Το Πείραμα φυλάκισης του Στάνφορντ...Η σκοτεινή φύση του ανθρώπινου είδους
Το κείμενο αφορά την σκοτεινή πλευρά, την σκοτεινή φύση του ανθρώπου. Πως κάποιος άνθρωπος αποκτά απάνθρωπη συμπεριφορά. Πρόκειται για ένα πείραμα που έγινε στο... πανεπιστήμιο Στάνφορντ και έμεινε γνωστό στα επιστημονικά χρονικά, ως το “πείραμα της φυλακής”. Διαβάστε την ενδιαφέρουσα ιστορία και δείτε το συγκλονιστικό βίντεο. Το Πείραμα φυλάκισης του Στάνφορντ ήταν ένα πείραμα πάνω στις ψυχολογικές επιπτώσεις που επιφέρει η μετατροπή ενός ατόμου σε φυλακισμένο ή δεσμοφύλακα. Το πείραμα διεξήχθη το 1971 από την ερευνητική ομάδα του Καθηγητή Ψυχολογίας Φίλιπ Ζιμπάρντο του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ.
Εικοσιτέσσερις φοιτητές επιλέχθηκαν από 70 για να παίξουν τους ρόλους των φυλακισμένων και των δεσμοφυλάκων και να ζήσουν σε μια υποτιθέμενη φυλακή που είχε δημιουργηθεί για τους σκοπούς του πειράματος στο υπόγειο του κτιρίου της Επιστήμης της Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ. Η επιλογή των υποψηφίων έγινε με βάση την απουσία ψυχολογικών και ιατρικών προβλημάτων, αλλά και ποινικού μητρώου, έτσι ώστε να αποτελούν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα για την επιστημονική παρατήρηση. Οι ρόλοι μοιράστηκαν μετά από ρίψη κέρματος (κορώνα ή γράμματα).
Οι φυλακισμένοι και οι δεσμοφύλακες μπήκαν κατευθείαν στους ρόλους τους προχωρώντας τους ρόλους του όμως πέρα από τις προβλέψεις, οδηγούμενοι σε επικίνδυνες και ψυχολογικά καταστροφικές καταστάσεις. Το ένα τρίτο από τους φρουρούς κρίθηκε ότι επέδειξαν "γνήσια" σαδιστικές τάσεις, με αποτέλεσμα αρκετοί φυλακισμένοι να τραυματιστούν ψυχολογικά και δύο από τους φοιτητές να αποχωρήσουν νωρίς από το πείραμα. Μετά την κατάρρευση ενός φοιτητή από τις απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούσαν στη φυλακή και συνειδητοποιώντας ότι είχε παθητικά επιτρέψει ανάρμοστες συμπεριφορές να λάβουν χώρα κάτω από την εποπτεία του, ο Ζιμπάρντο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τόσο οι φυλακισμένοι όσο και οι δεσμοφύλακες είχαν ταυτιστεί υπερβολικά με τους ρόλους τους, με αποτέλεσμα να τερματίσει το πείραμα μετά από έξι μέρες.
Η μελέτη δημιούργησε περισσότερα νέα ερωτήματα από αυτά που απάντησε, σχετικά με την ανηθικότητα και το σκοτάδι που κατοικεί στην ανθρώπινη ψυχή. Ως ένα καθαρά επιστημονικό εγχείρημα, αυτό ήταν μια αποτυχία, αλλά εξήχθησαν κάποια συμπεράσματα που δίνουν μια εικόνα για την ανθρώπινη ψυχολογία και την κοινωνική συμπεριφορά. Οι ηθικές επιπτώσεις αυτής της μελέτης εξακολουθούν να συζητιούνται σε κολέγια και προπτυχιακά μαθήματα ψυχολογίας σε όλο τον κόσμο.
Στις σύγχρονες εποχές του Αμπού Γκράιμπ και του Γκουαντάναμο, το Πείραμα του Στάνφορντ αποκτά πάλι επικαιρότητα και δείχνει ότι η συστηματική κακοποίηση, η άρνηση και καταστρατήγηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι ποτέ πολύ μακριά, σε κάθε φυλακή. Το πείραμα έθεσε βάσεις για πολλές παρόμοιες μελέτες, αλλά αυτά είχαν πολύ αυστηρότερους ελέγχους εφαρμογής.
