Η διαφορετική αντίληψη για τον χρόνο
Οσο πιο «φρέσκος» είναι κάποιος στη ζωή, τόσο περισσότερες πρωτόγνωρες πληροφορίες και ερεθίσματα δέχεται και τραβούν την προσοχή του, λένε οι επιστήμονες. Σχεδόν κάθε 30άρης θα σου πει ότι ο χρόνος περνάει όλο και πιο γρήγορα, και ορόσημα της εβδομάδας, όπως το βράδυ της Κυριακής, ή του έτους, όπως τα Χριστούγεννα, φαίνεται να φτάνουν ολοένα και πιο γρήγορα βδομάδα με τη βδομάδα ή χρόνο με το χρόνο. Γιατί o χρόνος λοιπόν φαίνεται να πατάει γκάζι όσο μεγαλώνουμε; Μια από τις πιο γνωστές προσεγγίσεις στηρίζεται καθαρά στα μαθηματικά. Οπως εξηγεί η Κλόντια Χάμοντ, συγγραφέας του βιβλίου «Time Warped» ή Χρόνος Παραμορφωμένος: «Στην ηλικία των 40 ετών, μια χρονιά αποτελεί το ένα τεσσαρακοστό της ζωής μας, ενώ στην ηλικία των οκτώ ετών, μια χρονιά καταλαμβάνει ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος της». Γνωστή ως θεωρία των αναλογιών, ο Γάλλος φιλόσοφος του 19ου αιώνα Πολ Ζανέ αναφέρεται σε αυτή λέγοντας: «Αναπολώντας τα οκτώ ή δέκα τελευταία χρόνια στο σχολείο, νομίζεις ότι διήρκεσαν έναν αιώνα, ενώ τα τελευταία οκτώ ή δέκα χρόνια της ζωής σου, φαίνεται να διήρκεσαν μία ώρα».
Είναι όμως μόνο αυτό που κάνει ένα καλοκαίρι της παιδικής μας ηλικίας να φαντάζει σαν μια ολόκληρη ζωή;
Μια εξήγηση αποδεκτή από μεγάλο κομμάτι των επιστημόνων που ασχολούνται με το ζήτημα της αντίληψης του χρόνου έρχεται από τον χώρο της ψυχολογίας. Τα παιδιά καλούνται να ανακαλύψουν τον κόσμο. Οσο πιο «φρέσκος» είναι κάποιος στη ζωή τόσο περισσότερες πρωτόγνωρες πληροφορίες και ερεθίσματα δέχεται και τραβούν την προσοχή του. Στριμώχνοντας λοιπόν πολλά ερεθίσματα σε έναν περιορισμένο χρόνο, δίνεται η αίσθηση ότι μία μέρα, μία εβδομάδα ή ένα καλοκαίρι διαρκούν πολύ περισσότερο από όσο στην πραγματικότητα, γιατί περισσότερες πληροφορίες αποθηκεύονται στη μνήμη μας.
Ενώ αυτό φαίνεται να έχει κάποια λογική βάση, τα επιστημονικά δεδομένα που θα μπορούσαν να επιβεβαιώσουν κάτι τέτοιο είναι ακόμα λίγα και αποσπασματικά. «Θυμάμαι το 2009, όταν διορθώναμε με κάποιους συναδέλφους ένα επιστημονικό άρθρο σχετικά με το πώς ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τον χρόνο. Καλέσαμε τότε 14 ερευνητές για να το συζητήσουμε και καταλήξαμε με δέκα διαφορετικές θεωρίες πάνω στο τραπέζι», λέει ο Μαρκ Βίτμαν, ερευνητής στο Ινστιτούτο Ψυχολογίας και Ψυχικής Υγείας IGPP, του Φράιμπουργκ της Γερμανίας, και ειδικός σε θέματα αντίληψης χρόνου.
Μια νέα έρευνα, που δημοσιεύτηκε τον προηγούμενο μήνα στο επιστημονικό περιοδικό «Animal Behaviour», φαίνεται να δίνει μια νέα διάσταση στο ζήτημα της αντίληψης του χρόνου βάζοντας στο παιχνίδι την επιστήμη της βιολογίας. Μήπως δεν είναι μόνο τα μαθηματικά και οι μνήμες μας, που κάνουν τα παιδικά μας χρόνια να φαντάζουν αιώνας; Μήπως από κατασκευής τους τα παιδιά έχουν διαφορετική αντίληψη του χρόνου;
«Η έμπνευση ήρθε σε έναν σταθμό τρένου, μια μέρα που πήγαινα στη δουλειά. Η προσοχή μου ήταν καρφωμένη πάνω σε δύο μικρά παιδιά που φάνταζαν στα μάτια μου σαν να ζουν σε έναν κόσμο ο οποίος εξελίσσεται με πιο γρήγορους ρυθμούς», λέει ο καθηγητής Ζωολογίας Αντριου Τζάκσον. Η σκέψη αυτή τον συνόδεψε σε ολόκληρη τη διαδρομή μέχρι το εργαστήριό του στο Τμήμα Ζωολογίας του Πανεπιστημίου Τρίνιτι, της Ιρλανδίας. Αν παιδιά και ενήλικοι βιώνουν τον χρόνο σε διαφορετικές ταχύτητες, τότε τι συμβαίνει μεταξύ των διαφορετικών ζωικών ειδών, αναρωτήθηκε ο Τζάκσον.
