Η κατάρα της Βαβέλ
Τα γιγάντια κτίρια- ουρανοξύστες, αν και ήταν μεγάλα τεχνολογικά θαύματα, έφεραν (στη συνέχεια) καταστροφές. Από τις ΗΠΑ έως τη Μαλαισία ο κανόνας επιβεβαιώθηκε
Οι αρχιτέκτονες αναζητούσαν από την αρχαιότητα τον τρόπο να καταστήσουν τα μνημειακά κτίριά τους διόδους υπέρβασης των περιορισμών της ανθρώπινης φύσης, αλλά και επαφής με το Θείο, που αναζητούσαν στην κορυφή του Ολύμπου, στο ηλιακό φως, στο βασίλειο των ουρανών.
Όμως μόνο η τεχνολογία και τα δομικά υλικά του 20ού αιώνα επέτρεψαν στις κατασκευασμένες από τον άνθρωπο δομές να διεισδύσουν στους αιθέρες. Οι ουρανοξύστες οικοδομήθηκαν αρχής γενομένης από τα τέλη του 19ου αιώνα στο Σικάγο για να στεγάσουν και να επιδείξουν τη δύναμη του χρήματος του νέου κόσμου.
Και επεκτάθηκαν σε ολόκληρο τον πλανήτη ως σύμβολο δύναμης κάθε νέας οικονομίας που ξεπετάγεται με απληστία πολύ υψηλότερα από κάθε ανθρώπινη διάσταση. Ίσως αυτή η αλαζονική φύση των αρχιτεκτονημάτων που κρύβουν τον ήλιο να προσφέρει βάση στον θρύλο της «κατάρας των ουρανοξυστών».
Τη διατύπωσε στα τέλη της δεκαετίας του ’90 ένας από τους ανερχόμενους τότε γιάπηδες του επενδυτικού κόσμου, ο οποίος είχε παρατηρήσει ότι κάθε χρονική περίοδος έκρηξης της οικοδόμησης ουρανοξυστών στη σύγχρονη Ιστορία συνέπιπτε με το ξέσπασμα μιας οικονομικής κρίσης που αποσάθρωνε και από ένα θεμέλιο του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Τα παραδείγματα που αιτιολογούν την -εμπνευσμένη από τον αρχαίο θρύλο του Πύργου της Βαβέλ- σύγχρονη κατάρα δεν είναι λίγα. Το 1908 και το 1909 εγκαινιάστηκαν στη Νέα Υόρκη το Κτίριο Σίνγκερ και ο Πύργος της Metropolitan Life ακριβώς πάνω στο χρηματιστηριακό κραχ του «πανικού των τραπεζών» που οδήγησε σε κατάρρευση το τραπεζικό σύστημα των ΗΠΑ (έπειτα από αυτό αναγκάστηκαν να συγκροτήσουν την Κεντρική Τράπεζα Fed).
Το Empire State Building, το πετράδι του στέμματος στον ορίζοντα του Μανχάταν, άνοιξε τις πύλες του το 1931 εν μέσω κορύφωσης της ύφεσης του 1929-1930, με αποτέλεσμα ο ψηλότερος ουρανοξύστης του κόσμου τότε να μείνει για χρόνια ένα κενό κτίριο. Και ο πύργος του μεγιστάνα Ντόναλντ Τραμπ -ο υψηλότερος οικιστικός διεθνώς- στη Νέα Υόρκη εγκαινιάστηκε το 1998, λίγο προτού σκάσει η «φούσκα» της αγοράς των διαδικτυακών κολοσσών.
Οι πύργοι Petronas έδωσαν μεν στη Μαλαισία το ρεκόρ υψηλότερου κτιρίου το 1996, αλλά μόλις κάποιους μήνες μετά τα εγκαίνιά τους ξέσπασε η ασιατική κρίση των αγορών, που οδήγησε σε κατάρρευση τις ραγδαία αναπτυσσόμενες «τίγρεις».
Στο Ντουμπάι
Ακόμα και ο πύργος Burj Khalifa του Ντουμπάι, που με ύψος 828 μέτρα πήρε τη σκυτάλη του υψηλότερου ουρανοξύστη, ολοκληρώθηκε το 2010 στο ξέσπασμα της νέας παγκόσμιας κρίσης των αγορών και στην απαρχή πολυετούς ύφεσης.
Και ουδείς θέλει να γνωρίζει τι θα συμβεί όταν η Κίνα εγκαινιάσει φέτος το δεύτερο υψηλότερο κτίριο του κόσμου, τον Πύργο της Σανγκάης, ή όταν ολοκληρωθεί στη Σαουδική Αραβία ο Πύργος του Βασιλείου που θα διεκδικήσει την πρωτιά (θα είναι διπλάσιος σε ύψος από το νέο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου της Νέας Υόρκης)!
