, γιατί στις δέκα ημέρες λάθους Γρηγοριανού και Ιουλιανού μεταξύ 325 μ.Χ. και 1582 είχαν προστεθεί άλλες τρεις ημέρες, στη διάρκεια των περίπου τρεισήμισι αιώνων που είχαν περάσει από την εισαγωγή του Γρηγοριανού Ημερολογίου στη Δύση.
Αρχικά η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία -αντίθετα από το Ελληνικό κράτος- διατήρησε το Ιουλιανό Ημερολόγιο, αλλά το 1924 αποδέχτηκε το εκκλησιαστικό ημερολόγιο να ταυτισθεί με το πολιτικό και να ισχύσει για τις ακίνητες εορτές. Δεν έκανε όμως κάτι ανάλογο για το Πασχάλιο Ημερολόγιο και για τις κινητές εορτές, που εξακολουθούν να υπολογίζονται με βάση το Ιουλιανό ή Παλαιό Ημερολόγιο.
Όμως, η διαφορά του εορτασμού του Πάσχα ανάμεσα σε Ορθόδοξους και Καθολικούς δεν βασίζεται μόνο στο λάθος του Ιουλιανού Ημερολογίου, αλλά και στο σφάλμα του λεγόμενου «Μετωνικού Κύκλου» του 5ου αιώνα π.Χ., τον οποίο χρησιμοποιούσαν οι χριστιανοί αλεξανδρινοί αστρονόμοι και με βάση τον οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία εξακολουθεί να υπολογίζει τις ημερομηνίες των μελλοντικών εαρινών πανσελήνων.
Στις 13 ημέρες της λανθασμένης Ιουλιανής εαρινής ισημερίας, πρέπει να προστεθεί και το λάθος του 19ετούς Μετωνικού κύκλου, το οποίο ανέρχεται, από το 325 μ.Χ. έως σήμερα, σε τέσσερις έως πέντε περίπου ημέρες, με συνέπεια η Μετώνεια (ή Ιουλιανή) πανσέληνος να υπολογίζεται τέσσερις έως πέντες ημέρες αργότερα από την πραγματική.
Η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία εξακολουθεί να χρησιμοποιεί το παλαιό Ιουλιανό Ημερολόγιο και τον κύκλο του Μέτωνος για τον προσδιορισμό της ημερομηνίας του Πάσχα. Έτσι, συχνά το ορθόδοξο Πάσχα εορτάζεται όχι την πρώτη Κυριακή μετά την πανσέληνο, αλλά την επόμενη (όπως το 2012) ή μετά τη δεύτερη εαρινή πανσέληνο (όπως το 2002 και το 2013), αντί της πρώτης Κυριακής μετά την πρώτη εαρινή πανσέληνο, όπως είχε ορίσει η Σύνοδος της Νίκαιας.
Κοινό Πάσχα
Οι Καθολικοί γιορτάζουν το Πάσχα σύμφωνα με τον κανόνα της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, αλλά η εαρινή ισημερία και η εαρινή πανσέληνος υπολογίζονται σύμφωνα με το νέο Γρηγοριανό Ημερολόγιο, έχοντας λάβει υπόψη και το Μετώνειο σφάλμα. Έτσι, η Γρηγοριανή – Καθολική πανσέληνος είναι πολύ πιο κοντά στην αστρονομική (συχνά συμπίπτει ή απέχει μόνο μια ημέρα) από ό,τι η Ιουλιανή – Ορθόδοξη.
Στον 21ο αιώνα τα όρια εορτασμού του Ορθόδοξου Πάσχα υπολογίζεται ότι είναι από τις 4 Απριλίου το νωρίτερο έως τις 8 Μαΐου το αργότερο. Τα όρια του Καθολικού Πάσχα είναι από τις 22 Μαρτίου το νωρίτερο έως τις 25 Απριλίου το αργότερο. Αυτό σημαίνει ότι οι Καθολικοί δεν θα έχουν ποτέ Πάσχα τον Μάιο και οι Ορθόδοξοι ποτέ Πάσχα τον Μάρτιο.
Από κοινού εορτάζεται το Πάσχα για Ορθόδοξους και Καθολικούς, όταν τόσο η Γρηγοριανή, όσο και η Ιουλιανή – Μετώνεια πασχαλινή πανσέληνος πέσουν από την Κυριακή μέχρι το Σάββατο της ίδιας εβδομάδας (αρκεί να είναι μετά τις 3 Απριλίου και οι δύο πανσέληνοι), οπότε την αμέσως επόμενη Κυριακή είναι το κοινό Πάσχα.