Το Πλαίσιο
Το 1971, ο ψυχολόγος Φίλιπ Ζιμπάρντο (Philip G. Zimbardo) προσπάθησε να δείξει ότι οι δεσμοφύλακες και κατάδικοι έχουν την τάση να υιοθετήσουν προκαθορισμένους ρόλους και να συμπεριφέρονται με τρόπο που πίστευαν ότι ήταν υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν, αντί να χρησιμοποιούν την κρίση και το ήθος τους.
Ο Ζιμπάρντο προσπαθούσε να καταδείξει τι θα συνέβαινε όταν η ατομικότητα και η αξιοπρέπεια αφαιρούνται από έναν άνθρωπο, και η ζωή τους είναι πλήρως ελεγχόμενη. Ήθελε επίσης να αποδείξει την κατάργηση κάθε έννοιας ανθρωπισμού και την χαλάρωση των κοινωνικών και ηθικών αξιών που μπορεί να επισυμβεί σε φυλακές και στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Η Μέθοδος
Για τη διεξαγωγή του "Πειράματος των φυλακών του Στάνφορντ", ο Ζιμπάρντο κατασκεύασε ένα ομοίωμα σωφρονιστικού ιδρύματος στο υπόγειο του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ. Αγγελίες δημοσιεύτηκαν σε τοπικές εφημερίδες προσφέροντας $ 15 ανά ημέρα για τους συμμετέχοντες σε αυτό το πρόγραμμα. Από τις 75 αιτήσεις, επιλέχθηκαν 24 άνδρες που κρίθηκαν ότι είναι νοητικά και συναισθηματικά σταθεροί. Κυρίως μεσαία τάξη και λευκοί, που χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες: 12 κρατούμενοι και 12 φρουροί.
Η ομάδα που επιλέχθηκε να είναι οι φρουροί ήταν εφοδιασμένοι με στολές «στρατιωτικού τύπου». Είχαν, επίσης, εξοπλισμό με ξύλινα κλομπ και γυαλιά "καθρέφτη", για να αποτραπεί η άμεση οπτική επαφή.
Στην εναρκτήρια του προγράμματος συνάντηση, ο Ζιμπάρντο, ο οποίος ενήργησε ως φύλακας κατά τη διάρκεια του πειράματος, ενημέρωσε τους φρουρούς ότι ο μόνος κανόνας ήταν ότι η σωματική τιμωρία δεν επιτρέπεται. Εκτός από αυτό, όλη η υπόλοιπη λειτουργία των φρουρών ήταν η συνήθης - βάρδιες, επισκέψεις στα κελιά, έλεγχοι, ανακρίσεις κλπ.
Οι φυλακισμένοι, ήταν ντυμένοι με φόρμες και εσώρουχα. Δεν απαντούσαν με τα ονόματα τους αλλά μόνο με αναγνωριστικούς αριθμούς. Είχαν επίσης μια μικρή αλυσίδα γύρω από τον αστράγαλο τους για να τους υπενθυμίζει ότι ήταν τρόφιμοι σε ένα σωφρονιστικό ίδρυμα. Οι συνθήκες ήταν σκληρές, με μόνο τα βασικά δηλαδή στρώματα ύπνου και απλό φαγητό.
Οι κρατούμενοι είχαν εντολή να περιμένουν στο σπίτι τους πριν την έναρξη του πειράματος. Εκεί δέχθηκαν επιδρομή, χωρίς καμία προειδοποίηση, συνελήφθησαν από το τοπικό αστυνομικό τμήμα και κατηγορήθηκαν για ένοπλη ληστεία. Η επίσημη Αστυνομία είχε συμφωνήσει να βοηθήσει στο πείραμα. Όπως θα συνέβαινε και στην πραγματική ζωή, στους κρατούμενους διαβάστηκαν τα δικαιώματά τους και έγινε λήψη των δακτυλικών τους αποτυπωμάτων.
Ο Ζιμπάρντο, που ενεργεί ως δεσμοφύλακας, κρατούσε σημειώσεις για το τι συνέβη καθ' όλη την διάρκεια της μελέτης.
