Ο ρόλος των προγόνων στην δημιουργία ενός κράτους
Πολλές φορές όταν βλέπουμε ένα δένδρο υπεραιωνόβιο, με τεραστίων διαστάσεων κορμό, πάμπολλα κλαδιά και άπειρα φύλλα, δεν πρέπει να κοιτάμε μόνο το υπέργειο τμήμα που φαίνεται. Πρωτίστως πρέπει να γνωρίζουμε ότι για να υφίσταται αυτό το υγιές δένδρο σήμερα, πρέπει να υπάρχουν πολύ βαθιές και δυνατές ρίζες, οι οποίες θα φθάνουν σε μεγάλο βάθος, ούτως ώστε να τροφοδοτούν με ζωογόνους χυμούς το δένδρο. Η αντιστοιχία αυτή αναφέρεται διότι οι προγονικές ρίζες ενός έθνους είναι εκείνες που κρατούν υγιές και αειθαλές το δένδρο του, ούτως ώστε αυτό κάθε χρόνο να δίνει καινούργια κλαδιά, φύλλα και άνθη. Στις δύσκολες ημέρες που ζούμε κάποια πολιτικά ή αλλοεθνή ή αδιάφορα εθνικώς παράσιτα έχουν βαλθεί, άλλα να κόψουν αυτές τις ρίζες, άλλα να προσκολληθούν σε αυτές και να αναπτυχθούν εις βάρος τους και άλλα να τις νεκρώσουν για πάντα.
Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν αυτοί που προσπαθούν να παραποιήσουν και να καταστρέψουν την γλώσσα, την ιστορία, τον πολιτισμό μας πανεπιστημιακοί καθηγητές, πολιτικάντηδες στα υπουργεία και διάφοροι άλλοι, δρουν παρασιτικά στο δένδρο τού ελληνισμού, με διάφορες ενέργειές τους.
Υπενθυμίζεται το πώς κατεστράφη η γλώσσα διά της καταργήσεως μετά από πολλούς αιώνες του πολυτονικού, της γ΄ κλίσεως της ιστορικής ορθογραφίας κ.λπ.
Υπενθυμίζεται πώς διαστρεβλώθηκε η ελληνική ιστορία (αποσύνδεση από την αρχαιότητα, συνωστισμός στην παραλία, συνωμοσία των ουρανίων σκάϊ γαρ, εμφύλιος κ.λπ.)
Στην δεύτερη κατηγορία ανήκουν τα γειτονικά κράτη, τα οποία προσκολλώνται παρασιτικά στις ρίζες τού ελληνισμού, δηλώνοντας δικαιούχοι των εδαφών, τα οποία κατέκτησαν με σφαγές.
Οι Τούρκοι λένε ότι είναι πανάρχαιος λαός, αποσιωπώντας ότι εμφανίσθηκαν στην περιοχή της Μικράς Ασίας μετά την μάχη τού Μάντζικερτ το 1071 μ.Χ.
Οι Σκοπιανοί, σλαυϊκής καταγωγής κατά δήλωση τού πρώην πρωθυπουργού τους Κύρο Γκληγκόρωφ, δηλώνουν σήμερα απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων και, παρ’ όλες τις κιτς εκδηλώσεις τους με τις πανοπλίες, τα τεράστια αγάλματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Φιλίππου κ.λπ., έχουν κατορθώσει να τραβήξουν άλλα αλλοεθνή παράσιτα με το μέρος τους.
Ομοίως οι Αλβανοί διεκδικούν την ελληνική Ήπειρο, οι Βούλγαροι, αν και προσωρινώς παροπλισμένοι δεν παραιτούνται της επιθυμίας τους να βγουν στο Αιγαίο κ.λπ.
Στην τρίτη κατηγορία είμαστε εμείς. Εμείς οι αδιάφοροι. Εμείς που βλέπουμε, καταλαβαίνουμε και δεν κάνουμε τίποτα. Εμείς που στα σχολεία μας, στην πατρίδα μας, στην τηλοψία, στην πολιτική μαθαίνουμε στα παιδιά μας παραποιημένη ιστορία, τουρκικά σήριαλ, συνεχή ψέματα και υποκρισία.
Κι όμως, αγαπητοί φίλοι, μπορούμε να βγούμε από το αδιέξοδο. Αρκεί να βγάλουμε τουλάχιστον μία γενιά υγιών ελληνοπαίδων.
Μια γενιά από παιδιά, που να έχουν συναίσθηση της βαριάς κληρονομιάς και της προστασίας των ριζών τού δένδρου του ελληνισμού.
