Οι άγνωστες πτυχές της κυριαρχίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου!
Μια άγνωστη πτυχή της πολυδιάστατης ιδιοφυΐας του Μεγάλου Αλεξάνδρου φωτίστηκε από τον εφέτη Διοικητικής Δικαιοσύνης Δημήτριο Κωστόπουλο, κατά τη διάλεξη «Τα οικονομικά του Μεγάλου Αλεξάνδρου», στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο...
Οι περισσότεροι έως σήμερα στο άκουσμα του ονόματος του Μακεδόνα βασιλιά, ο οποίος διέδωσε τον ελληνικό πολιτισμό στα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου, φέρνουμε στο μυαλό μας τις επικές μάχες του Γρανικού, της Ισσού και των Γαυγαμήλων, όπου ο μακεδονικός στρατός διέπρεψε δημιουργώντας έναν θρύλο γύρω από το όνομα του μεγαλύτερου στρατηλάτη που γέννησε ποτέ η Ελλάδα. Αντιθέτως, ελάχιστα έχουν γίνει γνωστά για το κοινωνικό κράτος του Αλεξάνδρου, την οικονομική διαχείριση της απέραντης αυτοκρατορίας που δημιούργησε και τις δαπάνες για τον πολυπληθέστατο στρατό του και τις πόλεις που ο ίδιος ίδρυσε από το δέλτα του Νείλου ως τις Ινδίες.
Το 334 π.Χ. ο Αλέξανδρος, με στρατό περίπου 45.000 ανδρών, περνάει για πρώτη και τελευταία φορά τα στενά του Ελλησπόντου. Με την έναρξη της εκστρατείας του έρχεται σύντομα αντιμέτωπος με το πρόβλημα της συντήρησης ενός στρατού αυτού του μεγέθους, στον οποίον πρέπει να συνυπολογιστούν και οι χιλιάδες βοηθητικοί ακόλουθοι, όπως οι μηχανικοί, οι οικογένειες των στρατιωτών και οι... στρωματοφύλακες (κατευναστές), οι οποίοι ήταν επιφορτισμένοι με τη ασφάλεια του ίδιου και των στρατηγών του κατά τον ύπνο τους! Εκτός όμως από το έμψυχο δυναμικό, την υπερσύγχρονη -για την εποχή- μακεδονική πολεμική μηχανή απάρτισαν καινοτόμες πολεμικές μηχανές και ένας αρκετά σημαντικός στόλος. Ετσι, μόνο κατά τον πρώτο χρόνο της εκστρατείας στη Μικρά Ασία η μισθολογική δαπάνη του στρατεύματος ανήλθε σε 4.000-5.000 τάλαντα, ποσό που φυσικά αυξανόταν χρόνο με τον χρόνο, λόγω της ραγδαίας εξάπλωσης της αυτοκρατορίας και της αναγκαίας ενδυνάμωσης του εκστρατευτικού σώματος με μισθοφόρους, ξεπερνώντας τελικά τα 7.000 τάλαντα.
Κομβικής σημασίας για τη συνέχεια της εκστρατείας του Αλεξάνδρου, ωστόσο, θεωρείται η νίκη στη μάχη των Γαυγαμήλων το 331 π.Χ., η κατάληψη στα Σούσα και στην Περσέπολη και η απόκτηση του θησαυρού του Δαρείου. Εκτοτε οι δαπάνες και η μισθοδοσία εκτινάχθηκαν σε δυσθεώρητα ύψη, αφού και η αριθμητική ισχύς του στρατού ξεπέρασε τις 140.000. Ενδεικτικά, ο μηνιαίος μισθός του απλού στρατιώτη ανερχόταν σε 30-60 δραχμές, του ιππέα σε 300 δραχμές και των περίφημων Μακεδόνων φαλαγγιτών σε 100 δραχμές, ενώ στους μη Μακεδόνες μισθοφόρους παρέχονταν επιπλέον οικονομικά κίνητρα.
Ενα άλλο σημαντικό κεφάλαιο στη ζωή του εκστρατευτικού σώματος όμως, εκτός από τις μάχες και τις πολιορκίες, αποτέλεσαν οι γιορτές που συχνά διοργανώνονταν αποσκοπώντας στην τόνωση του ηθικού του, με τις δαπάνες και σε αυτήν την περίπτωση να είναι... βασιλικές.