Αυτό συνέβη το 2014, ενώ κοινός θα είναι ο εορτασμός και τα έτη 2017 (στις 16 Απριλίου), 2025 (20 Απριλίου), 2028, 2031, 2034, 2037, 2038, 2041 κ.α. Συνολικά, κατά τον τρέχοντα αιώνα το Πάσχα θα είναι κοινό 31 έτη, ενώ κάθε επόμενο αιώνα αυτό θα συμβαίνει όλο και πιο σπάνια.
Το τελευταίο κοινό Πάσχα υπολογίζεται ότι θα συμβεί το έτος 2698, καθώς μετά το 2700 -λόγω συσσώρευσης του Μετώνειου σφάλματος*- δεν θα μπορούν να συμπέσουν ποτέ την ίδια εβδομάδα η Ιουλιανή και η Γρηγοριανή πανσέληνος.
Κύκλος του Μέτωνα
*Ο Αθηναίος αστρονόμος Μέτων (432 π.Χ.) ανακάλυψε ότι 235 συνοδικοί μήνες ισοδυναμούν με 19 τροπικά (ηλιακά) έτη.
Το τροπικό έτος, είναι το χρονικό διάστημα ανάμεσα σε δυο διαδοχικές διαβάσεις του ήλιου από το εαρινό ισημερινό σημείο (κατά την φαινόμενη ετήσια κίνηση του ήλιου πάνω στην εκλειπτική) και είναι ίσο με 365,242199 (μέσες ηλιακές) ημέρες.
Αυτή η περίοδος των 19 τροπικών ετών ή 6940 ημερών περίπου, ονομάστηκε κύκλος του Μέτωνα ή κύκλος της σελήνης. Ο κύκλος αυτός είναι πρακτικά χρήσιμος, διότι αν καταγράψουμε τις ημερομηνίες των φάσεων της σελήνης επί 19 συνεχόμενα έτη, οι φάσεις θα επανέρχονται στις ίδιες ημερομηνίες και κατά την ίδια σειρά στα επόμενα 19 έτη κ.ο.κ.
Η ανακάλυψη αυτή έκαμε τεράστια εντύπωση στους Αθηναίους ώστε αποφάσισαν να γράψουν «χρυσοίς γράμμασι» σε όλα τα δημόσια καταστήματα τον αριθμό που φανερώνει την τάξη του εκάστοτε τρέχοντος έτους μέσα στον κύκλο του Μέτωνα.
Όμως ο κύκλος του Μέτωνα παρουσιάζει κάποιο σφάλμα. Το σφάλμα αυτό έχει συγκεντρωθεί από το 325 μ.Χ. και σήμερα είναι 5 περίπου ημέρες.
Με βάση λοιπόν τον κύκλο του Μέτωνα σχηματίσθηκε (από τους Αλεξανδρινούς αστρονόμους) ο πίνακας των πανσελήνων του Πάσχα, (Πασχάλιοι πίνακες) δηλαδή των μετά την 21η Μαρτίου Ιουλιανού ημερολογίου πανσελήνων, που ακόμη και σήμερα χρησιμοποιούν οι ορθόδοξοι Χριστιανοί, άλλοι αυτούσιο (π.χ. Ρώσοι) και άλλοι (π.χ. εμείς οι Έλληνες) σε σχέση και με το Νέο (Γρηγοριανό) ημερολόγιο.
Αυτό συνεχίστηκε μέχρι το 1582 που η Καθολική εκκλησία καθιέρωσε το νέο (Γρηγοριανό) ημερολόγιο (αυτό που έχομε σήμερα και εμείς) για να διορθώσει τα συσσωρευμένο λάθος του παλαιού (Ιουλιανού) ημερολογίου (π.η.) (τότε υπήρχε 10 μέρες καθυστέρηση του π.η., δηλαδή η εαρινή ισημερία του 1582 αντί να γίνει στις 21/3 έγινε στις 11/3).
Οι ορθόδοξοι Χριστιανοί, κυρίως από μίσος στον πάπα, δεν δέχτηκαν την ρύθμιση αυτή και ορισμένοι (οι παλαιοημερολογίτες) συνεχίζουν κανονικά μέχρι σήμερα να χρησιμοποιούν το π.η.
