20 χρόνια αποτυχίας: «Τα μεταλλαγμένα δεν έλυσαν τα προβλήματα ούτε της παγκόσμιας πείνας ούτε της χρήσης φυτοφαρμάκων»
Tα μεταλλαγμένα αυξάνουν τη χρήση χημικών φυτοφαρμάκων, δεν λύνουν το πρόβλημα της πείνας στον πλανήτη και δεν θεωρούνται ασφαλή από μεγάλο μέρος της επιστημονικής κοινότητας.
Αυτά είναι τα βασικότερα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει η νέα έκθεση της Greenpeace που δημοσιεύεται λίγες εβδομάδες μετά την άρνηση 19 ευρωπαϊκών χωρών, εκ των οποίων και η Ελλάδα, να καλλιεργήσουν μεταλλαγμένα στην επικράτειά τους.
Η Greenpeace τονίζει ότι είκοσι χρόνια μετά την πρώτη καλλιέργεια μεταλλαγμένων στις ΗΠΑ, η λύση απέναντι στα μεταλλαγμένα και στα υπόλοιπα προβλήματα που αντιμετωπίζει η βιομηχανική χημική γεωργία σήμερα είναι η άμεση στροφή σε βιώσιμη γεωργία που παράγει τροφή χωρίς να δηλητηριάζει τους φυσικούς πόρους και την υγεία ανθρώπων και περιβάλλοντος.
Η δημοσίευση της έκθεσης της Greenpeace με τίτλο «20 χρόνια αποτυχίας - γιατί τα μεταλλαγμένα απέτυχαν να πραγματοποιήσουν όσα υποσχέθηκαν» συμπίπτει με την άρνηση των 19 κρατών-μελών της ΕΕ οι οποίες αντιστοιχούν στα 2/3 του ευρωπαϊκού πληθυσμού και της αγροτικής γης της Ευρώπης. Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα το 85% των μεταλλαγμένων καλλιεργούνται μόνο σε τέσσερις χώρες της αμερικανικής ηπείρου (ΗΠΑ, Βραζιλία, Αργεντινή και Καναδάς) που αντιστοιχούν στο 3% της παγκόσμιας αγροτικής γης.«Σήμερα γνωρίζουμε καλά ότι τα μεταλλαγμένα όχι μόνο δεν λύνουν αυτά τα προβλήματα, αλλά αντιθέτως τα επιδεινώνουν. Με τη συντριπτική πλειοψηφία καταναλωτών και αγροτών να εξακολουθεί να μην θέλει μεταλλαγμένα, δεν υπάρχει καμία δικαιολογία που να επιτρέπει περαιτέρω καθυστέρηση στη στροφή της γεωργίας προς ένα μοντέλο περιβαλλοντικά και οικονομικά βιώσιμο», τονίζει η Έλενα Δανάλη, υπεύθυνη της εκστρατείας της Greenpeace για τη βιώσιμη γεωργία και συνεχίζει: «H Greenpeace καλωσορίζει την εξαίρεση της Ελλάδας από το νέο ευρωπαϊκό σύστημα αδειοδότησης καλλιέργειας μεταλλαγμένων καλαμποκιών. Μένει όμως να κάνει το πιο σημαντικό βήμα: να κάνει την εξαίρεση κανόνα με τη σύνταξη και υιοθέτηση νόμου, που θα απαγορεύει οριστικά και μόνιμα όλες τις καλλιέργειες μεταλλαγμένων στη χώρα».
Όπως έγινε γνωστό, η έκθεση της Greenpeace επανεξετάζει τις επιστημονικές αποδείξεις σχετικά με τους περιβαλλοντικούς κινδύνους των μεταλλαγμένων και καταλήγει σε τρία βασικά συμπεράσματα:
Τα μεταλλαγμένα αυξάνουν τη χρήση χημικών φυτοφαρμάκων: Οι ποικιλίες μεταλλαγμένων είτε παράγουν παρασιτοκτόνο είτε είναι ανθεκτικές σε κάποια είδη ζιζανιοκτόνων. Τα παράσιτα και τα ζιζάνια αναπτύσσουν αντίσταση στις τοξίνες, οπότε δημιουργούνται υπερπαράσιτα και υπερζιζάνια με αποτέλεσμα οι αγρότες να χρησιμοποιούν όλο και περισσότερα χημικά φυτοφάρμακα και ζιζανιοκτόνα.
Τα μεταλλαγμένα δεν μπορούν να καταπολεμήσουν το πρόβλημα της παγκόσμιας πείνας: Τα μεταλλαγμένα δεν λύνουν το πρόβλημα της πείνας στον πλανήτη, αντίθετα αποτελούν απειλή για την παγκόσμια διατροφική ασφάλεια, ενώ πλήττουν άμεσα το εισόδημα των αγροτών μικρής κλίμακας και δεν αυξάνουν τις σοδειές των παραγωγών.