Επιδόματα, χορηγίες και φαρμακευτική περίθαλψη
Πέραν των δαπανών για το στράτευμα, ο Μέγας Αλέξανδρος, μαθητής του Αριστοτέλη στα νεανικά του χρόνια, επένδυσε και στη δημιουργία κοινωνικού κράτους, μεριμνώντας για τις οικογένειες των πεσόντων και τους παλιννοστούντες Ελληνες της Μικράς Ασίας. Ο Διόδωρος αναφέρει ότι για την εκστρατεία στην Ινδική διέθεσε 100 τάλαντα μόνο για φάρμακα, ενώ κατά τον Ιουστίνο τα ορφανά των στρατιωτών του συνέχιζαν να λαμβάνουν κανονικά τον μισθό του πατέρα τους! Ακόμα, σύμφωνα με τον Αρριανό, όσοι από τους Ελληνες συμμάχους θέλησαν να παλιννοστήσουν επιχορηγήθηκαν με 2.000 τάλαντα για μισθούς και έξοδα επιστροφής. Ιδιαίτερα γενναιόδωρος στάθηκε ο Αλέξανδρος και απέναντι στους παλαιμάχους και τους τραυματισθέντες, στους οποίους εκτός από τον μισθό χορηγούνταν και ένα επιπλέον τάλαντο, καθώς και τα έξοδα της επιστροφής τους. Αυτοί, όμως, που απολάμβαναν ιδιαίτερα υψηλές επιπλέον αμοιβές ήταν όσοι διακρίθηκαν στα πεδία των μαχών. Όπως μαρτυρεί ο Διόδωρος, μετά την άλωση των Εκβατάνων διανεμήθηκαν στον στρατό 13.000 τάλαντα και πολύτιμα κοσμήματα!
Όπως ήταν φυσικό, ο Αλέξανδρος για την πραγμάτωση του ιστορικού του άθλου δεν στηρίχθηκε μόνο στον βασιλικό θησαυρό του Φιλίππου, στα μεταλλεία της Μακεδονικής γης και τα έσοδα από δασμούς και φόρους. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, κατά τα πρώτα έτη της εκστρατείας ο Αλέξανδρος δανείστηκε βραχυπρόθεσμα 1.460 τάλαντα. Ταυτόχρονα σημαντική υπήρξε η συνεισφορά των Μακεδόνων ευγενών, οι οποίοι με χορηγίες κάλυπταν μέρος των εξόδων του στρατεύματος. Όσον αφορά τη φορολογία, ο πολυμήχανος στρατηλάτης υπήρξε ιδιαίτερα επιεικής με τις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, τις οποίες και δεν επιβάρυνε κηρύσσοντάς τες «ασυδότους», αφού σκοπός της εκστρατείας ήταν η απαλλαγή τους από τους φόρους υποτέλειας στον Δαρείο.
Χαρακτηριστικό του αλτρουισμού και της μεγαλοψυχίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι το περιστατικό που εκτυλίχθηκε μετά την άλωση της Γάζας, γνωστής ως τεράστιας αποθήκης αρωμάτων, τα οποία αργυρολογήθηκαν, με τα έσοδα να διανέμονται στους Μακεδόνες ευγενείς. Τότε, κατά τον Πλούταρχο, ο Περδίκας ρωτάει τον Αλέξανδρο γιατί δεν κράτησε τίποτα από αυτά για τον εαυτό του, και ο βασιλιάς του αποκρίθηκε: «Εγώ κρατάω την ελπίδα»...
Το 334 π.Χ. ο Αλέξανδρος, με στρατό περίπου 45.000 ανδρών, περνάει για πρώτη και τελευταία φορά τα στενά του Ελλησπόντου. Με την έναρξη της εκστρατείας του έρχεται σύντομα αντιμέτωπος με το πρόβλημα της συντήρησης ενός στρατού αυτού του μεγέθους, στον οποίον πρέπει να συνυπολογιστούν και οι χιλιάδες βοηθητικοί ακόλουθοι, όπως οι μηχανικοί, οι οικογένειες των στρατιωτών και οι... στρωματοφύλακες (κατευναστές), οι οποίοι ήταν επιφορτισμένοι με τη ασφάλεια του ίδιου και των στρατηγών του κατά τον ύπνο τους! Εκτός όμως από το έμψυχο δυναμικό, την υπερσύγχρονη -για την εποχή- μακεδονική πολεμική μηχανή απάρτισαν καινοτόμες πολεμικές μηχανές και ένας αρκετά σημαντικός στόλος. Ετσι, μόνο κατά τον πρώτο χρόνο της εκστρατείας στη Μικρά Ασία η μισθολογική δαπάνη του στρατεύματος ανήλθε σε 4.000-5.000 τάλαντα, ποσό που φυσικά αυξανόταν χρόνο με τον χρόνο, λόγω της ραγδαίας εξάπλωσης της αυτοκρατορίας και της αναγκαίας ενδυνάμωσης του εκστρατευτικού σώματος με μισθοφόρους, ξεπερνώντας τελικά τα 7.000 τάλαντα.
