Ο μύθος γύρω από τον εγκέφαλο του Αϊνστάιν
Ο εγκέφαλος του Άλμπερτ Αϊνστάιν δεν είχε κάτι ιδιαίτερο. Τίποτε, τουλάχιστον, που θα μπορούσε να ανιχνεύσει η σύγχρονη νευροεπιστήμη.
Αυτό είναι το κεντρικό μήνυμα ενός προκλητικού, όπως χαρακτηρίστηκε από πολλούς, άρθρου του ψυχολόγου Terence Hines από το πανεπιστήμιο Pace, το οποίο δημοσιεύτηκε στο Brain and Cognition με τον εξής τίτλο: «Η Νευρομυθολογία γύρω από τον εγκέφαλο του Αϊνστάιν» (Neuromythology of Einstein’s brain).
Ο Hines αναφέρεται στην ιστορία γύρω από τη συντήρηση του μυαλού του Αϊνστάιν.
Η τελευταία επιθυμία του διάσημου φυσικού πριν πεθάνει το 1955 ήταν η σορός του να αποτεφρωθεί. Ωστόσο, ο παθολόγος που έκανε την αυτοψία, αποφάσισε να «διασώσει» τον εγκέφαλό του για την επιστήμη!
Ο γιος του Αϊνστάιν, μάλιστα, Hans έδωσε και τις «ευχές» του, αναφέρει δημοσίευμα του Discover Magazine.
Στη συνέχεια, νευροεπιστήμονες απ’ όλον τον κόσμο πήραν δείγματα και φωτογραφίες από τον εγκέφαλό του, ελπίζοντας να ανακαλύψουν το μυστικό της ιδιοφυΐας που κρυβόταν στο μυαλό του σπουδαίου αυτού επιστήμονα.
Πολλοί από αυτούς ισχυρίζονται μάλιστα ότι το έχουν βρει.
Ο Hines όμως δεν έχει πειστεί.
Κάποιοι ερευνητές έχουν χρησιμοποιήσει τη μικροσκοπία για να μελετήσουν τους ιστούς του εγκεφάλου του Αϊνστάιν σε κυτταρικό επίπεδο.
Οι πιο διάσημες από τις έρευνες αυτές είναι των Diamond MC, Scheibel AB, Murphy GM Jr και Harvey T από το 1985, οι οποίοι ανέφεραν ότι ο εγκέφαλος του Αϊνστάιν είχε σημαντικά μεγαλύτερα ποσοστά νευρογλοιακών κυττάρων.
Όπως επισημαίνει όμως ο Hines, το «εύρημα» αυτό μπορεί να αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του προβλήματος πολλαπλών συγκρίσεων.
Ακολούθησαν κι άλλες ιστολογικές μελέτες, από άλλους ερευνητές, αλλά ούτε αυτές -σύμφωνα με τον Hines- δεν παρουσιάζουν μια συνεκτική εικόνα με σαφείς διαφορές.
«…το να πιστεύει κανείς ότι η ανάλυση μερικών ελάχιστων κομματιών ενός εγκεφάλου -ο οποίος είναι ένα περίπλοκο όργανο με εξαιρετικά πολύπλοκη δομή- θα μπορούσε να αποκαλύψει κάτι γύρω από τις συγκεκριμένες γνωστικές ικανότητές του, είναι απλά αφελές».
Ο ίδιος υπαινίσσεται ότι όλες οι ανακαλύψεις ενδέχεται να εμπεριέχουν ένα βαθμό προκατάληψης από την πλευρά των ερευνητών και προτείνει τη διεξαγωγή «τυφλών πειραμάτων»:
«Οι μελλοντικές μελέτες πρέπει να χρησιμοποιήσουν πιο αυστηρές μεθοδολογίες... Για παράδειγμα, θα μπορούσαν να κληθούν ικανοί ερευνητές, οι οποίοι όμως θα είχαν κλειστά μάτια, για να διακρίνουν μεταξύ των διαφανειών σε ένα μικροσκόπιο του εγκεφάλου του Αϊνστάιν και ενός μέσου μυαλού. Εάν υπάρχουν πραγματικές διαφορές, μια τέτοια πειραματική μεθοδολογία θα τις αποκαλύψει».
Σε ό,τι αφορά, τέλος, το μέγεθος και το σχήμα του εγκεφάλου του Αϊνστάιν, ο Hines ισχυρίζεται ότι δεν είναι ξεκάθαρο αν τα ευρήματα αυτά είναι μοναδικά, κι αν δεν απαντώνται και σε άλλους «φυσιολογικούς» εγκεφάλους.
Για την ιστορία, ο αρθρογράφος καταλήγει, ότι ο ερευνητής Terence Hines είναι γνωστός στο να «ταράζει τα νερά» σε ό,τι αφορά… ανατομικούς ισχυρισμούς.