Για να ορθοποδήσει λοιπόν πάλι η Ελλάδα μας, η πατρίδα μας, πρέπει να βγάλουμε μία γενιά καλλίτερη από εμάς. Οι αρχαίοι Σπαρτιάτες, όπως μας λέει ο Πλούταρχος, καθώς υπήρχαν τρεις χοροί αντίστοιχοι στις τρεις ηλικίες, που συγκροτούνταν για τις γιορτές, ο χορός των γερόντων άρχιζε να τραγουδά: «Ήμασταν κι εμείς κάποτε παλληκάρια δυνατά»· (άμες ποκ’ ήμες άλκιμοι νεανίαι).
Έπειτα ο χορός τών ανδρών στην ακμή της ηλικίας τους απαντούσε" «Εμείς είμαστε τώρα. Αν θέλης, έλα να δεις» (άμες δε γ’ ειμέν· αι δε λης αυγάσδεο).
Τρίτος ο χορός των παιδιών έλεγε «εμείς θα γίνουμε πολύ καλλίτεροι» (άμες δέ γ’ εσσόμεσθα πολλώ κάρονες).
Αυτό ήταν, λοιπόν, το όραμα των προγόνων μας. Να γίνουν καλλίτερα τα παιδιά τους. Κι αυτό ήταν το όραμα των παιδιών. Να ξεπεράσουν τους γονείς τους.
Κι οι σύγχρονοι όμως, όσοι ένοιωθαν μέσα τους το χρέος, ακριβώς τα ίδια τόνιζαν: Ο σπουδαίος Νίκος Καζαντζάκης μάλιστα, στην «Ασκητική» του γράφει: «Το πρώτο σου χρέος εκτελώντας την θητεία σου στην ΡΑΤΣΑ, είναι να νοιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στον υιό την μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει».
Ο Γκαίτε, επηρεασμένος από τους Έλληνες έγραφε για το ίδιο θέμα: «Was du von deinen Vatern hast, erwirb es zu besitzen|», που σημαίνει: «Κέρδισε την κληρονομιά των πατέρων σου αν θες να την κατέχεις» Όμως το νόημα αυτών των στίχων αποδίδεται καλύτερα με τους στίχους τού μεγάλου μας εθνικού ποιητή Κωστή Παλαμά, από το ποίημα «Πατέρες», της συλλογής «Βωμοί», που λένε:
Παιδί μου το περβόλι σου που θα κληρονομήσεις,
Όπως το βρεις κι όπως το δεις να μη το παρατήσεις.
Σκάψε ακόμα πιο βαθιά και φράξε το πιο στέρεα
και πλούτισε την χλώρη του και πλάτυνε την γη του,
κι ακλάδευτο, όπου μπλέκεται να το βεργολογήσεις,
και να του φέρεις το νερό το αγνό τής βρυσομάνας,
κι αν αγαπάς τ’ ανθρωπινά κι όσα άρρωστα δεν είναι,
ρίξε αγιασμό και ξόρκισε τα ξωτικά να φύγουν,
και την ζωντάνια σπείρε του μ’ όσα νερά δροσάτα.
Γίνε οργοτόμος, φυτευτής, διαφεντευτής. Κι αν είναι
κι έρθουνε χρόνια δίσεκτα, πέσουν καιροί οργισμένοι,
κι όσα πουλιά μισέψουνε σκιαγμένα κι όσα δένδρα
για τίποτ’ άλλο δεν φελάν παρά για μετερίζια,
μη φοβηθείς τον χαλασμό. Φωτιά! Τσεκούρι! Τράβα,
ξεσπέρμεψέ το, χέρσωσε το περιβόλι, κόφ’ το,
και χτίσε κάστρο απάνω του και ταμπουρώσου μέσα
για πάλεμα, για μάτωμα, για την καινούργια γέννα,
που όλο την περιμένουμε κι όλο κινάει για νά’ ρθει
κι όλο συντρίμμι χάνεται στο γύρισμα των κύκλων...
Αυτές λοιπόν είναι οι συμβουλές τών μεγάλων διανοητών μας. Όχι αυτών των «γιαλαντζί» της σάπιας διανόησης τού σήμερα, αλλά αυτών, που συνεχίζουν διαχρονικά το έργο των προγόνων.
Των προγόνων οι οποίοι μας αφήνουν ένα δένδρο με βαθιές ρίζες και ένα περιβόλι, που στα δίσεκτα χρόνια, όπως αυτά που ζούμε, μας καλούν να χτίσουμε επάνω του κάστρο και να ταμπουρωθούμε μέσα. Κάστρο ιστορίας και ριζών.