Όμως η Εκκλησία της Ελλάδας δέχθηκε το νέο ημερολόγιο (ν.η.) στις 10 Μαρτίου 1924, ακολουθώντας την Ελληνική πολιτεία που το είχε αποδεχθεί το 1923, αλλά χωρίς μετακίνηση του Πάσχα και των κινητών εορτών που εξακολουθούν να εξαρτώνται από το παλαιό ημερολόγιο (π.η.).
Aπό την ημερομηνία του Πάσχα εξαρτώνται πολλές γιορτές (π.χ., Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως 28 μέρες πριν το Πάσχα, Αγίου Πνεύματος 50 μέρες μετά το Πάσχα κλπ) γεγονός που δείχνει την σπουδαιότητα της ημερομηνίας του τόσο στο ορθόδοξο όσο και στο καθολικό εορτολόγιο.
Για ποιον λόγο, όμως, η ημερομηνία του Πάσχα μετακινείται μέσα στον χρόνο και ποια είναι η σχέση ανάμεσα στους αστρονομικούς υπολογισμούς και στον καθορισμό της ημερομηνίας του, από τις χριστιανικές εκκλησίες;
Όλα ξεκίνησαν από τους Εβραίους, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν το σεληνιακό ημερολόγιο που βασιζόταν στον κύκλο της Σελήνης. Γιόρταζαν το Πάσχα -από την εβραϊκή λέξη «πεσάχ» που σημαίνει «διέλευση» (της Ερυθράς Θάλασσας)- την 14η του μήνα Νισάν, η οποία ήταν η μέρα της πρώτης εαρινής πανσελήνου, που συμβαίνει κατά την εαρινή ισημερία ή αμέσως μετά από αυτήν.
Η εαρινή ισημερία συνδέθηκε με τον εορτασμό του Χριστιανικού Πάσχα από τα πρώτα κιόλας χρόνια μετά την Ανάσταση του Χριστού. Αυτό συνέβη, επειδή ο Χριστός αναστήθηκε την πρώτη ημέρα μετά το Εβραϊκό Πάσχα, που έπεσε εκείνο το χρόνο Σάββατο (το οποίο άρχιζε τότε – όπως και οι υπόλοιπες ημέρες – στις 6 το απόγευμα της Παρασκευής).
Αρχικά, οι διάφορες χριστιανικές τοπικές εκκλησίες γιόρταζαν το Πάσχα σε διαφορετικές ημερομηνίες. Οι ιουδαΐζουσες εκκλησίες κυρίως της Μικράς Ασίας το γιόρταζαν κατά την ημέρα του θανάτου του Χριστού την 15η του εβραϊκού μήνα Νισάν (σε όποια ημέρα της εβδομάδας έπεφτε), ενώ οι εθνικές εκκλησίες προτιμούσαν την πρώτη Κυριακή -ως αναστάσιμη ημέρα- μετά τη πρώτη εαρινή πανσέληνο.
Λόγω αυτών των διαφωνιών, η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια, υπό τον Μέγα Κωνσταντίνο το 325 μ.Χ., αποφάσισε ότι το Πάσχα θα εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά την πρώτη πανσέληνο της άνοιξης και, αν η πανσέληνος συμβεί Κυριακή, τότε την αμέσως επόμενη Κυριακή.
Με αυτό τον τρόπο, αφενός το χριστιανικό Πάσχα δεν θα συνέπιπτε ποτέ με το εβραϊκό, αφετέρου ο εορτασμός του χριστιανικού Πάσχα συνδέθηκε με ένα αστρονομικό φαινόμενο, την εαρινή ισημερία και την πρώτη πανσέληνο της άνοιξης (την «Πασχαλινή πανσέληνο»).
Συνεπώς, για να υπολογιστεί η ημερομηνία του Πάσχα ενός έτους, αρκούσε να βρεθεί αρχικά η ημερομηνία της πρώτης εαρινής πανσελήνου και, στη συνέχεια, η πρώτη Κυριακή μετά από αυτή την πανσέληνο.
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος ανέθεσε στον Πατριάρχη Αλεξανδρείας να γνωστοποιεί κάθε χρόνο στις άλλες εκκλησίες την ημέρα του Πάσχα, αφού προηγουμένως είχε υπολογιστεί η ημερομηνία της πρώτης εαρινής πανσελήνου, με τη βοήθεια των αστρονόμων της Αλεξάνδρειας.