Για παράδειγμα, το 2001 είχε αμφισβητήσει την ύπαρξη του σημείου G, με ένα άρθρο που είχε τίτλο: «The G-spot: a modern gynecological myth» (Το σημείο G: ένας σύγχρονος γυναικολογικός μύθος).
Αυτό είναι το κεντρικό μήνυμα ενός προκλητικού, όπως χαρακτηρίστηκε από πολλούς, άρθρου του ψυχολόγου Terence Hines από το πανεπιστήμιο Pace, το οποίο δημοσιεύτηκε στο Brain and Cognition με τον εξής τίτλο: «Η Νευρομυθολογία γύρω από τον εγκέφαλο του Αϊνστάιν» (Neuromythology of Einstein’s brain).
Ο Hines αναφέρεται στην ιστορία γύρω από τη συντήρηση του μυαλού του Αϊνστάιν.
Η τελευταία επιθυμία του διάσημου φυσικού πριν πεθάνει το 1955 ήταν η σορός του να αποτεφρωθεί. Ωστόσο, ο παθολόγος που έκανε την αυτοψία, αποφάσισε να «διασώσει» τον εγκέφαλό του για την επιστήμη!
Ο γιος του Αϊνστάιν, μάλιστα, Hans έδωσε και τις «ευχές» του, αναφέρει δημοσίευμα του Discover Magazine.
Πολλοί από αυτούς ισχυρίζονται μάλιστα ότι το έχουν βρει.
Ο Hines όμως δεν έχει πειστεί.
Κάποιοι ερευνητές έχουν χρησιμοποιήσει τη μικροσκοπία για να μελετήσουν τους ιστούς του εγκεφάλου του Αϊνστάιν σε κυτταρικό επίπεδο.
Οι πιο διάσημες από τις έρευνες αυτές είναι των Diamond MC, Scheibel AB, Murphy GM Jr και Harvey T από το 1985, οι οποίοι ανέφεραν ότι ο εγκέφαλος του Αϊνστάιν είχε σημαντικά μεγαλύτερα ποσοστά νευρογλοιακών κυττάρων.
Όπως επισημαίνει όμως ο Hines, το «εύρημα» αυτό μπορεί να αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του προβλήματος πολλαπλών συγκρίσεων.
Ακολούθησαν κι άλλες ιστολογικές μελέτες, από άλλους ερευνητές, αλλά ούτε αυτές -σύμφωνα με τον Hines- δεν παρουσιάζουν μια συνεκτική εικόνα με σαφείς διαφορές.
«…το να πιστεύει κανείς ότι η ανάλυση μερικών ελάχιστων κομματιών ενός εγκεφάλου -ο οποίος είναι ένα περίπλοκο όργανο με εξαιρετικά πολύπλοκη δομή- θα μπορούσε να αποκαλύψει κάτι γύρω από τις συγκεκριμένες γνωστικές ικανότητές του, είναι απλά αφελές».
Ο ίδιος υπαινίσσεται ότι όλες οι ανακαλύψεις ενδέχεται να εμπεριέχουν ένα βαθμό προκατάληψης από την πλευρά των ερευνητών και προτείνει τη διεξαγωγή «τυφλών πειραμάτων»:
«Οι μελλοντικές μελέτες πρέπει να χρησιμοποιήσουν πιο αυστηρές μεθοδολογίες... Για παράδειγμα, θα μπορούσαν να κληθούν ικανοί ερευνητές, οι οποίοι όμως θα είχαν κλειστά μάτια, για να διακρίνουν μεταξύ των διαφανειών σε ένα μικροσκόπιο του εγκεφάλου του Αϊνστάιν και ενός μέσου μυαλού. Εάν υπάρχουν πραγματικές διαφορές, μια τέτοια πειραματική μεθοδολογία θα τις αποκαλύψει».
Σε ό,τι αφορά, τέλος, το μέγεθος και το σχήμα του εγκεφάλου του Αϊνστάιν, ο Hines ισχυρίζεται ότι δεν είναι ξεκάθαρο αν τα ευρήματα αυτά είναι μοναδικά, κι αν δεν απαντώνται και σε άλλους «φυσιολογικούς» εγκεφάλους.
Για την ιστορία, ο αρθρογράφος καταλήγει, ότι ο ερευνητής Terence Hines είναι γνωστός στο να «ταράζει τα νερά» σε ό,τι αφορά… ανατομικούς ισχυρισμούς.
Για παράδειγμα, το 2001 είχε αμφισβητήσει την ύπαρξη του σημείου G, με ένα άρθρο που είχε τίτλο: «The G-spot: a modern gynecological myth» (Το σημείο G: ένας σύγχρονος γυναικολογικός μύθος).