Για πάλεμα, για μάτωμα, για την καινούργια γέννα... που τελικά δεν θα μείνει όνειρο μα θά ’ρθει και θα φέρει ελληνόπουλα με ψυχή και φρόνημα, που θα λαμπρύνουν πάλι την πατρίδα μας και θα τιμωρήσουν τους προδότες.
Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν αυτοί που προσπαθούν να παραποιήσουν και να καταστρέψουν την γλώσσα, την ιστορία, τον πολιτισμό μας πανεπιστημιακοί καθηγητές, πολιτικάντηδες στα υπουργεία και διάφοροι άλλοι, δρουν παρασιτικά στο δένδρο τού ελληνισμού, με διάφορες ενέργειές τους.
Υπενθυμίζεται το πώς κατεστράφη η γλώσσα διά της καταργήσεως μετά από πολλούς αιώνες του πολυτονικού, της γ΄ κλίσεως της ιστορικής ορθογραφίας κ.λπ.
Υπενθυμίζεται πώς διαστρεβλώθηκε η ελληνική ιστορία (αποσύνδεση από την αρχαιότητα, συνωστισμός στην παραλία, συνωμοσία των ουρανίων σκάϊ γαρ, εμφύλιος κ.λπ.)
Στην δεύτερη κατηγορία ανήκουν τα γειτονικά κράτη, τα οποία προσκολλώνται παρασιτικά στις ρίζες τού ελληνισμού, δηλώνοντας δικαιούχοι των εδαφών, τα οποία κατέκτησαν με σφαγές.
Οι Τούρκοι λένε ότι είναι πανάρχαιος λαός, αποσιωπώντας ότι εμφανίσθηκαν στην περιοχή της Μικράς Ασίας μετά την μάχη τού Μάντζικερτ το 1071 μ.Χ.
Οι Σκοπιανοί, σλαυϊκής καταγωγής κατά δήλωση τού πρώην πρωθυπουργού τους Κύρο Γκληγκόρωφ, δηλώνουν σήμερα απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων και, παρ’ όλες τις κιτς εκδηλώσεις τους με τις πανοπλίες, τα τεράστια αγάλματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Φιλίππου κ.λπ., έχουν κατορθώσει να τραβήξουν άλλα αλλοεθνή παράσιτα με το μέρος τους.
Ομοίως οι Αλβανοί διεκδικούν την ελληνική Ήπειρο, οι Βούλγαροι, αν και προσωρινώς παροπλισμένοι δεν παραιτούνται της επιθυμίας τους να βγουν στο Αιγαίο κ.λπ.
Στην τρίτη κατηγορία είμαστε εμείς. Εμείς οι αδιάφοροι. Εμείς που βλέπουμε, καταλαβαίνουμε και δεν κάνουμε τίποτα. Εμείς που στα σχολεία μας, στην πατρίδα μας, στην τηλοψία, στην πολιτική μαθαίνουμε στα παιδιά μας παραποιημένη ιστορία, τουρκικά σήριαλ, συνεχή ψέματα και υποκρισία.
Εμείς που ανεχόμαστε τους πολιτικούς τού μεταπολιτευτικού δικομματισμού, οι οποίοι, αφού έκλεψαν τα χρήματα τού ελληνικού λαού, άλλοι άμεσα και άλλοι διά της σιωπής και της συνενοχής τους, κατέστρεψαν και την δυνατότητα αναπτύξεώς του, κατέστρεψαν δια των επιδοτήσεων και της καλοπέρασης των λαμβανόντων αυτές αγροτών την γεωργία και την κτηνοτροφία, κατέστρεψαν την υγιή βιομηχανία και την ναυτιλία, χρέωσαν «χωρίς ποινή» τον ελληνικό λαό για τα επόμενα 50 χρόνια και τώρα θέλουν πάλι να μας σώσουν.
Κι όμως, αγαπητοί φίλοι, μπορούμε να βγούμε από το αδιέξοδο. Αρκεί να βγάλουμε τουλάχιστον μία γενιά υγιών ελληνοπαίδων.
Μια γενιά από παιδιά, που να έχουν συναίσθηση της βαριάς κληρονομιάς και της προστασίας των ριζών τού δένδρου του ελληνισμού.
Για να ορθοποδήσει λοιπόν πάλι η Ελλάδα μας, η πατρίδα μας, πρέπει να βγάλουμε μία γενιά καλλίτερη από εμάς. Οι αρχαίοι Σπαρτιάτες, όπως μας λέει ο Πλούταρχος, καθώς υπήρχαν τρεις χοροί αντίστοιχοι στις τρεις ηλικίες, που συγκροτούνταν για τις γιορτές, ο χορός των γερόντων άρχιζε να τραγουδά: «Ήμασταν κι εμείς κάποτε παλληκάρια δυνατά»· (άμες ποκ’ ήμες άλκιμοι νεανίαι).