Κομβικής σημασίας για τη συνέχεια της εκστρατείας του Αλεξάνδρου, ωστόσο, θεωρείται η νίκη στη μάχη των Γαυγαμήλων το 331 π.Χ., η κατάληψη στα Σούσα και στην Περσέπολη και η απόκτηση του θησαυρού του Δαρείου. Εκτοτε οι δαπάνες και η μισθοδοσία εκτινάχθηκαν σε δυσθεώρητα ύψη, αφού και η αριθμητική ισχύς του στρατού ξεπέρασε τις 140.000. Ενδεικτικά, ο μηνιαίος μισθός του απλού στρατιώτη ανερχόταν σε 30-60 δραχμές, του ιππέα σε 300 δραχμές και των περίφημων Μακεδόνων φαλαγγιτών σε 100 δραχμές, ενώ στους μη Μακεδόνες μισθοφόρους παρέχονταν επιπλέον οικονομικά κίνητρα.
Ενα άλλο σημαντικό κεφάλαιο στη ζωή του εκστρατευτικού σώματος όμως, εκτός από τις μάχες και τις πολιορκίες, αποτέλεσαν οι γιορτές που συχνά διοργανώνονταν αποσκοπώντας στην τόνωση του ηθικού του, με τις δαπάνες και σε αυτήν την περίπτωση να είναι... βασιλικές.
Επιδόματα, χορηγίες και φαρμακευτική περίθαλψη
Πέραν των δαπανών για το στράτευμα, ο Μέγας Αλέξανδρος, μαθητής του Αριστοτέλη στα νεανικά του χρόνια, επένδυσε και στη δημιουργία κοινωνικού κράτους, μεριμνώντας για τις οικογένειες των πεσόντων και τους παλιννοστούντες Ελληνες της Μικράς Ασίας. Ο Διόδωρος αναφέρει ότι για την εκστρατεία στην Ινδική διέθεσε 100 τάλαντα μόνο για φάρμακα, ενώ κατά τον Ιουστίνο τα ορφανά των στρατιωτών του συνέχιζαν να λαμβάνουν κανονικά τον μισθό του πατέρα τους! Ακόμα, σύμφωνα με τον Αρριανό, όσοι από τους Ελληνες συμμάχους θέλησαν να παλιννοστήσουν επιχορηγήθηκαν με 2.000 τάλαντα για μισθούς και έξοδα επιστροφής. Ιδιαίτερα γενναιόδωρος στάθηκε ο Αλέξανδρος και απέναντι στους παλαιμάχους και τους τραυματισθέντες, στους οποίους εκτός από τον μισθό χορηγούνταν και ένα επιπλέον τάλαντο, καθώς και τα έξοδα της επιστροφής τους. Αυτοί, όμως, που απολάμβαναν ιδιαίτερα υψηλές επιπλέον αμοιβές ήταν όσοι διακρίθηκαν στα πεδία των μαχών. Όπως μαρτυρεί ο Διόδωρος, μετά την άλωση των Εκβατάνων διανεμήθηκαν στον στρατό 13.000 τάλαντα και πολύτιμα κοσμήματα!
Όπως ήταν φυσικό, ο Αλέξανδρος για την πραγμάτωση του ιστορικού του άθλου δεν στηρίχθηκε μόνο στον βασιλικό θησαυρό του Φιλίππου, στα μεταλλεία της Μακεδονικής γης και τα έσοδα από δασμούς και φόρους. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, κατά τα πρώτα έτη της εκστρατείας ο Αλέξανδρος δανείστηκε βραχυπρόθεσμα 1.460 τάλαντα. Ταυτόχρονα σημαντική υπήρξε η συνεισφορά των Μακεδόνων ευγενών, οι οποίοι με χορηγίες κάλυπταν μέρος των εξόδων του στρατεύματος. Όσον αφορά τη φορολογία, ο πολυμήχανος στρατηλάτης υπήρξε ιδιαίτερα επιεικής με τις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, τις οποίες και δεν επιβάρυνε κηρύσσοντάς τες «ασυδότους», αφού σκοπός της εκστρατείας ήταν η απαλλαγή τους από τους φόρους υποτέλειας στον Δαρείο.
Χαρακτηριστικό του αλτρουισμού και της μεγαλοψυχίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι το περιστατικό που εκτυλίχθηκε μετά την άλωση της Γάζας, γνωστής ως τεράστιας αποθήκης αρωμάτων, τα οποία αργυρολογήθηκαν, με τα έσοδα να διανέμονται στους Μακεδόνες ευγενείς. Τότε, κατά τον Πλούταρχο, ο Περδίκας ρωτάει τον Αλέξανδρο γιατί δεν κράτησε τίποτα από αυτά για τον εαυτό του, και ο βασιλιάς του αποκρίθηκε: «Εγώ κρατάω την ελπίδα»...