ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Loading...

Η ιστορία του μνημείου της Ακρόπολης που στέγασε το χαρέμι του Δισδάρη

Η ονομασία του, αν και μεταγενέστερη αφού αναφέρεται μόνο στον Παυσανία(έστι δε και οίκημα Ερεχθείον καλούμενον, 1, 26,5) και στον Πλούταρχο (843Ε), παραπέμπει στο μυθικό βασιλιά της Αθήνας Ερεχθέα. Παλαιότερα ήταν γνωστός με την ονομασία ο νεώς ο αρχαίος της Αθηνάς ή απλούστερα ο αρχαίος νεώς γιατί κτίστηκε στη θέση του παλαιότερου ναού της Αθηνάς. Κατασκευάστηκε από πεντελικό μάρμαρο στη διάρκεια του πελοποννησιακού πολέμου, μεταξύ 421 και 406 π.Χ., μάλλον από τον αρχιτέκτονα Μνησικλή.

Γράφει η Νίκη Παπάζογλου

Ανά περιόδους έχει αλλάξει χρήσεις ανάλογα με τους κατακτητές της ελληνικής επικράτειας. Αποκορύφωμα αυτών των χρήσεων υπήρξε η περίοδος της τουρκοκρατίας κατά την οποία εκτός από την σύλλησή του από τον λόρδο Έλγιν, ο οποίος αφαίρεσε μια Καρυάτιδα τοποθετώντας στη θέση της ογκώδη πεσσό, στέγασε τον Δισδάρη των Αθηνών και το χαρέμι του…

Ένα από τα πιο γνωστά μνημεία της Ακροπόλεως, ταυτισμένο με τις Καρυάτιδες, βρίσκεται στην πιο ιερή τοποθεσία της πόλης. Το Ερέχθειο, σύμφωνα με την μυθολογία, χτίστηκε στο σημείο που είχε πραγματοποιηθεί η «μονομαχία» των θεών Αθηνά και του Ποσειδώνα, για την ονομασία της πρωτεύουσας, με σκοπό να τους «συμφιλιώσει». Γι’ αυτό το λόγο, το χαρακτηρισμένο ως το κομψότερο και πιο ιδιόρρυθμο κτίριο της αθηναϊκής Ακροπόλεως, ήταν χωρισμένο σε δύο μέρη, το ανατολικό που ήταν αφιερωμένο στην νικήτρια Αθηνά και το δυτικό προς τιμήν του ηττημένου Ποσειδώνα.

Οι απαρχές του κλασσικού Ερεχθείου


Η κατασκευή του αποδίδεται στον Μνησικλή και οι απαρχές της βρίσκονται στα χρόνια του Περικλέους. Ως επικρατέστερη όμως χρονολογία κατασκευής του θεωρείται η περίοδος της Νικίειου Ειρήνης (421-415 π.Χ.). Άργησε βέβαια να ολοκληρωθεί καθότι οι εργασίες διακόπηκαν για ένα διάστημα, εξαιτίας της καταστροφής των αθηναϊκών δυνάμεων στη Σικελία το 413 π.Χ. Επαναλήφθηκαν, κατά πάσα πιθανότητα, το 409/8 π.Χ. από τον Φιλοκλή, μετά από τις νικηφόρες επιχειρήσεις του Αλκιβιάδη το 410 π.Χ. Το 406 π.Χ. πιστεύεται πως δίπλα του υπήρχε ακόμη ο «αρχαίος νεώς» της Αθηνάς κρύβοντας μάλιστα ένα μέρος της νότιας πρόσοψης του Ερεχθείου. Αν και δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς ο αρχαίος νεώς καταστράφηκε, κάποιο υποστηρίζουν πως επέζησε μέχρι τα χρόνια του Παυσανία (2ος αι. μ.Χ.).