Δύο από τους διδακτορικούς του φοιτητές ανέλαβαν αμέσως να το διερευνήσουν. Οι Κέβιν Χίλι και Λουκ ΜακΝάλι συγκέντρωσαν, ανέλυσαν και συνέκριναν στοιχεία από έρευνες πάνω σε ζώα και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα μικρόσωμα ζώα, με γρήγορους ρυθμούς μεταβολισμού, αντιλαμβάνονταν τον χρόνο να κυλάει πιο αργά σε σύγκριση με μεγαλόσωμα ζώα με πιο αργούς ρυθμούς μεταβολισμού.
Το πείραμα
Πώς όμως «ρωτάς» ένα ζώο πώς αντιλαμβάνεται το πέρασμα του χρόνου; Το πείραμα περιλαμβάνει έναν φακό που αναβοσβήνει με όλο και πιο γρήγορο ρυθμό. Μέχρι ενός σημείου το μάτι μπορεί να διακρίνει ότι το φως είναι διακοπτόμενο, ενώ από μια ταχύτητα και πάνω το μάτι δεν βλέπει εναλλαγές του φωτός, αλλά συνεχές φως. Από έρευνες σε ανθρώπους, και συγκεκριμένα σε αθλητές, έχει παρατηρηθεί ότι αυτοί που μπορούν να διακρίνουν το άναψε-σβήσε του φωτός όταν ο ρυθμός εναλλαγής φωτός-σκότους είναι πολύ γρήγορος ανέφεραν ότι βλέπουν τις μπάλες να τους πλησιάζουν σε πιο αργή κίνηση, δηλαδή είχαν πιο «ξεχειλωμένη» αντίληψη του χρόνου.
Οταν οι Χίλι και ΜακΝάλι έκαναν το ίδιο πείραμα σε ζώα διαπίστωσαν ότι, για παράδειγμα, ένας σκίουρος μπορεί να διακρίνει πιο γρήγορες εναλλαγές φωτός σε σύγκριση με έναν σκύλο, κάτι που σύμφωνα με τους Ιρλανδούς ερευνητές συνεπάγεται ότι ο σκίουρος βλέπει τη ζωή σε πιο αργή κίνηση.
«Tα παιδιά έχουν πράγματι την ικανότητα να διακρίνουν πιο γρήγορες εναλλαγές φωτός-σκότους από τους ενήλικες και με αυτό τον τρόπο προσλαμβάνουν μεγαλύτερο όγκο οπτικών πληροφοριών», λέει ο Τζάκσον. «Παρότι τα παιδιά είναι πιο μικρόσωμα από τους ενηλίκους, είναι πιθανότερο η παραπάνω παρατήρηση να συνδέεται με τον υψηλότερο ρυθμό του μεταβολισμού των μικρών παιδιών, ο οποίος μειώνεται με την πάροδο των ετών», εξηγεί. Για να εξαχθεί όμως ένα ασφαλές συμπέρασμα σχετικά με το αν ο αυξημένος ρυθμός μεταβολισμού των παιδιών είναι αυτός που τα κάνει να βλέπουν τον κόσμο σε αργή κίνηση, θα χρειαστούν περισσότερες και στοχευμένες έρευνες.
Είναι όμως μόνο αυτό που κάνει ένα καλοκαίρι της παιδικής μας ηλικίας να φαντάζει σαν μια ολόκληρη ζωή;
Μια εξήγηση αποδεκτή από μεγάλο κομμάτι των επιστημόνων που ασχολούνται με το ζήτημα της αντίληψης του χρόνου έρχεται από τον χώρο της ψυχολογίας. Τα παιδιά καλούνται να ανακαλύψουν τον κόσμο. Οσο πιο «φρέσκος» είναι κάποιος στη ζωή τόσο περισσότερες πρωτόγνωρες πληροφορίες και ερεθίσματα δέχεται και τραβούν την προσοχή του. Στριμώχνοντας λοιπόν πολλά ερεθίσματα σε έναν περιορισμένο χρόνο, δίνεται η αίσθηση ότι μία μέρα, μία εβδομάδα ή ένα καλοκαίρι διαρκούν πολύ περισσότερο από όσο στην πραγματικότητα, γιατί περισσότερες πληροφορίες αποθηκεύονται στη μνήμη μας.
Ενώ αυτό φαίνεται να έχει κάποια λογική βάση, τα επιστημονικά δεδομένα που θα μπορούσαν να επιβεβαιώσουν κάτι τέτοιο είναι ακόμα λίγα και αποσπασματικά. «Θυμάμαι το 2009, όταν διορθώναμε με κάποιους συναδέλφους ένα επιστημονικό άρθρο σχετικά με το πώς ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τον χρόνο. Καλέσαμε τότε 14 ερευνητές για να το συζητήσουμε και καταλήξαμε με δέκα διαφορετικές θεωρίες πάνω στο τραπέζι», λέει ο Μαρκ Βίτμαν, ερευνητής στο Ινστιτούτο Ψυχολογίας και Ψυχικής Υγείας IGPP, του Φράιμπουργκ της Γερμανίας, και ειδικός σε θέματα αντίληψης χρόνου.