Αποτελέσματα
Το Πείραμα του Στάνφορντ κατέδειξε πολύ γρήγορα την σκοτεινή και απάνθρωπη πλευρά της ανθρώπινης φύσης:
Οι κρατούμενοι άρχισαν να υφίστανται ένα μεγάλο εύρος από ταπεινώσεις και τιμωρίες στα χέρια των φρουρών και πολλοί άρχισαν να δείχνουν σημάδια ψυχικής και συναισθηματικής δυσφορίας.
Τη δεύτερη ημέρα του πειράματος, οι κρατούμενοι οργάνωσαν μια μαζική εξέγερση και ταραχές, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τις συνθήκες. Οι Φρουροί εργάστηκαν επιπλέον ώρες και επινόησαν μια στρατηγική για καταστείλουν την εξέγερση, χρησιμοποιώντας πυροσβεστήρες. Δεν υπήρχε προτροπή από τον Ζιμπάρντο για την πρωτοβουλία αυτή των φρουρών. Οι φρουροί χρησιμοποίησαν δική τους μεθοδολογία για να πετύχουν τον σκοπό τους - την καταστολή της εξέγερσης.
Ακολούθησαν ανακρίσεις που περιλάμβαναν ταπεινωτικές συμπεριφορές προς τους κρατούμενους, με την αναγκαστική άσκηση και τις σωματικές τιμωρίες γίνονται όλο και πιο συχνές. Στρώματα κατασχέθηκαν από κρατούμενους και αναγκάστηκαν πλέον να κοιμηθούν στα κρύα και σκληρά δάπεδα. Οι τουαλέτες έγιναν προνόμιο, αντί για βασικό ανθρώπινο δικαίωμα, ενώ η πρόσβαση στο μπάνιο συχνά απαγορεύονταν. Οι κρατούμενοι έπρεπε να καθαρίσουν τις τουαλέτες με τα γυμνά χέρια τους, ενώ κάποιοι άλλοι υποβάλλονται σε σεξουαλική ταπείνωση, ως όπλο εκφοβισμού. Το πείραμα έδειξε ότι το ένα τρίτο από τους φρουρούς άρχισαν να δείχνουν μια ακραία σαδιστική συμπεριφορά ενώ και ο ίδιος ο Ζιμπάρντο άρχισε να ταυτίζεται με τον ρόλο του ως δεσμοφύλακας. Δύο από τους κρατουμένους έπρεπε να απομακρυνθούν νωρίς επειδή έδειχναν σημάδια ψυχολογικής καταπόνησης.
Είναι ενδιαφέρον, κανένας από τους κρατούμενους δεν ήθελε να σταματήσει το πείραμα πρόωρα, ακόμα και όταν τους διαβεβαίωσαν ότι θα λάβουν ολόκληρη την αμοιβή τους. Οι κρατούμενοι προσαρμόστηκαν πολύ γρήγορα στους ρόλους τους. Κάποιος κρατούμενος προχώρησε σε απεργία πείνας ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τη μεταχείριση των συγκρατούμενων του και ως μια προσπάθεια να τύχει πρόωρης απόλυσης από την φυλακή. Παραδόξως, οι συγκρατούμενοι του, τον είδαν ως ταραχοποιό στοιχείο και όχι ως θύμα που προσπαθούσε να τους βοηθήσει.
Το Πείραμα της Φυλάκισης του Στάνφορντ διεξήχθη για έξι ημέρες μέχρι που μια παρατηρητής του πειράματος, η Christine Maslach, μεταπτυχιακή φοιτήτρια (θα γινόταν αργότερα η σύζυγος του Ζιμπάρντο), διενήργησε προγραμματισμένες ψυχολογικές συνεδρίες τόσο με τους δεσμοφύλακες όσο και με τους φυλακισμένους και συγκλονίστηκε από τις σκηνές που περιέγραφαν. Πρέπει να σημειωθεί ότι κατά την διάρκεια του πειράματος, υπήρξαν πάνω από 50 εξωτερικοί παρατηρητές του, αλλά η Χριστίνα Maslach ήταν η μόνη που εξέφρασε ανησυχίες σχετικά με το τι συνέβαινε.