Δεν υπάρχει επιστημονική συναίνεση για την ασφάλεια των μεταλλαγμένων: Παρά τις προσπάθειες της βιομηχανίας αγροχημικών να καθησυχάσει τους καταναλωτές ότι οι επιστήμονες συναινούν στην ασφάλεια των μεταλλαγμένων, περισσότεροι από 300 επιστήμονες έχουν διαφωνήσει με αυτόν τον ισχυρισμό.
Αυτά είναι τα βασικότερα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει η νέα έκθεση της Greenpeace που δημοσιεύεται λίγες εβδομάδες μετά την άρνηση 19 ευρωπαϊκών χωρών, εκ των οποίων και η Ελλάδα, να καλλιεργήσουν μεταλλαγμένα στην επικράτειά τους.
Η Greenpeace τονίζει ότι είκοσι χρόνια μετά την πρώτη καλλιέργεια μεταλλαγμένων στις ΗΠΑ, η λύση απέναντι στα μεταλλαγμένα και στα υπόλοιπα προβλήματα που αντιμετωπίζει η βιομηχανική χημική γεωργία σήμερα είναι η άμεση στροφή σε βιώσιμη γεωργία που παράγει τροφή χωρίς να δηλητηριάζει τους φυσικούς πόρους και την υγεία ανθρώπων και περιβάλλοντος.
Η δημοσίευση της έκθεσης της Greenpeace με τίτλο «20 χρόνια αποτυχίας - γιατί τα μεταλλαγμένα απέτυχαν να πραγματοποιήσουν όσα υποσχέθηκαν» συμπίπτει με την άρνηση των 19 κρατών-μελών της ΕΕ οι οποίες αντιστοιχούν στα 2/3 του ευρωπαϊκού πληθυσμού και της αγροτικής γης της Ευρώπης. Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα το 85% των μεταλλαγμένων καλλιεργούνται μόνο σε τέσσερις χώρες της αμερικανικής ηπείρου (ΗΠΑ, Βραζιλία, Αργεντινή και Καναδάς) που αντιστοιχούν στο 3% της παγκόσμιας αγροτικής γης.«Σήμερα γνωρίζουμε καλά ότι τα μεταλλαγμένα όχι μόνο δεν λύνουν αυτά τα προβλήματα, αλλά αντιθέτως τα επιδεινώνουν. Με τη συντριπτική πλειοψηφία καταναλωτών και αγροτών να εξακολουθεί να μην θέλει μεταλλαγμένα, δεν υπάρχει καμία δικαιολογία που να επιτρέπει περαιτέρω καθυστέρηση στη στροφή της γεωργίας προς ένα μοντέλο περιβαλλοντικά και οικονομικά βιώσιμο», τονίζει η Έλενα Δανάλη, υπεύθυνη της εκστρατείας της Greenpeace για τη βιώσιμη γεωργία και συνεχίζει: «H Greenpeace καλωσορίζει την εξαίρεση της Ελλάδας από το νέο ευρωπαϊκό σύστημα αδειοδότησης καλλιέργειας μεταλλαγμένων καλαμποκιών. Μένει όμως να κάνει το πιο σημαντικό βήμα: να κάνει την εξαίρεση κανόνα με τη σύνταξη και υιοθέτηση νόμου, που θα απαγορεύει οριστικά και μόνιμα όλες τις καλλιέργειες μεταλλαγμένων στη χώρα».
Όπως έγινε γνωστό, η έκθεση της Greenpeace επανεξετάζει τις επιστημονικές αποδείξεις σχετικά με τους περιβαλλοντικούς κινδύνους των μεταλλαγμένων και καταλήγει σε τρία βασικά συμπεράσματα:
Τα μεταλλαγμένα αυξάνουν τη χρήση χημικών φυτοφαρμάκων: Οι ποικιλίες μεταλλαγμένων είτε παράγουν παρασιτοκτόνο είτε είναι ανθεκτικές σε κάποια είδη ζιζανιοκτόνων. Τα παράσιτα και τα ζιζάνια αναπτύσσουν αντίσταση στις τοξίνες, οπότε δημιουργούνται υπερπαράσιτα και υπερζιζάνια με αποτέλεσμα οι αγρότες να χρησιμοποιούν όλο και περισσότερα χημικά φυτοφάρμακα και ζιζανιοκτόνα.
Τα μεταλλαγμένα δεν μπορούν να καταπολεμήσουν το πρόβλημα της παγκόσμιας πείνας: Τα μεταλλαγμένα δεν λύνουν το πρόβλημα της πείνας στον πλανήτη, αντίθετα αποτελούν απειλή για την παγκόσμια διατροφική ασφάλεια, ενώ πλήττουν άμεσα το εισόδημα των αγροτών μικρής κλίμακας και δεν αυξάνουν τις σοδειές των παραγωγών.
Δεν υπάρχει επιστημονική συναίνεση για την ασφάλεια των μεταλλαγμένων: Παρά τις προσπάθειες της βιομηχανίας αγροχημικών να καθησυχάσει τους καταναλωτές ότι οι επιστήμονες συναινούν στην ασφάλεια των μεταλλαγμένων, περισσότεροι από 300 επιστήμονες έχουν διαφωνήσει με αυτόν τον ισχυρισμό.