Η ασυνήθιστη διάρθρωση του κτιρίου

Ο ναός, που θεωρούνταν από τότε το ιερότερο οικοδόμημα της Ακροπόλεως, αφιερώθηκε στην Αθηνά και στον Ποσειδώνα, ο οποίος εν μέρει ταυτιζόταν με τον Ερεχθέα. Αυτό εξηγεί μερικώς και την ασυνήθιστη διάρθρωση του κτιρίου. Εκτός αυτού, αφενός η ανωμαλία του εδάφους καθιστούσε απαραίτητη την ανάπτυξη του χώρου σε τρία διαφορετικά επίπεδα, αφετέρου, η ανάγκη να συμπεριληφθούν στο νέο κτίσμα όσο το δυνατόν περισσότερα από τα «αρχαία σημεία»-σύμβολα που συνδέονταν με τις παλαιότερες λατρείες και τον προγενέστερο ναό. Τέλος και ο μυστηριακός χαρακτήρας των λατρευτικών πράξεων που τελούνταν εκεί υπαγόρευε την διαφορετική από τα καθιερωμένα πρότυπα αρχιτεκτονική διαμόρφωση.

Τα δύο τμήματα

Στο ανατολικό τμήμα του Ερεχθείου φυλασσόταν το πανάρχαιο – όρθιο ή καθιστό – λατρευτικό ξόανο της θεάς, κατασκευασμένο μάλλον από ξύλο, στο οποίο απευθυνόταν η λατρεία και το οποίο έντυναν με τον πέπλο κατά την εορτή των Παναθηναίων. Μπροστά από το άγαλμα έκαιγε η «χρυσή λυχνία» του Καλλιμάχου ενώ πάνω από αυτήν βρισκόταν χάλκινος φοίνιξ.

Το δυτικό τμήμα, που βρισκόταν 3μ. χαμηλότερα του ανατολικού ήταν μικρότερο από το πρώτο και χωριζόταν σε δύο μέρη εσωτερικά. Ο δίχωρος σηκός ήταν αφιερωμένος στη λατρεία του Ηφαίστου και του Βούτου, ενώ ο πρόδομος με τις τρεις εισόδους ήταν αφιερωμένος στην λατρεία του Ποσειδών-Ερεχθεύς.

Στην αριστερή πλευρά του δαπέδου, πριν από τη μεγάλη θύρα, βρισκόταν ο βωμός του Διός Υπάτου, ο οποίος είχε σχηματιστεί από τα λιωμένα υλικά των θυσιών. Στον παρακείμενο βράχο υπήρχαν τα σημάδια που είχε αφήσει η τρίαινα του Ποσειδώνος κατά τη φιλονικία του με την Αθηνά ή το σημάδι του κεραυνού, με τον οποίο ο Ζεύς σκότωσε τον Ερεχθέα. Εκεί βρισκόταν άλλωστε και ο τάφος του Ερεχθέως.

Οι διάφορες χρήσεις των μνημείων


Όπως τα περισσότερα μνημεία της αρχαιότητας, έτσι και το Ερέχθειο έχει αλλάξει χρήσεις ανά τους αιώνες ανάλογα με τους εκάστοτε κατακτητές της Ελλάδας. Βυζαντινοί, Φράγκοι, Καταλανοί, Φλωρεντίνοι και φυσικά Οθωμανοί, καπηλεύτηκαν τα μνημεία της Ακροπόλεως.