Παρά τους κακούς οιωνούς και την… κατάρα, ο διαγκωνισμός στους αιθέρες και ο ανταγωνισμός των υψηλότερων δεν έχει τέλος. Αντιθέτως, κλιμακώνεται… Ενώ στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης κατασκευάστηκαν μεταξύ 1895 και 2004 συνολικά 458 ουρανοξύστες άνω των 100 μέτρων, μόνο εντός του 2014 θεμελιώθηκαν στον πλανήτη πάνω από 100 κτίρια ύψους μεγαλύτερου των 200 μέτρων.
Το ύψος τους έχει σχέση με το ΑΕΠ
Για να ερμηνεύσουν την τάση και να εξορκίσουν ίσως την «κατάρα των ουρανοξυστών», μια ομάδα ερευνητών του πανεπιστημίου Ρούντγκερς επιχείρησε να εντοπίσει κάποια θετικού προσήμου διασύνδεση ανάμεσα στο μέγεθος των κτιρίων και στους κύκλους της οικονομίας.
Εστιάζοντας λοιπόν σε ΗΠΑ, Καναδά, Κίνα και Χονγκ Κογκ κατόρθωσαν να αποδείξουν ότι το ύψος των ουρανοξυστών είναι ανάλογο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ των χωρών αυτών, αντανακλώντας τα αυξανόμενα εισοδήματα, την ανάπτυξη και επομένως την ανάγκη για μεγαλύτερο χώρο στέγασης οικονομικών δραστηριοτήτων, όσο κι αν η σχέση κόστους κατασκευής και συντήρησης ανεβαίνει όσο ανεβαίνουν οι αριθμοί ορόφων.
Ισως θα ήταν πιο απλό να εστίαζαν για την ανάλυσή τους στο φενγκ σούι, το σύστημα της παραδοσιακής κινεζικής γεωμαντείας που ορίζει ότι η χωροθέτηση στο περιβάλλον και στον χώρο για τη διευκόλυνση των ροών θετικής ενέργειας και την κατάκτηση της αρμονίας ευνοεί την ανέγερση ψηλών κτιρίων που ενώνουν τη γη με τον αέρα, και το μέταλλο -στο οποίο στηρίζεται η κατασκευή των ουρανοξυστών- με τη φωτιά των συστημάτων φωτισμού τους που πυρπολούν τους νυχτερινούς ορίζοντες σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Οι αρχιτέκτονες αναζητούσαν από την αρχαιότητα τον τρόπο να καταστήσουν τα μνημειακά κτίριά τους διόδους υπέρβασης των περιορισμών της ανθρώπινης φύσης, αλλά και επαφής με το Θείο, που αναζητούσαν στην κορυφή του Ολύμπου, στο ηλιακό φως, στο βασίλειο των ουρανών.
Όμως μόνο η τεχνολογία και τα δομικά υλικά του 20ού αιώνα επέτρεψαν στις κατασκευασμένες από τον άνθρωπο δομές να διεισδύσουν στους αιθέρες. Οι ουρανοξύστες οικοδομήθηκαν αρχής γενομένης από τα τέλη του 19ου αιώνα στο Σικάγο για να στεγάσουν και να επιδείξουν τη δύναμη του χρήματος του νέου κόσμου.
Και επεκτάθηκαν σε ολόκληρο τον πλανήτη ως σύμβολο δύναμης κάθε νέας οικονομίας που ξεπετάγεται με απληστία πολύ υψηλότερα από κάθε ανθρώπινη διάσταση. Ίσως αυτή η αλαζονική φύση των αρχιτεκτονημάτων που κρύβουν τον ήλιο να προσφέρει βάση στον θρύλο της «κατάρας των ουρανοξυστών».
Τη διατύπωσε στα τέλη της δεκαετίας του ’90 ένας από τους ανερχόμενους τότε γιάπηδες του επενδυτικού κόσμου, ο οποίος είχε παρατηρήσει ότι κάθε χρονική περίοδος έκρηξης της οικοδόμησης ουρανοξυστών στη σύγχρονη Ιστορία συνέπιπτε με το ξέσπασμα μιας οικονομικής κρίσης που αποσάθρωνε και από ένα θεμέλιο του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Τα παραδείγματα που αιτιολογούν την -εμπνευσμένη από τον αρχαίο θρύλο του Πύργου της Βαβέλ- σύγχρονη κατάρα δεν είναι λίγα. Το 1908 και το 1909 εγκαινιάστηκαν στη Νέα Υόρκη το Κτίριο Σίνγκερ και ο Πύργος της Metropolitan Life ακριβώς πάνω στο χρηματιστηριακό κραχ του «πανικού των τραπεζών» που οδήγησε σε κατάρρευση το τραπεζικό σύστημα των ΗΠΑ (έπειτα από αυτό αναγκάστηκαν να συγκροτήσουν την Κεντρική Τράπεζα Fed).
