Το μυστήριο με τα πανίσχυρα σπαθιά των Βίκινγκς
Κοντά στη λύση του μυστηρίου, που έκανε τα σπαθιά των Vikings σχεδόν ανίκητα στη μάχη, βρίσκονται ερευνητές.
Τα λιγοστά πανίσχυρα σπαθιά, τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα, είναι κατασκευασμένα από τόσο καθαρό μέταλλο που ακόμα και οι αρχαιολόγοι αδυνατούν να πιστέψουν πώς ένας σιδηρουργός το δημιούργησε πριν από τόσα χρόνια, ενώ σε όλα τους είναι χαραγμένη η λέξη «Ulfberht».
Σύμφωνα μάλιστα με τους ειδικούς, η συγκεκριμένη υπογραφή ίσως και να αποκαλύψει το μυστηριώδη καλλιτέχνη, ο οποίος «τα σφυρηλάτησε με ιδιαίτερα αυξημένη ευφυΐα»!
«Η νέα έρευνα μάς φέρνει πιο κοντά στην “πηγή” των σπαθιών. Στην κάμινο όπου σφυρηλατήθηκαν τα θρυλικά αυτά όπλα», ανέφερε ένας από τους ερευνητές, σημειώνοντας ότι έχουν βρεθεί μόλις 170 Ulfberhts (αν αναλογιστεί κανείς πόσα κατασκευάστηκαν) που χρονολογούνται από το 800 μ.Χ. έως το 1000 μ.Χ.
«Η τεχνολογία για τη δημιουργία ενός τέτοιου μετάλλου δεν είχε εφευρεθεί παρά μόνο μετά από 800 χρόνια», σημείωσε από την πλευρά του ο Alan Williams, από το μουσείο Wallace Collection του Λονδίνου, ο οποίος μελέτησε επίσης τις επαναστατικές λεπίδες των σπαθιών.
«Ο κατασκευαστής τους είναι μοναδικός και σίγουρα αυτά τα σπαθιά θα ανήκαν στην ελίτ των Βίκινγκς», συμπλήρωσε.
Από την πλευρά του, ο Robert Lehmann, χημικός στο Ινστιτούτο Ανόργανης Χημείας του Πανεπιστήμιου του Ανόβερο, ο οποίος εξέτασε ένα σπαθί Ulfberht που βρέθηκε το 2012 στον ποταμό Weser, στην Κάτω Σαξονία της βορειοδυτικής Γερμανίας, απέκλεισε το ενδεχόμενο το υψηλής περιεκτικότητας σε μαγγάνιο μέταλλο της λεπίδας να προέρχεται από την Ανατολή.
Εξάλλου και «η λαβή του, κατασκευασμένη από σίδηρο με υψηλή περιεκτικότητα σε αρσενικό, προδίδει την ευρωπαϊκή του προέλευση», ανέφερε, φωτογραφίζοντας το Taunus, βόρεια της Φρανκφούρτης…
Και μπορεί να είναι γνωστό ότι ορισμένα μοναστήρια της περιοχής κατασκεύαζαν όπλα, ωστόσο το όνομα Ulfberht δεν βρέθηκε πουθενά στα αρχεία τους…
Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι κατά τη διαδικασία της σφυρηλάτησης του σιδήρου, το μέταλλο πρέπει να θερμαίνεται σε 3.000 βαθμούς Fahrenheit ώστε να υγροποιηθεί, επιτρέποντας στο σιδερά να αφαιρέσει τις ακαθαρσίες, γνωστές και ως «σκουριά». Παράλληλα, εμπλουτίζεται με άνθρακα προκειμένου το μέταλλο να γίνει ισχυρότερο.
Παρόλα αυτά, η μεσαιωνική τεχνολογία δεν επέτρεπε το σίδερο να θερμαίνεται σε μια τόσο υψηλή θερμοκρασία, με αποτέλεσμα η σκουριά να απομακρυνόταν με σφυροκόπημα, μια εξαιρετικά λιγότερο αποτελεσματική μέθοδος.