Έπειτα ο χορός τών ανδρών στην ακμή της ηλικίας τους απαντούσε" «Εμείς είμαστε τώρα. Αν θέλης, έλα να δεις» (άμες δε γ’ ειμέν· αι δε λης αυγάσδεο).
Τρίτος ο χορός των παιδιών έλεγε «εμείς θα γίνουμε πολύ καλλίτεροι» (άμες δέ γ’ εσσόμεσθα πολλώ κάρονες).
Αυτό ήταν, λοιπόν, το όραμα των προγόνων μας. Να γίνουν καλλίτερα τα παιδιά τους. Κι αυτό ήταν το όραμα των παιδιών. Να ξεπεράσουν τους γονείς τους.
Κι οι σύγχρονοι όμως, όσοι ένοιωθαν μέσα τους το χρέος, ακριβώς τα ίδια τόνιζαν: Ο σπουδαίος Νίκος Καζαντζάκης μάλιστα, στην «Ασκητική» του γράφει: «Το πρώτο σου χρέος εκτελώντας την θητεία σου στην ΡΑΤΣΑ, είναι να νοιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στον υιό την μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει».
Ο Γκαίτε, επηρεασμένος από τους Έλληνες έγραφε για το ίδιο θέμα: «Was du von deinen Vatern hast, erwirb es zu besitzen|», που σημαίνει: «Κέρδισε την κληρονομιά των πατέρων σου αν θες να την κατέχεις» Όμως το νόημα αυτών των στίχων αποδίδεται καλύτερα με τους στίχους τού μεγάλου μας εθνικού ποιητή Κωστή Παλαμά, από το ποίημα «Πατέρες», της συλλογής «Βωμοί», που λένε:
Παιδί μου το περβόλι σου που θα κληρονομήσεις,
Όπως το βρεις κι όπως το δεις να μη το παρατήσεις.
Σκάψε ακόμα πιο βαθιά και φράξε το πιο στέρεα
και πλούτισε την χλώρη του και πλάτυνε την γη του,
κι ακλάδευτο, όπου μπλέκεται να το βεργολογήσεις,
και να του φέρεις το νερό το αγνό τής βρυσομάνας,
κι αν αγαπάς τ’ ανθρωπινά κι όσα άρρωστα δεν είναι,
ρίξε αγιασμό και ξόρκισε τα ξωτικά να φύγουν,
και την ζωντάνια σπείρε του μ’ όσα νερά δροσάτα.
Γίνε οργοτόμος, φυτευτής, διαφεντευτής. Κι αν είναι
κι έρθουνε χρόνια δίσεκτα, πέσουν καιροί οργισμένοι,
κι όσα πουλιά μισέψουνε σκιαγμένα κι όσα δένδρα
για τίποτ’ άλλο δεν φελάν παρά για μετερίζια,
μη φοβηθείς τον χαλασμό. Φωτιά! Τσεκούρι! Τράβα,
ξεσπέρμεψέ το, χέρσωσε το περιβόλι, κόφ’ το,
και χτίσε κάστρο απάνω του και ταμπουρώσου μέσα
για πάλεμα, για μάτωμα, για την καινούργια γέννα,
που όλο την περιμένουμε κι όλο κινάει για νά’ ρθει
κι όλο συντρίμμι χάνεται στο γύρισμα των κύκλων...
Αυτές λοιπόν είναι οι συμβουλές τών μεγάλων διανοητών μας. Όχι αυτών των «γιαλαντζί» της σάπιας διανόησης τού σήμερα, αλλά αυτών, που συνεχίζουν διαχρονικά το έργο των προγόνων.
Των προγόνων οι οποίοι μας αφήνουν ένα δένδρο με βαθιές ρίζες και ένα περιβόλι, που στα δίσεκτα χρόνια, όπως αυτά που ζούμε, μας καλούν να χτίσουμε επάνω του κάστρο και να ταμπουρωθούμε μέσα. Κάστρο ιστορίας και ριζών.
Για πάλεμα, για μάτωμα, για την καινούργια γέννα... που τελικά δεν θα μείνει όνειρο μα θά ’ρθει και θα φέρει ελληνόπουλα με ψυχή και φρόνημα, που θα λαμπρύνουν πάλι την πατρίδα μας και θα τιμωρήσουν τους προδότες.