Μια νέα έρευνα, που δημοσιεύτηκε τον προηγούμενο μήνα στο επιστημονικό περιοδικό «Animal Behaviour», φαίνεται να δίνει μια νέα διάσταση στο ζήτημα της αντίληψης του χρόνου βάζοντας στο παιχνίδι την επιστήμη της βιολογίας. Μήπως δεν είναι μόνο τα μαθηματικά και οι μνήμες μας, που κάνουν τα παιδικά μας χρόνια να φαντάζουν αιώνας; Μήπως από κατασκευής τους τα παιδιά έχουν διαφορετική αντίληψη του χρόνου;
«Η έμπνευση ήρθε σε έναν σταθμό τρένου, μια μέρα που πήγαινα στη δουλειά. Η προσοχή μου ήταν καρφωμένη πάνω σε δύο μικρά παιδιά που φάνταζαν στα μάτια μου σαν να ζουν σε έναν κόσμο ο οποίος εξελίσσεται με πιο γρήγορους ρυθμούς», λέει ο καθηγητής Ζωολογίας Αντριου Τζάκσον. Η σκέψη αυτή τον συνόδεψε σε ολόκληρη τη διαδρομή μέχρι το εργαστήριό του στο Τμήμα Ζωολογίας του Πανεπιστημίου Τρίνιτι, της Ιρλανδίας. Αν παιδιά και ενήλικοι βιώνουν τον χρόνο σε διαφορετικές ταχύτητες, τότε τι συμβαίνει μεταξύ των διαφορετικών ζωικών ειδών, αναρωτήθηκε ο Τζάκσον.
Δύο από τους διδακτορικούς του φοιτητές ανέλαβαν αμέσως να το διερευνήσουν. Οι Κέβιν Χίλι και Λουκ ΜακΝάλι συγκέντρωσαν, ανέλυσαν και συνέκριναν στοιχεία από έρευνες πάνω σε ζώα και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα μικρόσωμα ζώα, με γρήγορους ρυθμούς μεταβολισμού, αντιλαμβάνονταν τον χρόνο να κυλάει πιο αργά σε σύγκριση με μεγαλόσωμα ζώα με πιο αργούς ρυθμούς μεταβολισμού.
Το πείραμα
Πώς όμως «ρωτάς» ένα ζώο πώς αντιλαμβάνεται το πέρασμα του χρόνου; Το πείραμα περιλαμβάνει έναν φακό που αναβοσβήνει με όλο και πιο γρήγορο ρυθμό. Μέχρι ενός σημείου το μάτι μπορεί να διακρίνει ότι το φως είναι διακοπτόμενο, ενώ από μια ταχύτητα και πάνω το μάτι δεν βλέπει εναλλαγές του φωτός, αλλά συνεχές φως. Από έρευνες σε ανθρώπους, και συγκεκριμένα σε αθλητές, έχει παρατηρηθεί ότι αυτοί που μπορούν να διακρίνουν το άναψε-σβήσε του φωτός όταν ο ρυθμός εναλλαγής φωτός-σκότους είναι πολύ γρήγορος ανέφεραν ότι βλέπουν τις μπάλες να τους πλησιάζουν σε πιο αργή κίνηση, δηλαδή είχαν πιο «ξεχειλωμένη» αντίληψη του χρόνου.
Οταν οι Χίλι και ΜακΝάλι έκαναν το ίδιο πείραμα σε ζώα διαπίστωσαν ότι, για παράδειγμα, ένας σκίουρος μπορεί να διακρίνει πιο γρήγορες εναλλαγές φωτός σε σύγκριση με έναν σκύλο, κάτι που σύμφωνα με τους Ιρλανδούς ερευνητές συνεπάγεται ότι ο σκίουρος βλέπει τη ζωή σε πιο αργή κίνηση.
«Tα παιδιά έχουν πράγματι την ικανότητα να διακρίνουν πιο γρήγορες εναλλαγές φωτός-σκότους από τους ενήλικες και με αυτό τον τρόπο προσλαμβάνουν μεγαλύτερο όγκο οπτικών πληροφοριών», λέει ο Τζάκσον. «Παρότι τα παιδιά είναι πιο μικρόσωμα από τους ενηλίκους, είναι πιθανότερο η παραπάνω παρατήρηση να συνδέεται με τον υψηλότερο ρυθμό του μεταβολισμού των μικρών παιδιών, ο οποίος μειώνεται με την πάροδο των ετών», εξηγεί. Για να εξαχθεί όμως ένα ασφαλές συμπέρασμα σχετικά με το αν ο αυξημένος ρυθμός μεταβολισμού των παιδιών είναι αυτός που τα κάνει να βλέπουν τον κόσμο σε αργή κίνηση, θα χρειαστούν περισσότερες και στοχευμένες έρευνες.