Τα σπαθιά του Ulfberht, όχι μόνο δεν έχουν ίχνος σκουριάς, αλλά περιέχουν τριπλάσιο άνθρακα από μέταλλα εκείνης της εποχής…
Το μέταλλο τους ονομάστηκε πολύ αργότερα crucible steel (λόγω των δύο ειδικών σύγχρονων και περίπλοκων μεθόδων κατασκευής του), ενώ οι κατάλληλοι κλίβανοι, ικανοί να θερμάνουν το σίδηρο σε τόσο μεγάλη θερμοκρασία, εφευρέθηκαν κατά τη διάρκεια της Βιομηχανικής Επανάστασης.
«Είναι το πιο περίπλοκο πράγμα που γνωρίζω στη συγκεκριμένη τέχνη», ανέφερε ο Richard Furrer, διεθνούς φήμης σιδηρουργός…
Τα λιγοστά πανίσχυρα σπαθιά, τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα, είναι κατασκευασμένα από τόσο καθαρό μέταλλο που ακόμα και οι αρχαιολόγοι αδυνατούν να πιστέψουν πώς ένας σιδηρουργός το δημιούργησε πριν από τόσα χρόνια, ενώ σε όλα τους είναι χαραγμένη η λέξη «Ulfberht».
Σύμφωνα μάλιστα με τους ειδικούς, η συγκεκριμένη υπογραφή ίσως και να αποκαλύψει το μυστηριώδη καλλιτέχνη, ο οποίος «τα σφυρηλάτησε με ιδιαίτερα αυξημένη ευφυΐα»!
«Η τεχνολογία για τη δημιουργία ενός τέτοιου μετάλλου δεν είχε εφευρεθεί παρά μόνο μετά από 800 χρόνια», σημείωσε από την πλευρά του ο Alan Williams, από το μουσείο Wallace Collection του Λονδίνου, ο οποίος μελέτησε επίσης τις επαναστατικές λεπίδες των σπαθιών.
«Ο κατασκευαστής τους είναι μοναδικός και σίγουρα αυτά τα σπαθιά θα ανήκαν στην ελίτ των Βίκινγκς», συμπλήρωσε.
Εξάλλου και «η λαβή του, κατασκευασμένη από σίδηρο με υψηλή περιεκτικότητα σε αρσενικό, προδίδει την ευρωπαϊκή του προέλευση», ανέφερε, φωτογραφίζοντας το Taunus, βόρεια της Φρανκφούρτης…
Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι κατά τη διαδικασία της σφυρηλάτησης του σιδήρου, το μέταλλο πρέπει να θερμαίνεται σε 3.000 βαθμούς Fahrenheit ώστε να υγροποιηθεί, επιτρέποντας στο σιδερά να αφαιρέσει τις ακαθαρσίες, γνωστές και ως «σκουριά». Παράλληλα, εμπλουτίζεται με άνθρακα προκειμένου το μέταλλο να γίνει ισχυρότερο.
Παρόλα αυτά, η μεσαιωνική τεχνολογία δεν επέτρεπε το σίδερο να θερμαίνεται σε μια τόσο υψηλή θερμοκρασία, με αποτέλεσμα η σκουριά να απομακρυνόταν με σφυροκόπημα, μια εξαιρετικά λιγότερο αποτελεσματική μέθοδος.
Το μέταλλο τους ονομάστηκε πολύ αργότερα crucible steel (λόγω των δύο ειδικών σύγχρονων και περίπλοκων μεθόδων κατασκευής του), ενώ οι κατάλληλοι κλίβανοι, ικανοί να θερμάνουν το σίδηρο σε τόσο μεγάλη θερμοκρασία, εφευρέθηκαν κατά τη διάρκεια της Βιομηχανικής Επανάστασης.
Πηγή