Συμπεράσματα
Ο Ζιμπάρντο θεώρησε ότι το πείραμα κατέδειξε πως οι προσωπικότητες των ανθρώπων θα μπορούσαν να αλλοιωθούν άρδην όταν τους δίδεται θέση εξουσίας. Ο Ζιμπάρντο επίσης αναγνώρισε ότι κάποιοι φύλακες είχαν προσπαθήσει να αλλάξουν το σύστημα, αρνούμενοι να υποκύψουν στο Σύστημα. Τόσο όμως οι περισσότεροι δεμσοφύλακες όσο και οι κρατούμενοι συμπεριφέρθηκαν και ενήργησαν με τον τρόπο που πίστευαν ότι ήταν ο ενδεδειγμένος.
Τα αποτελέσματα του πειράματος έχουν χρησιμοποιηθεί σε πολλές περιπτώσεις υποθέσεων στα Ανώτατα Δικαστήρια, στην προσπάθεια πολλών να καταδείξουν ότι οι δεσμοφύλακες πρέπει να έχουν σαφείς οδηγίες και κατευθύνσεις λειτουργίας του πλαισίου τους, οριζόμενο από το υψηλότερο επίπεδο Νόμων και Αρχών, ώστε να αποφευχθεί η κακοποίηση των κρατουμένων.
Κριτικές και Επικρίσεις
Ζητήματα ηθικής του Stanford Prison Experiment έχουν εγερθή εδώ και πολύ καιρό, διότι τα πειράματα αυτά θα μπορούσαν να αποτελέσουν πραγματικό κίνδυνο για τους ανθρώπους ως προς την ψυχική και συναισθηματική τους σταθερότητα. Βέβαια, οι περισσότερες από αυτές τις συζητήσεις λαμβάνουν χώρα πολύ εκ των υστέρων. Άλλες επικρίσεις περιλαμβάνουν την εγκυρότητα των αποτελεσμάτων. Ήταν ένα πείραμα πεδίου παρά ένα επιστημονικό πείραμα και έτσι υπάρχουν μόνο οφθαλμοφανή αποτελέσματα παρατήρησης και καμία επιστημονική αξιολόγηση. Επιπλέον, θα ήταν πολύ δύσκολο για οποιονδήποτε να αναπαράγει τις συνθήκες του πειράματος.
Έχει επίσης επικριθεί σε μεγάλο βαθμό το κείμενο της αγγελίας που ανέφερε ότι «ζητούνται εθελοντές για πειράματα φυλακής», που αυτό θα μπορούσε να προσελκύσει ανθρώπους με προδιάθεση προς τη βία.
Στον απόηχο της μελέτης, πολλοί από τους φύλακες και κρατουμένους δήλωσαν ότι ήταν ενήργησαν με τρόπο που σκέφτηκαν ότι ήταν προσδοκόμενο και αιτούμενο για αυτούς, οπότε δεν υπάρχει συμφωνία σχετικά με το εάν η μελέτη απεικονίζει πραγματικά την ανθρώπινη φύση.
Από τον Ζιμπάρντο επίσης έχουν παραλειφθεί στα συμπεράσματα του ότι δεν παρουσίασαν όλοι οι φρουροί σαδιστικές τάσεις, με κάποιους να επιδίωξαν να βοηθήσουν ενεργά τους φυλακισμένους και να δείξουν την αλληλεγγύη τους προς αυτούς.
Κατοπινές μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κατάχρηση εξουσίας στις φυλακές προέρχεται συχνά από πάνω προς τα κάτω και ότι, όταν δίδονται τέτοιες εντολές μπορούν να επηρεάσουν τα τελικά αποτελέσματα. Αν στους δεσμοφύλακες που είχαν επιλεγεί για το πείραμα του Stanford Prison είχαν δοθεί αυστηρότερες κατευθυντήριες γραμμές από τον Ζιμπάρντο στην αρχή τότε μπορεί να υπήρχαν λιγότερες σαδιστικές τάσεις και συμπεριφορές.
Εικοσιτέσσερις φοιτητές επιλέχθηκαν από 70 για να παίξουν τους ρόλους των φυλακισμένων και των δεσμοφυλάκων και να ζήσουν σε μια υποτιθέμενη φυλακή που είχε δημιουργηθεί για τους σκοπούς του πειράματος στο υπόγειο του κτιρίου της Επιστήμης της Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ. Η επιλογή των υποψηφίων έγινε με βάση την απουσία ψυχολογικών και ιατρικών προβλημάτων, αλλά και ποινικού μητρώου, έτσι ώστε να αποτελούν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα για την επιστημονική παρατήρηση. Οι ρόλοι μοιράστηκαν μετά από ρίψη κέρματος (κορώνα ή γράμματα).