Τα σφάλματα
Το ημερολόγιο που ίσχυε την εποχή της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, ήταν το Ιουλιανό που είχε θεσπίσει ο Ιούλιος Καίσαρας το 45 π.Χ., με τη βοήθεια του αλεξανδρινού αστρονόμου Σωσιγένη. Ο τελευταίος, βασιζόμενος στους υπολογισμούς του Ιππάρχου (ο οποίος πριν έναν αιώνα με αξιοθαύμαστη ακρίβεια είχε υπολογίσει πως το ηλιακό έτος έχει διάρκεια 365,242 ημερών), θέσπισε ένα ημερολόγιο, του οποίου τα έτη είχαν 365 ημέρες, ενώ σε κάθε τέταρτο έτος (το λεγόμενο «δίσεκτο») πρόσθετε μία ακόμα ημέρα.
Όμως, σύμφωνα με τον Διονύση Σιμόπουλο, επίτιμο διευθυντή του Πλανηταρίου του Ιδρύματος Ευγενίδου, το Ιουλιανό Ημερολόγιο είχε μια μικρή απόκλιση, καθώς η διάρκεια του ηλιακού έτους στην πραγματικότητα είναι 365,242199 ημέρες. Έτσι, το έτος του Σωσιγένη είναι μεγαλύτερο του πραγματικού κατά 11 λεπτά και 13 δευτερόλεπτα.
Ανά τετραετία το μικρό αυτό σφάλμα φθάνει περίπου τα 45 λεπτά, ενώ κάθε 129 χρόνια φθάνει την μία ημέρα, με αποτέλεσμα να μετακινείται συνεχώς νωρίτερα η εαρινή ισημερία. Το λάθος συσσωρευόταν και έτσι ενώ η εαρινή ισημερία την εποχή του Χριστού συνέβη στις 23 Μαρτίου, το 1582 μ.Χ. είχε φτάσει να συμβαίνει στις 11 Μαρτίου.
Εκείνο το έτος, ο πάπας Γρηγόριος ΙΓ” ανέθεσε στους αστρονόμους Χριστόφορο Κλάβιους και Λουίτζι Λίλιο να προωθήσουν μία ημερολογιακή μεταρρύθμιση. Η 5η Οκτωβρίου 1582 μετονομάστηκε 15η Οκτωβρίου, προκειμένου να διορθωθεί το λάθος των δέκα ημερών, που είχαν συσσωρευθεί τους προηγούμενους 11 αιώνες, έτσι ώστε η εαρινή ισημερία να επιστρέψει στην 21η Μαρτίου, όπως είχε συμβεί κατά την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο.
Το Νέο ή Γρηγοριανό Ημερολόγιο υιοθετήθηκε από τα καθολικά κράτη της Ευρώπης μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, ενώ τα προτεσταντικά καθυστέρησαν πολύ περισσότερο. Η αντίδραση της Ορθόδοξης Εκκλησίας στο Γρηγοριανό Ημερολόγιο ήταν ακόμη πιο μεγάλη, με συνέπεια το Ιουλιανό Ημερολόγιο να παραμείνει σε ισχύ σε όλα τα Ορθόδοξα κράτη έως τον 20ο αιώνα.
Η αλλαγή στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα το Ιουλιανό Ημερολόγιο αντικαταστάθηκε από το Γρηγοριανό, αρχής γενομένης στις 16 Φεβρουαρίου 1923, η οποία μετονομάστηκε σε 1η Μαρτίου. Αφαιρέθηκαν δηλαδή 13 ημέρες από το 1923, γιατί στις δέκα ημέρες λάθους Γρηγοριανού και Ιουλιανού μεταξύ 325 μ.Χ. και 1582 είχαν προστεθεί άλλες τρεις ημέρες, στη διάρκεια των περίπου τρεισήμισι αιώνων που είχαν περάσει από την εισαγωγή του Γρηγοριανού Ημερολογίου στη Δύση.
Αρχικά η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία -αντίθετα από το Ελληνικό κράτος- διατήρησε το Ιουλιανό Ημερολόγιο, αλλά το 1924 αποδέχτηκε το εκκλησιαστικό ημερολόγιο να ταυτισθεί με το πολιτικό και να ισχύσει για τις ακίνητες εορτές. Δεν έκανε όμως κάτι ανάλογο για το Πασχάλιο Ημερολόγιο και για τις κινητές εορτές, που εξακολουθούν να υπολογίζονται με βάση το Ιουλιανό ή Παλαιό Ημερολόγιο.