Το Empire State Building, το πετράδι του στέμματος στον ορίζοντα του Μανχάταν, άνοιξε τις πύλες του το 1931 εν μέσω κορύφωσης της ύφεσης του 1929-1930, με αποτέλεσμα ο ψηλότερος ουρανοξύστης του κόσμου τότε να μείνει για χρόνια ένα κενό κτίριο. Και ο πύργος του μεγιστάνα Ντόναλντ Τραμπ -ο υψηλότερος οικιστικός διεθνώς- στη Νέα Υόρκη εγκαινιάστηκε το 1998, λίγο προτού σκάσει η «φούσκα» της αγοράς των διαδικτυακών κολοσσών.
Οι πύργοι Petronas έδωσαν μεν στη Μαλαισία το ρεκόρ υψηλότερου κτιρίου το 1996, αλλά μόλις κάποιους μήνες μετά τα εγκαίνιά τους ξέσπασε η ασιατική κρίση των αγορών, που οδήγησε σε κατάρρευση τις ραγδαία αναπτυσσόμενες «τίγρεις».
Στο Ντουμπάι
Ακόμα και ο πύργος Burj Khalifa του Ντουμπάι, που με ύψος 828 μέτρα πήρε τη σκυτάλη του υψηλότερου ουρανοξύστη, ολοκληρώθηκε το 2010 στο ξέσπασμα της νέας παγκόσμιας κρίσης των αγορών και στην απαρχή πολυετούς ύφεσης.
Και ουδείς θέλει να γνωρίζει τι θα συμβεί όταν η Κίνα εγκαινιάσει φέτος το δεύτερο υψηλότερο κτίριο του κόσμου, τον Πύργο της Σανγκάης, ή όταν ολοκληρωθεί στη Σαουδική Αραβία ο Πύργος του Βασιλείου που θα διεκδικήσει την πρωτιά (θα είναι διπλάσιος σε ύψος από το νέο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου της Νέας Υόρκης)!
Παρά τους κακούς οιωνούς και την… κατάρα, ο διαγκωνισμός στους αιθέρες και ο ανταγωνισμός των υψηλότερων δεν έχει τέλος. Αντιθέτως, κλιμακώνεται… Ενώ στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης κατασκευάστηκαν μεταξύ 1895 και 2004 συνολικά 458 ουρανοξύστες άνω των 100 μέτρων, μόνο εντός του 2014 θεμελιώθηκαν στον πλανήτη πάνω από 100 κτίρια ύψους μεγαλύτερου των 200 μέτρων.
Το ύψος τους έχει σχέση με το ΑΕΠ
Για να ερμηνεύσουν την τάση και να εξορκίσουν ίσως την «κατάρα των ουρανοξυστών», μια ομάδα ερευνητών του πανεπιστημίου Ρούντγκερς επιχείρησε να εντοπίσει κάποια θετικού προσήμου διασύνδεση ανάμεσα στο μέγεθος των κτιρίων και στους κύκλους της οικονομίας.
Εστιάζοντας λοιπόν σε ΗΠΑ, Καναδά, Κίνα και Χονγκ Κογκ κατόρθωσαν να αποδείξουν ότι το ύψος των ουρανοξυστών είναι ανάλογο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ των χωρών αυτών, αντανακλώντας τα αυξανόμενα εισοδήματα, την ανάπτυξη και επομένως την ανάγκη για μεγαλύτερο χώρο στέγασης οικονομικών δραστηριοτήτων, όσο κι αν η σχέση κόστους κατασκευής και συντήρησης ανεβαίνει όσο ανεβαίνουν οι αριθμοί ορόφων.
Ισως θα ήταν πιο απλό να εστίαζαν για την ανάλυσή τους στο φενγκ σούι, το σύστημα της παραδοσιακής κινεζικής γεωμαντείας που ορίζει ότι η χωροθέτηση στο περιβάλλον και στον χώρο για τη διευκόλυνση των ροών θετικής ενέργειας και την κατάκτηση της αρμονίας ευνοεί την ανέγερση ψηλών κτιρίων που ενώνουν τη γη με τον αέρα, και το μέταλλο -στο οποίο στηρίζεται η κατασκευή των ουρανοξυστών- με τη φωτιά των συστημάτων φωτισμού τους που πυρπολούν τους νυχτερινούς ορίζοντες σε ολόκληρο τον πλανήτη.