Οι φυλακισμένοι και οι δεσμοφύλακες μπήκαν κατευθείαν στους ρόλους τους προχωρώντας τους ρόλους του όμως πέρα από τις προβλέψεις, οδηγούμενοι σε επικίνδυνες και ψυχολογικά καταστροφικές καταστάσεις. Το ένα τρίτο από τους φρουρούς κρίθηκε ότι επέδειξαν "γνήσια" σαδιστικές τάσεις, με αποτέλεσμα αρκετοί φυλακισμένοι να τραυματιστούν ψυχολογικά και δύο από τους φοιτητές να αποχωρήσουν νωρίς από το πείραμα. Μετά την κατάρρευση ενός φοιτητή από τις απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούσαν στη φυλακή και συνειδητοποιώντας ότι είχε παθητικά επιτρέψει ανάρμοστες συμπεριφορές να λάβουν χώρα κάτω από την εποπτεία του, ο Ζιμπάρντο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τόσο οι φυλακισμένοι όσο και οι δεσμοφύλακες είχαν ταυτιστεί υπερβολικά με τους ρόλους τους, με αποτέλεσμα να τερματίσει το πείραμα μετά από έξι μέρες.
Η μελέτη δημιούργησε περισσότερα νέα ερωτήματα από αυτά που απάντησε, σχετικά με την ανηθικότητα και το σκοτάδι που κατοικεί στην ανθρώπινη ψυχή. Ως ένα καθαρά επιστημονικό εγχείρημα, αυτό ήταν μια αποτυχία, αλλά εξήχθησαν κάποια συμπεράσματα που δίνουν μια εικόνα για την ανθρώπινη ψυχολογία και την κοινωνική συμπεριφορά. Οι ηθικές επιπτώσεις αυτής της μελέτης εξακολουθούν να συζητιούνται σε κολέγια και προπτυχιακά μαθήματα ψυχολογίας σε όλο τον κόσμο.
Στις σύγχρονες εποχές του Αμπού Γκράιμπ και του Γκουαντάναμο, το Πείραμα του Στάνφορντ αποκτά πάλι επικαιρότητα και δείχνει ότι η συστηματική κακοποίηση, η άρνηση και καταστρατήγηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι ποτέ πολύ μακριά, σε κάθε φυλακή. Το πείραμα έθεσε βάσεις για πολλές παρόμοιες μελέτες, αλλά αυτά είχαν πολύ αυστηρότερους ελέγχους εφαρμογής.
Το 1971, ο ψυχολόγος Φίλιπ Ζιμπάρντο (Philip G. Zimbardo) προσπάθησε να δείξει ότι οι δεσμοφύλακες και κατάδικοι έχουν την τάση να υιοθετήσουν προκαθορισμένους ρόλους και να συμπεριφέρονται με τρόπο που πίστευαν ότι ήταν υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν, αντί να χρησιμοποιούν την κρίση και το ήθος τους.
Ο Ζιμπάρντο προσπαθούσε να καταδείξει τι θα συνέβαινε όταν η ατομικότητα και η αξιοπρέπεια αφαιρούνται από έναν άνθρωπο, και η ζωή τους είναι πλήρως ελεγχόμενη. Ήθελε επίσης να αποδείξει την κατάργηση κάθε έννοιας ανθρωπισμού και την χαλάρωση των κοινωνικών και ηθικών αξιών που μπορεί να επισυμβεί σε φυλακές και στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Η Μέθοδος
Για τη διεξαγωγή του "Πειράματος των φυλακών του Στάνφορντ", ο Ζιμπάρντο κατασκεύασε ένα ομοίωμα σωφρονιστικού ιδρύματος στο υπόγειο του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ. Αγγελίες δημοσιεύτηκαν σε τοπικές εφημερίδες προσφέροντας $ 15 ανά ημέρα για τους συμμετέχοντες σε αυτό το πρόγραμμα. Από τις 75 αιτήσεις, επιλέχθηκαν 24 άνδρες που κρίθηκαν ότι είναι νοητικά και συναισθηματικά σταθεροί. Κυρίως μεσαία τάξη και λευκοί, που χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες: 12 κρατούμενοι και 12 φρουροί.