Όμως, η διαφορά του εορτασμού του Πάσχα ανάμεσα σε Ορθόδοξους και Καθολικούς δεν βασίζεται μόνο στο λάθος του Ιουλιανού Ημερολογίου, αλλά και στο σφάλμα του λεγόμενου «Μετωνικού Κύκλου» του 5ου αιώνα π.Χ., τον οποίο χρησιμοποιούσαν οι χριστιανοί αλεξανδρινοί αστρονόμοι και με βάση τον οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία εξακολουθεί να υπολογίζει τις ημερομηνίες των μελλοντικών εαρινών πανσελήνων.
Στις 13 ημέρες της λανθασμένης Ιουλιανής εαρινής ισημερίας, πρέπει να προστεθεί και το λάθος του 19ετούς Μετωνικού κύκλου, το οποίο ανέρχεται, από το 325 μ.Χ. έως σήμερα, σε τέσσερις έως πέντε περίπου ημέρες, με συνέπεια η Μετώνεια (ή Ιουλιανή) πανσέληνος να υπολογίζεται τέσσερις έως πέντες ημέρες αργότερα από την πραγματική.
Η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία εξακολουθεί να χρησιμοποιεί το παλαιό Ιουλιανό Ημερολόγιο και τον κύκλο του Μέτωνος για τον προσδιορισμό της ημερομηνίας του Πάσχα. Έτσι, συχνά το ορθόδοξο Πάσχα εορτάζεται όχι την πρώτη Κυριακή μετά την πανσέληνο, αλλά την επόμενη (όπως το 2012) ή μετά τη δεύτερη εαρινή πανσέληνο (όπως το 2002 και το 2013), αντί της πρώτης Κυριακής μετά την πρώτη εαρινή πανσέληνο, όπως είχε ορίσει η Σύνοδος της Νίκαιας.
Κοινό Πάσχα
Οι Καθολικοί γιορτάζουν το Πάσχα σύμφωνα με τον κανόνα της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, αλλά η εαρινή ισημερία και η εαρινή πανσέληνος υπολογίζονται σύμφωνα με το νέο Γρηγοριανό Ημερολόγιο, έχοντας λάβει υπόψη και το Μετώνειο σφάλμα. Έτσι, η Γρηγοριανή – Καθολική πανσέληνος είναι πολύ πιο κοντά στην αστρονομική (συχνά συμπίπτει ή απέχει μόνο μια ημέρα) από ό,τι η Ιουλιανή – Ορθόδοξη.
Στον 21ο αιώνα τα όρια εορτασμού του Ορθόδοξου Πάσχα υπολογίζεται ότι είναι από τις 4 Απριλίου το νωρίτερο έως τις 8 Μαΐου το αργότερο. Τα όρια του Καθολικού Πάσχα είναι από τις 22 Μαρτίου το νωρίτερο έως τις 25 Απριλίου το αργότερο. Αυτό σημαίνει ότι οι Καθολικοί δεν θα έχουν ποτέ Πάσχα τον Μάιο και οι Ορθόδοξοι ποτέ Πάσχα τον Μάρτιο.
Από κοινού εορτάζεται το Πάσχα για Ορθόδοξους και Καθολικούς, όταν τόσο η Γρηγοριανή, όσο και η Ιουλιανή – Μετώνεια πασχαλινή πανσέληνος πέσουν από την Κυριακή μέχρι το Σάββατο της ίδιας εβδομάδας (αρκεί να είναι μετά τις 3 Απριλίου και οι δύο πανσέληνοι), οπότε την αμέσως επόμενη Κυριακή είναι το κοινό Πάσχα.
Αυτό συνέβη το 2014, ενώ κοινός θα είναι ο εορτασμός και τα έτη 2017 (στις 16 Απριλίου), 2025 (20 Απριλίου), 2028, 2031, 2034, 2037, 2038, 2041 κ.α. Συνολικά, κατά τον τρέχοντα αιώνα το Πάσχα θα είναι κοινό 31 έτη, ενώ κάθε επόμενο αιώνα αυτό θα συμβαίνει όλο και πιο σπάνια.
Κύκλος του Μέτωνα
*Ο Αθηναίος αστρονόμος Μέτων (432 π.Χ.) ανακάλυψε ότι 235 συνοδικοί μήνες ισοδυναμούν με 19 τροπικά (ηλιακά) έτη.
