Η έκρηξη αστεροειδή στη Ρωσία «ίσως ήταν μόνο η αρχή»
Ο αστεροειδής που τραυμάτισε 1.000 και πλέον ανθρώπους, όταν εξερράγη πάνω από το Τσελαμπίνσκ της Ρωσίας τον περασμένο Φεβρουάριο, δεν αποκλείεται να ήταν μέλος μιας ολόκληρης ομάδας διαστημικών βράχων, οι οποίοι θα μπορούσαν να απειλήσουν τη Γη και στο μέλλον -αυτό τουλάχιστον δείχνουν οι τελευταίες προσομοιώσεις στον υπολογιστή. Το μετέωρο του Τσελιαμπίνσκ, με διάμετρο που εκτιμάται στα 18 μέτρα και βάρος γύρω στους 11.000 τόνους, ήταν o πρωταγωνιστής της ισχυρότερης πρόσκρουσης στον πλανήτη μετά τη μυστηριώδη έκρηξη της Τουνγκούσκα στη Σιβηρία το 1908.
Ο εισερχόμενος βράχος δεν είχε γίνει αντιληπτός καθώς πλησίαζε λόγω του σχετικά μικρού μεγέθους του, αλλά και επειδή κρυβόταν μέσα στην εκτυφλωτική λάμψη του Ήλιου. Όμως οι δεκάδες κάμερες που κατέγραψαν την πορεία του στην ατμόσφαιρα και την τελική έκρηξή του επέτρεψαν στους ερευνητές να υπολογίσουν χονδρικά την πορεία του.
Ο Κάρλος και ο Ραούλ ντε λα Φουέντε Μάρκος, δύο αδέλφια που μελετούν τους αστεροειδείς στο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης, προσπάθησαν να διαπιστώσουν αν ο αστεροειδής του Τσελιαμπίνσκ ακολουθούσε μοναχική πορεία, ή αν αντίθετα ήταν μέλος κάποιας ομάδας αστεροειδών.
Δεδομένου ότι οι ερευνητές δεν γνώριζαν με ικανοποιητική ακρίβεια την τροχιά που ακολουθούσε ο εισερχόμενος βράχος, προσπάθησαν να την υπολογίσουν εξετάζοντας δισεκατομμύρια πιθανές πορείες που θα μπορούσαν να είχαν οδηγήσει στην πρόσκρουση.
Όταν κατέληξαν στις δέκα πιθανότερες τροχιές, ανέτρεξαν στον κατάλογο αστεροειδών που συντάσσει η NASA, και βρήκαν τελικά 30 αστεροειδείς, διαμέτρου 5 έως 200 μέτρων, οι οποίοι κινούνται σε παρόμοιες τροχιές.
Το δίδυμο των ερευνητών εικάζει μάλιστα ότι τα σώματα αυτά μπορεί να είναι συντρίμμια ενός μεγαλύτερου, σαθρού αστεροειδή που διαλύθηκε πριν από περίπου 40.000 χρόνια.
«Υπάρχουν κι άλλα αντικείμενα με την ίδια τροχιακή υπογραφή που θα μπορούσαν να συναντήσουν τον πλανήτη μας στο μέλλον» γράφουν οι ερευνητές στη μελέτη, η οποία έχει γίνει δεκτή για δημοσίευση στο Monthly Notices of the Royal Astronomical Society: Letters. Είναι επίσης διαθέσιμη στη μορφή προέκδοσης εδώ.
Δεδομένου πάντως ότι οι υπολογισμοί της μελέτης δεν μπορεί παρά να είναι προσεγγιστικοί, και οι τροχιές της ύποπτης συμμορίας δεν είναι ακόμα καλά γνωστές, κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει αν ο κίνδυνος είναι όντως υπαρκτός και πότε θα πρέπει να περιμένουμε το επόμενο συμβάν.
Ο εισερχόμενος βράχος δεν είχε γίνει αντιληπτός καθώς πλησίαζε λόγω του σχετικά μικρού μεγέθους του, αλλά και επειδή κρυβόταν μέσα στην εκτυφλωτική λάμψη του Ήλιου. Όμως οι δεκάδες κάμερες που κατέγραψαν την πορεία του στην ατμόσφαιρα και την τελική έκρηξή του επέτρεψαν στους ερευνητές να υπολογίσουν χονδρικά την πορεία του.
Ο Κάρλος και ο Ραούλ ντε λα Φουέντε Μάρκος, δύο αδέλφια που μελετούν τους αστεροειδείς στο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης, προσπάθησαν να διαπιστώσουν αν ο αστεροειδής του Τσελιαμπίνσκ ακολουθούσε μοναχική πορεία, ή αν αντίθετα ήταν μέλος κάποιας ομάδας αστεροειδών.
Δεδομένου ότι οι ερευνητές δεν γνώριζαν με ικανοποιητική ακρίβεια την τροχιά που ακολουθούσε ο εισερχόμενος βράχος, προσπάθησαν να την υπολογίσουν εξετάζοντας δισεκατομμύρια πιθανές πορείες που θα μπορούσαν να είχαν οδηγήσει στην πρόσκρουση.
Όταν κατέληξαν στις δέκα πιθανότερες τροχιές, ανέτρεξαν στον κατάλογο αστεροειδών που συντάσσει η NASA, και βρήκαν τελικά 30 αστεροειδείς, διαμέτρου 5 έως 200 μέτρων, οι οποίοι κινούνται σε παρόμοιες τροχιές.
Το δίδυμο των ερευνητών εικάζει μάλιστα ότι τα σώματα αυτά μπορεί να είναι συντρίμμια ενός μεγαλύτερου, σαθρού αστεροειδή που διαλύθηκε πριν από περίπου 40.000 χρόνια.
«Υπάρχουν κι άλλα αντικείμενα με την ίδια τροχιακή υπογραφή που θα μπορούσαν να συναντήσουν τον πλανήτη μας στο μέλλον» γράφουν οι ερευνητές στη μελέτη, η οποία έχει γίνει δεκτή για δημοσίευση στο Monthly Notices of the Royal Astronomical Society: Letters. Είναι επίσης διαθέσιμη στη μορφή προέκδοσης εδώ.
Δεδομένου πάντως ότι οι υπολογισμοί της μελέτης δεν μπορεί παρά να είναι προσεγγιστικοί, και οι τροχιές της ύποπτης συμμορίας δεν είναι ακόμα καλά γνωστές, κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει αν ο κίνδυνος είναι όντως υπαρκτός και πότε θα πρέπει να περιμένουμε το επόμενο συμβάν.