Η ομάδα που επιλέχθηκε να είναι οι φρουροί ήταν εφοδιασμένοι με στολές «στρατιωτικού τύπου». Είχαν, επίσης, εξοπλισμό με ξύλινα κλομπ και γυαλιά "καθρέφτη", για να αποτραπεί η άμεση οπτική επαφή.
Στην εναρκτήρια του προγράμματος συνάντηση, ο Ζιμπάρντο, ο οποίος ενήργησε ως φύλακας κατά τη διάρκεια του πειράματος, ενημέρωσε τους φρουρούς ότι ο μόνος κανόνας ήταν ότι η σωματική τιμωρία δεν επιτρέπεται. Εκτός από αυτό, όλη η υπόλοιπη λειτουργία των φρουρών ήταν η συνήθης - βάρδιες, επισκέψεις στα κελιά, έλεγχοι, ανακρίσεις κλπ.
Οι φυλακισμένοι, ήταν ντυμένοι με φόρμες και εσώρουχα. Δεν απαντούσαν με τα ονόματα τους αλλά μόνο με αναγνωριστικούς αριθμούς. Είχαν επίσης μια μικρή αλυσίδα γύρω από τον αστράγαλο τους για να τους υπενθυμίζει ότι ήταν τρόφιμοι σε ένα σωφρονιστικό ίδρυμα. Οι συνθήκες ήταν σκληρές, με μόνο τα βασικά δηλαδή στρώματα ύπνου και απλό φαγητό.
Ο Ζιμπάρντο, που ενεργεί ως δεσμοφύλακας, κρατούσε σημειώσεις για το τι συνέβη καθ' όλη την διάρκεια της μελέτης.
Αποτελέσματα
Το Πείραμα του Στάνφορντ κατέδειξε πολύ γρήγορα την σκοτεινή και απάνθρωπη πλευρά της ανθρώπινης φύσης:
Οι κρατούμενοι άρχισαν να υφίστανται ένα μεγάλο εύρος από ταπεινώσεις και τιμωρίες στα χέρια των φρουρών και πολλοί άρχισαν να δείχνουν σημάδια ψυχικής και συναισθηματικής δυσφορίας.
Τη δεύτερη ημέρα του πειράματος, οι κρατούμενοι οργάνωσαν μια μαζική εξέγερση και ταραχές, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τις συνθήκες. Οι Φρουροί εργάστηκαν επιπλέον ώρες και επινόησαν μια στρατηγική για καταστείλουν την εξέγερση, χρησιμοποιώντας πυροσβεστήρες. Δεν υπήρχε προτροπή από τον Ζιμπάρντο για την πρωτοβουλία αυτή των φρουρών. Οι φρουροί χρησιμοποίησαν δική τους μεθοδολογία για να πετύχουν τον σκοπό τους - την καταστολή της εξέγερσης.
Είναι ενδιαφέρον, κανένας από τους κρατούμενους δεν ήθελε να σταματήσει το πείραμα πρόωρα, ακόμα και όταν τους διαβεβαίωσαν ότι θα λάβουν ολόκληρη την αμοιβή τους. Οι κρατούμενοι προσαρμόστηκαν πολύ γρήγορα στους ρόλους τους. Κάποιος κρατούμενος προχώρησε σε απεργία πείνας ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τη μεταχείριση των συγκρατούμενων του και ως μια προσπάθεια να τύχει πρόωρης απόλυσης από την φυλακή. Παραδόξως, οι συγκρατούμενοι του, τον είδαν ως ταραχοποιό στοιχείο και όχι ως θύμα που προσπαθούσε να τους βοηθήσει.
