Ο Όμηρος κατασκεύασε πρώτος ρομπότ
Το πρώτο ρομπότ στον κόσμο κατασκευάστηκε πριν από περίπου 3.000 χρόνια από τον ΄Ηφαιστο στο εργαστήρι του! Κι όμως, η εντύπωση που ευρέως κυριαρχεί είναι ότι τα...
ρομπότ είναι έργα του σύγχρονου πολιτισμού! Πρόκειται για ένα από τα πάμπολλα c(l)opyright (κλεμμένα copyright) από ξένους, που παρουσιάστηκαν ως οι πρώτοι διδάξαντες ή ανακαλύψαντες (θα έχουμε την ευκαιρία να παρουσιάσουμε πολλά τέτοια c(l)opyright από τη στήλη αυτή.
Σήμερα παρουσιάζομε ξανά από τη στήλη αυτή τις εκπληκτικές πληροφορίες που μάς δίνει ο Όμηρος στην «Ιλιάδα» (Ραψωδία Σ, στίχοι 410-426) (μετάφραση Ι. Πολυλά):
«Και από το αμόνι λεχαστά* σηκώθηκε το τέρας χωλαίνοντας κ΄εσάλευαν κάτω φτενά τα σκέλη΄
και τες φυσούνες μάκρυνεν απ΄ την φωτιά και όλα εσύναξε τα σύνεργα ΄ς έν΄ αργυρό λαρνάκι, και με σφογγάρι εκάθαρε το πρόσωπο, τα χέρια τον τράχηλον τον δυνατόν, τα δασερά του στήθη. Χιτώνα ενδύθη, εφούχτωσε σκήπτρο παχύ κ΄ εβγήκε χωλαίνοντας΄ και ανάλαφρα τον κύριον εστηρίζαν
θεράπαινες ολόχρυσες, σαν ζωντανά κοράσια δύναμιν έχουν και φωνήν, νουν έχουν εις τες φρένες, και τεχνουργήματ΄ έμαθαν από τους αθανάτους΄ εκείνες τον επρόσεχαν, κ΄ εσύρθη αυτός πλησίον΄ς την Θέτιδα κ΄ εκάθισε ΄ς ένα θρονί ωραίο, το χέρι εκείνης έσφιξε΄ «μακρόπεπλη», της είπε, «Θέτι σεπτή και αγαπητή, ΄ς το δώμα μας πώς ήλθες; και ως τώρα εδώ δεν σ΄ είδαμε καθόλου να συχνάζης, λέγε μου ευθύς ό,τι ποθείς. Και να το πράξω θέλω αν πράγμα είναι που γίνεται και που ημπορώ να πράξω».
Υπενθυμίζεται ακόμη ότι στην αρχαιότητα υπήρχαν έντονες δοξασίες για κινούμενα και ομιλούντα αντικείμενα. Τα αγάλματα του Δαιδάλου, όπως αναφέρει ο Πλάτων («Μένων»), θεωρήθηκαν τόσο ζωντανά, ώστε να δημιουργηθεί ο μύθος ότι περπατούν μόνο τους και ότι πρέπει να τα δέσει κανείς για να μη φύγουν.
Σήμερα παρουσιάζομε ξανά από τη στήλη αυτή τις εκπληκτικές πληροφορίες που μάς δίνει ο Όμηρος στην «Ιλιάδα» (Ραψωδία Σ, στίχοι 410-426) (μετάφραση Ι. Πολυλά):
«Και από το αμόνι λεχαστά* σηκώθηκε το τέρας χωλαίνοντας κ΄εσάλευαν κάτω φτενά τα σκέλη΄
και τες φυσούνες μάκρυνεν απ΄ την φωτιά και όλα εσύναξε τα σύνεργα ΄ς έν΄ αργυρό λαρνάκι, και με σφογγάρι εκάθαρε το πρόσωπο, τα χέρια τον τράχηλον τον δυνατόν, τα δασερά του στήθη. Χιτώνα ενδύθη, εφούχτωσε σκήπτρο παχύ κ΄ εβγήκε χωλαίνοντας΄ και ανάλαφρα τον κύριον εστηρίζαν
θεράπαινες ολόχρυσες, σαν ζωντανά κοράσια δύναμιν έχουν και φωνήν, νουν έχουν εις τες φρένες, και τεχνουργήματ΄ έμαθαν από τους αθανάτους΄ εκείνες τον επρόσεχαν, κ΄ εσύρθη αυτός πλησίον΄ς την Θέτιδα κ΄ εκάθισε ΄ς ένα θρονί ωραίο, το χέρι εκείνης έσφιξε΄ «μακρόπεπλη», της είπε, «Θέτι σεπτή και αγαπητή, ΄ς το δώμα μας πώς ήλθες; και ως τώρα εδώ δεν σ΄ είδαμε καθόλου να συχνάζης, λέγε μου ευθύς ό,τι ποθείς. Και να το πράξω θέλω αν πράγμα είναι που γίνεται και που ημπορώ να πράξω».
Υπενθυμίζεται ακόμη ότι στην αρχαιότητα υπήρχαν έντονες δοξασίες για κινούμενα και ομιλούντα αντικείμενα. Τα αγάλματα του Δαιδάλου, όπως αναφέρει ο Πλάτων («Μένων»), θεωρήθηκαν τόσο ζωντανά, ώστε να δημιουργηθεί ο μύθος ότι περπατούν μόνο τους και ότι πρέπει να τα δέσει κανείς για να μη φύγουν.
Επίσης, ο ίδιος ο Πλάτων επισημαίνει («Ευθύδημος») ότι όλα τα αντικείμενα έχουν φωνή, όλα μιλούν. Μάλιστα αναφέρει το παράδειγμα των χαλκουργείων, όπου ακούει κανείς, όπως λέει, να φωνάζουν και να κραυγάζουν δυνατά τα σεδερικά, όταν κανείς τα εγγίσει.
Πηγή
Πηγή