Οι πρώτες σοβαρές βλάβες προκλήθηκαν ήδη από τον 1ο μ.Χ. από πυρκαγιά, που οφειλόταν στη χρήση φλογοβόλων από τους Ρωμαίους του Σύλλα. Την παλαιοχριστιανική περίοδο μετατράπηκε σε εκκλησία της Θεομήτωρος, με αποτέλεσμα να προστεθεί αψίδα στον ανατολικό πρόδομο και να αλλοιωθεί εκ θεμελίων η κάτοψή του προκειμένου να διαιρεθεί σε τρία κλίτη. Σε φρούριο μετατράπηκε ολόκληρη η Ακρόπολη, κατά την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ενώ οι αρχαίοι ναοί λειτούργησαν σαν χριστιανικοί για να παταχθεί η ειδωλολατρία. Οι Φράγκοι χρησιμοποίησαν κάποια μνημεία σαν πυριτιδαποθήκες και κατοικίες. Την περίοδο εκείνη το Ερέχθειο είχε μετατραπεί σε οικία του Λατίνου Επισκόπου και ο Παρθενώνας, σε καθολική εκκλησία. Στους χρόνους της Τουρκοκρατίας στέγασε το χαρέμι του Τούρκου φρουράρχου των Αθηνών και του χαρεμιού του ενώ μία από τις Καρυάτιδές του αφαιρέθηκε από τον Λόρδο Έλγιν και μεταφέρθηκε στην Αγγλία όπου και βρίσκεται μέχρι και σήμερα.

Το Ερέχθειο στεγάζει το χαρέμι


Το 1456 ο Μωάμεθ ο Πορθητής έφτασε στην Αθήνα για να θαυμάσει από κοντά την Ακρόπολη, η οποία το 1458 έγινε η βάση της οθωμανικής φρουράς. Αν και για του Οθωμανούς τα μνημεία δεν είχαν καμία ιστορική αξία, η Ακρόπολη θεωρήθηκε άκρως σημαντική εξαιτίας της στρατηγικής της θέσης. Ο λόφος της αποτελούσε ιδανικό φρούριο λόγω της εποπτικής του θέσης.

Για το λόγο αυτό, χτίστηκαν εκεί πολλά σπίτια που κάλυπταν σχεδόν όλόκληρη την επιφάνειά της. Σε αυτά διέμεναν αποκλειστικά Τουρκικές οικογένειες, η φρουρά καθώς και ο διοικητής των Αθηνών, ο επονομαζόμενος Δισδάρης ή Αγάς του φρουρίου με το χαρέμι του που είχε στεγάσει το Ερεχθείο.

Λόγω της σημασίας ως οχυρό και διοικητήριο, η είσοδος απαγορεύτηκε σε χριστιανούς εκτός και αν είχαν ειδική άδεια. Όπως υποστηρίζουν όμως οι ιστορικοί επιπρόσθετο λόγο για την απαγόρευση της εισόδου μπορεί να αποτέλεσε και η εγκατάσταση του χαρεμιού στο αρχαίο μνημείο αφού δεν έπρεπε κανείς άλλος να δει τις γυναίκες που το συγκροτούσαν.

Μία άλλη αλλαγή που πραγματοποιήθηκε εκείνη την περίοδο στον Παρθενώνα ήταν η προσθήκη ενός μιναρέ ώστε να μετατραπεί σε τζαμί.

Παρά τις επεμβάσεις και τις συνεχείς αλλαγές χρήσεων των μνημείων, έως τον 17ο αιώνα είχαν διατηρηθεί όλα ακέραια. Την περίοδο εκείνη όμως προξενήθηκαν δύο μεγάλες καταστροφές. Ένας κεραυνός ανατίναξε τα προπύλαια το 1640 όπου μέσα τους ήταν αποθηκευμένη πυρίτιδα. Ο επόμενος χώρος που επιλέχθηκε για αποθήκη πυρίτιδας ήταν ο Παρθενώνας, ο οποίος δέχτηκε οβίδα την νύχτα της 26ης Σεπτεμβρίου κατά την την πολιορκία των Ενετών με αρχηγό τον μετέπειτα Δόγη Φραγκίσκο Μοροζίνι. Αμέσως μετά οι Τούρκοι έχτισαν στα ερείπια του ένα νέο μικρό τζαμί το οποίο κατεδαφίστηκε μετά την απελευθέρωση το 1844 μαζί με όλα τα σπίτια που βρίσκονταν στον βράχο...