Το Πείραμα της Φυλάκισης του Στάνφορντ διεξήχθη για έξι ημέρες μέχρι που μια παρατηρητής του πειράματος, η Christine Maslach, μεταπτυχιακή φοιτήτρια (θα γινόταν αργότερα η σύζυγος του Ζιμπάρντο), διενήργησε προγραμματισμένες ψυχολογικές συνεδρίες τόσο με τους δεσμοφύλακες όσο και με τους φυλακισμένους και συγκλονίστηκε από τις σκηνές που περιέγραφαν. Πρέπει να σημειωθεί ότι κατά την διάρκεια του πειράματος, υπήρξαν πάνω από 50 εξωτερικοί παρατηρητές του, αλλά η Χριστίνα Maslach ήταν η μόνη που εξέφρασε ανησυχίες σχετικά με το τι συνέβαινε.
Συμπεράσματα
Ο Ζιμπάρντο θεώρησε ότι το πείραμα κατέδειξε πως οι προσωπικότητες των ανθρώπων θα μπορούσαν να αλλοιωθούν άρδην όταν τους δίδεται θέση εξουσίας. Ο Ζιμπάρντο επίσης αναγνώρισε ότι κάποιοι φύλακες είχαν προσπαθήσει να αλλάξουν το σύστημα, αρνούμενοι να υποκύψουν στο Σύστημα. Τόσο όμως οι περισσότεροι δεμσοφύλακες όσο και οι κρατούμενοι συμπεριφέρθηκαν και ενήργησαν με τον τρόπο που πίστευαν ότι ήταν ο ενδεδειγμένος.
Τα αποτελέσματα του πειράματος έχουν χρησιμοποιηθεί σε πολλές περιπτώσεις υποθέσεων στα Ανώτατα Δικαστήρια, στην προσπάθεια πολλών να καταδείξουν ότι οι δεσμοφύλακες πρέπει να έχουν σαφείς οδηγίες και κατευθύνσεις λειτουργίας του πλαισίου τους, οριζόμενο από το υψηλότερο επίπεδο Νόμων και Αρχών, ώστε να αποφευχθεί η κακοποίηση των κρατουμένων.
Κριτικές και Επικρίσεις
Ζητήματα ηθικής του Stanford Prison Experiment έχουν εγερθή εδώ και πολύ καιρό, διότι τα πειράματα αυτά θα μπορούσαν να αποτελέσουν πραγματικό κίνδυνο για τους ανθρώπους ως προς την ψυχική και συναισθηματική τους σταθερότητα. Βέβαια, οι περισσότερες από αυτές τις συζητήσεις λαμβάνουν χώρα πολύ εκ των υστέρων. Άλλες επικρίσεις περιλαμβάνουν την εγκυρότητα των αποτελεσμάτων. Ήταν ένα πείραμα πεδίου παρά ένα επιστημονικό πείραμα και έτσι υπάρχουν μόνο οφθαλμοφανή αποτελέσματα παρατήρησης και καμία επιστημονική αξιολόγηση. Επιπλέον, θα ήταν πολύ δύσκολο για οποιονδήποτε να αναπαράγει τις συνθήκες του πειράματος.
Στον απόηχο της μελέτης, πολλοί από τους φύλακες και κρατουμένους δήλωσαν ότι ήταν ενήργησαν με τρόπο που σκέφτηκαν ότι ήταν προσδοκόμενο και αιτούμενο για αυτούς, οπότε δεν υπάρχει συμφωνία σχετικά με το εάν η μελέτη απεικονίζει πραγματικά την ανθρώπινη φύση.
Από τον Ζιμπάρντο επίσης έχουν παραλειφθεί στα συμπεράσματα του ότι δεν παρουσίασαν όλοι οι φρουροί σαδιστικές τάσεις, με κάποιους να επιδίωξαν να βοηθήσουν ενεργά τους φυλακισμένους και να δείξουν την αλληλεγγύη τους προς αυτούς.
Κατοπινές μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κατάχρηση εξουσίας στις φυλακές προέρχεται συχνά από πάνω προς τα κάτω και ότι, όταν δίδονται τέτοιες εντολές μπορούν να επηρεάσουν τα τελικά αποτελέσματα. Αν στους δεσμοφύλακες που είχαν επιλεγεί για το πείραμα του Stanford Prison είχαν δοθεί αυστηρότερες κατευθυντήριες γραμμές από τον Ζιμπάρντο στην αρχή τότε μπορεί να υπήρχαν λιγότερες σαδιστικές τάσεις και συμπεριφορές.