«Κυνήγι» ναυαγίων από δορυφόρους
«Νέφη» ιζημάτων στο νερό, τα οποία μπορούν να βοηθήσουν στον εντοπισμό τους, αφήνουν τα ναυάγια που λαμβάνουν χώρα κοντά σε ακτές, όπως διαπίστωσαν ερευνητές, ανοίγοντας τον δρόμο για αξιοποίηση δορυφόρων για εντοπισμούς βυθισμένων σκαφών.
Χρησιμοποιώντας δεδομένα από τον δορυφόρο NASA/USGS Landsat 8, οι ερευνητές εντόπισαν τέτοιου είδους αναταραχές που επεκτείνονταν περίπου σε απόσταση 4 χλμ. από τα σημεία των ναυαγίων. Όπως αναφέρει η NASA, η διαπίστωση αυτή επιδεικνύει για πρώτη φορά πώς δορυφόροι τέτοιου είδους μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον εντοπισμό «υγρών τάφων» σκαφών που έχουν βυθιστεί σχετικά κοντά σε ακτές.
Σχεδόν το 1/4 του συνόλου των ναυαγίων ενδέχεται να βρίσκονται στον βόρειο Ατλαντικό, σε πολύ μεγάλο βαθμό λόγω των ναυαγίων του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και των επιχειρήσεων των γερμανικών υποβρυχίων. Οι επιπτώσεις αυτών των ναυαγίων στο περιβάλλον είναι αρκετά σημαντικές ώστε το Συμβούλιο της Ευρώπης να έχει εισηγηθεί την καταγραφή και παρακολούθησή τους.
Αν και για τέτοιους σκοπούς μπορεί να χρησιμοποιηθεί lidar καθώς και μέθοδοι που έχουν να κάνουν με τη χρήση ήχου, πολύ συχνά τίθεται θέμα κόστους αλλά και δυνατοτήτων (πχ απαιτούνται καθαρά νερά). Ωστόσο, νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Journal of Archaeological Science από επιστήμονες του Βασιλικού Βελγικού Ινστιτούτου Φυσικών Επιστημών, του Ulster University στη Βόρεια Ιρλανδία και της αρμόδιας φλαμανδικής υδρογραφικής υπηρεσίας, αλλάζει τα δεδομένα, καθώς οι ερευνητές δείχνουν πως είναι δυνατή η χρήση ελεύθερα διαθέσιμων δορυφορικών δεδομένων από τους δορυφόρους Landsat για τον εντοπισμό ναυαγίων κοντά σε ακτές.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε περιοχή στα ανοικτά του Ζεεμπρούγκε στο Βέλγιο που είναι γεμάτη ναυάγια. Για τους σκοπούς της έγιναν αναζητήσεις πάνω σε τέσσερα γνωστά ναυάγια (SS Sansip, SS Samvurn, SS Nippon, SS Neutron) μέσω εικόνων από τον Landsat 8 και υπολογιστικών μοντέλων για τη δραστηριότητα των ρευμάτων.
Τα αποτελέσματα ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, και θεωρείται πως, μέσω της αναζήτησης τέτοιων «νεφών» ιζήματος θα είναι δυνατός και ο εντοπισμός άγνωστων ναυαγίων- ιδιαίτερα σημαντική δυνατότητα για τη θαλάσσια αρχαιολογία εν γένει.
Χρησιμοποιώντας δεδομένα από τον δορυφόρο NASA/USGS Landsat 8, οι ερευνητές εντόπισαν τέτοιου είδους αναταραχές που επεκτείνονταν περίπου σε απόσταση 4 χλμ. από τα σημεία των ναυαγίων. Όπως αναφέρει η NASA, η διαπίστωση αυτή επιδεικνύει για πρώτη φορά πώς δορυφόροι τέτοιου είδους μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον εντοπισμό «υγρών τάφων» σκαφών που έχουν βυθιστεί σχετικά κοντά σε ακτές.
Σχεδόν το 1/4 του συνόλου των ναυαγίων ενδέχεται να βρίσκονται στον βόρειο Ατλαντικό, σε πολύ μεγάλο βαθμό λόγω των ναυαγίων του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και των επιχειρήσεων των γερμανικών υποβρυχίων. Οι επιπτώσεις αυτών των ναυαγίων στο περιβάλλον είναι αρκετά σημαντικές ώστε το Συμβούλιο της Ευρώπης να έχει εισηγηθεί την καταγραφή και παρακολούθησή τους.
Αν και για τέτοιους σκοπούς μπορεί να χρησιμοποιηθεί lidar καθώς και μέθοδοι που έχουν να κάνουν με τη χρήση ήχου, πολύ συχνά τίθεται θέμα κόστους αλλά και δυνατοτήτων (πχ απαιτούνται καθαρά νερά). Ωστόσο, νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Journal of Archaeological Science από επιστήμονες του Βασιλικού Βελγικού Ινστιτούτου Φυσικών Επιστημών, του Ulster University στη Βόρεια Ιρλανδία και της αρμόδιας φλαμανδικής υδρογραφικής υπηρεσίας, αλλάζει τα δεδομένα, καθώς οι ερευνητές δείχνουν πως είναι δυνατή η χρήση ελεύθερα διαθέσιμων δορυφορικών δεδομένων από τους δορυφόρους Landsat για τον εντοπισμό ναυαγίων κοντά σε ακτές.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε περιοχή στα ανοικτά του Ζεεμπρούγκε στο Βέλγιο που είναι γεμάτη ναυάγια. Για τους σκοπούς της έγιναν αναζητήσεις πάνω σε τέσσερα γνωστά ναυάγια (SS Sansip, SS Samvurn, SS Nippon, SS Neutron) μέσω εικόνων από τον Landsat 8 και υπολογιστικών μοντέλων για τη δραστηριότητα των ρευμάτων.
Τα αποτελέσματα ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, και θεωρείται πως, μέσω της αναζήτησης τέτοιων «νεφών» ιζήματος θα είναι δυνατός και ο εντοπισμός άγνωστων ναυαγίων- ιδιαίτερα σημαντική δυνατότητα για τη θαλάσσια αρχαιολογία εν γένει.