Ο συνοδικός μήνας είναι το χρονικό διάστημα μεταξύ δυο διαδοχικών ομωνύμων φάσεων της σελήνης (π.χ. μεταξύ δυο πανσελήνων ή μεταξύ δυο πρώτων τέταρτων) και είναι ίσος με 29,530588 ημέρες
Το τροπικό έτος, είναι το χρονικό διάστημα ανάμεσα σε δυο διαδοχικές διαβάσεις του ήλιου από το εαρινό ισημερινό σημείο (κατά την φαινόμενη ετήσια κίνηση του ήλιου πάνω στην εκλειπτική) και είναι ίσο με 365,242199 (μέσες ηλιακές) ημέρες.
Αυτή η περίοδος των 19 τροπικών ετών ή 6940 ημερών περίπου, ονομάστηκε κύκλος του Μέτωνα ή κύκλος της σελήνης. Ο κύκλος αυτός είναι πρακτικά χρήσιμος, διότι αν καταγράψουμε τις ημερομηνίες των φάσεων της σελήνης επί 19 συνεχόμενα έτη, οι φάσεις θα επανέρχονται στις ίδιες ημερομηνίες και κατά την ίδια σειρά στα επόμενα 19 έτη κ.ο.κ.
Η ανακάλυψη αυτή έκαμε τεράστια εντύπωση στους Αθηναίους ώστε αποφάσισαν να γράψουν «χρυσοίς γράμμασι» σε όλα τα δημόσια καταστήματα τον αριθμό που φανερώνει την τάξη του εκάστοτε τρέχοντος έτους μέσα στον κύκλο του Μέτωνα.
Όμως ο κύκλος του Μέτωνα παρουσιάζει κάποιο σφάλμα. Το σφάλμα αυτό έχει συγκεντρωθεί από το 325 μ.Χ. και σήμερα είναι 5 περίπου ημέρες.
Με βάση λοιπόν τον κύκλο του Μέτωνα σχηματίσθηκε (από τους Αλεξανδρινούς αστρονόμους) ο πίνακας των πανσελήνων του Πάσχα, (Πασχάλιοι πίνακες) δηλαδή των μετά την 21η Μαρτίου Ιουλιανού ημερολογίου πανσελήνων, που ακόμη και σήμερα χρησιμοποιούν οι ορθόδοξοι Χριστιανοί, άλλοι αυτούσιο (π.χ. Ρώσοι) και άλλοι (π.χ. εμείς οι Έλληνες) σε σχέση και με το Νέο (Γρηγοριανό) ημερολόγιο.
Αυτό συνεχίστηκε μέχρι το 1582 που η Καθολική εκκλησία καθιέρωσε το νέο (Γρηγοριανό) ημερολόγιο (αυτό που έχομε σήμερα και εμείς) για να διορθώσει τα συσσωρευμένο λάθος του παλαιού (Ιουλιανού) ημερολογίου (π.η.) (τότε υπήρχε 10 μέρες καθυστέρηση του π.η., δηλαδή η εαρινή ισημερία του 1582 αντί να γίνει στις 21/3 έγινε στις 11/3).
Οι ορθόδοξοι Χριστιανοί, κυρίως από μίσος στον πάπα, δεν δέχτηκαν την ρύθμιση αυτή και ορισμένοι (οι παλαιοημερολογίτες) συνεχίζουν κανονικά μέχρι σήμερα να χρησιμοποιούν το π.η.
Όμως η Εκκλησία της Ελλάδας δέχθηκε το νέο ημερολόγιο (ν.η.) στις 10 Μαρτίου 1924, ακολουθώντας την Ελληνική πολιτεία που το είχε αποδεχθεί το 1923, αλλά χωρίς μετακίνηση του Πάσχα και των κινητών εορτών που εξακολουθούν να εξαρτώνται από το παλαιό ημερολόγιο (π.η.).
Aπό την ημερομηνία του Πάσχα εξαρτώνται πολλές γιορτές (π.χ., Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως 28 μέρες πριν το Πάσχα, Αγίου Πνεύματος 50 μέρες μετά το Πάσχα κλπ) γεγονός που δείχνει την σπουδαιότητα της ημερομηνίας του τόσο στο ορθόδοξο όσο και στο καθολικό εορτολόγιο.