Αστεγος ζει 13 χρόνια στον τάφο του φίλου του
Ανατριχίλα, αλλά και συναισθήματα συγκίνησης, έχει προκαλέσει η είδηση ότι ένας άστεγος Βραζιλιάνος εδώ και δεκατρία χρόνια ζει δίπλα στα λείψανα του νεκρού φίλου του. Ο 47χρονος Φάμπιο Μπεράλδο Ριγόλ εντοπίστηκε να μοιράζεται το χώρο του τάφου μαζί με ένα λείψανο, σε νεκροταφείο στη Σάντα Ιζαμπέλ του Σάο Πάολο. Ο Ριγόλ, πρώην υπάλληλος σε επιχείρηση που χρεοκόπησε, δηλώνει ότι εκδιώχθηκε από την οικογένειά του λόγω κατάχρησης ουσιών και επειδή δεν είχε πού αλλού να μείνει βρήκε καταφύγιο σε τάφο. Οπως λέει ο ίδιος επέλεξε μία μεγάλη κρύπτη για να κοιμάται, οι οποία διαθέτει έξι θαλάμους ταφής. Σε μία εξ αυτών είναι θαμμένος ο φίλος του για περισσότερα από δέκα χρόνια.
Κατά τη διάρκεια της ημέρας, περνά την ώρα του περιπλανόμενος στους δρόμους της πόλης, ζητιανεύοντας λίγο φαγητό, ενώ λέει ότι νιώθει μοναξιά στο νεκροταφείο, επειδή δεν υπάρχει κανείς για να μιλήσει μαζί του.
«Όταν βρέχει μένω μέσα. Δεν θέλω τίτποτα. Όταν χρειάζομαι κάποιον, πάντα υπάρχει κάποιος να μου δώσει. Ο Θεός δεν με αφήνει ποτέ να πεινάσω», συνεχίζει.
Ωστόσο όπως λέει ο κ. Ριγόλ, το προσωνύμιο του οποίου είναι «Popo» από εκεί θέλει να φύγει ζωντανός.
«Θέλω να έχω ένα σπίτι και να γυρίσω πίσω στη δουλειά αν μου δοθεί η ευκαιρία. Θα ήταν απαίσιο να πεθάνω και να είμαι νεκρός με τους νεκρούς», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ισχυρίζεται ότι δεν έχει δει πνεύματα και ότι δεν φοβάται να κοιμάται στο σκοτάδι με τα λείψανα.
«Δεν με φοβίζουν οι νεκροί. Περισσότερο φοβάμαι τους ζωντανούς», δηλώνει.
Γνωρίζει σαν την παλάμη του χεριού του το χώρο του νεκροταφείοου και συχνά περπατά ανάμεσα στους τάφους προσπαθώντας να δει αν αναγνωρίζει κάποιο από τα ονόματα των ενταφιασμένων. Εχει δει πολλές κηδείες, οι οποίες παραδέχεται ότι τον καταθλίβουν.
«Δεν θέλω να τους βλέπω έτσι. Προτιμώ να θυμάμαι τους ανθρώπους όπως ήταν χαρούμενοι και ευτυχείς», καταλήγει.
Κατά τη διάρκεια της ημέρας, περνά την ώρα του περιπλανόμενος στους δρόμους της πόλης, ζητιανεύοντας λίγο φαγητό, ενώ λέει ότι νιώθει μοναξιά στο νεκροταφείο, επειδή δεν υπάρχει κανείς για να μιλήσει μαζί του.
«Όταν βρέχει μένω μέσα. Δεν θέλω τίτποτα. Όταν χρειάζομαι κάποιον, πάντα υπάρχει κάποιος να μου δώσει. Ο Θεός δεν με αφήνει ποτέ να πεινάσω», συνεχίζει.
Ωστόσο όπως λέει ο κ. Ριγόλ, το προσωνύμιο του οποίου είναι «Popo» από εκεί θέλει να φύγει ζωντανός.
«Θέλω να έχω ένα σπίτι και να γυρίσω πίσω στη δουλειά αν μου δοθεί η ευκαιρία. Θα ήταν απαίσιο να πεθάνω και να είμαι νεκρός με τους νεκρούς», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ισχυρίζεται ότι δεν έχει δει πνεύματα και ότι δεν φοβάται να κοιμάται στο σκοτάδι με τα λείψανα.
«Δεν με φοβίζουν οι νεκροί. Περισσότερο φοβάμαι τους ζωντανούς», δηλώνει.
Γνωρίζει σαν την παλάμη του χεριού του το χώρο του νεκροταφείοου και συχνά περπατά ανάμεσα στους τάφους προσπαθώντας να δει αν αναγνωρίζει κάποιο από τα ονόματα των ενταφιασμένων. Εχει δει πολλές κηδείες, οι οποίες παραδέχεται ότι τον καταθλίβουν.
«Δεν θέλω να τους βλέπω έτσι. Προτιμώ να θυμάμαι τους ανθρώπους όπως ήταν χαρούμενοι και ευτυχείς», καταλήγει.