ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Loading...

To ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα και οι οικονομικές γενοκτονίες

Όταν ιδρύθηκαν οι διεθνείς οικονομικοί θεσμοί τον Ιούλιο του 1944, το ΔΝΤ θα προωθούσε τη νομισματική συνεργασία των λαών και θα θεράπευε τα χρηματοπιστωτικά προβλήματα της μεταπολεμικής εποχής, ως νέος κηδεμόνας των δημοσιοοικονομικών του πλανήτη.

Την ίδια στιγμή, η Παγκόσμια Τράπεζα θα ήταν υπεύθυνη για την ανάπτυξη και την ανοικοδόμηση των χωρών που είχαν πληγεί από τον πόλεμο, μετριάζοντας έτσι τις συνέπειες της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, ως το μεγαλύτερο απόθεμα αναπτυξιακής βοήθειας που είχε δει ποτέ ο κόσμος.

Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και Παγκόσμια Τράπεζα ανέλαβαν έτσι το έργο να αλλάξουν τις συναλλαγματικές ισοτιμίες και να εξισορροπήσουν τα ελλείμματα των χωρών, μέσω πολιτικών που θα επηρέαζαν τα εθνικά νομισματικά συστήματα. Κι έτσι η αποκλειστική ευθύνη για την επίλυση των μεγάλων προκλήσεων που αντιμετώπιζαν οι φτωχότερες χώρες ήταν πια υπόθεση των διεθνών θεσμών, οι οποίοι ανέλαβαν πρόθυμα τον ρόλο του διαμεσολαβητή των ευαίσθητων οικονομιών και του αρχιτέκτονα της νέας παγκόσμιας τάξης. Μιας τάξης που βασιζόταν πια στην οικονομική και κοινωνική επανόρθωση.

Κι έτσι, μέχρι και τη δεκαετία του 1970 τα χαμηλότοκα δάνεια χορηγούνταν σχεδόν χωρίς δεσμεύσεις, αν και η κατάσταση έμελλε να αλλάξει δραματικά στις αρχές της επόμενης δεκαετίας. Κι αυτό γιατί οι ΗΠΑ αποφάσισαν ξαφνικά να αυξήσουν δραστικά τα επιτόκια στην προσπάθειά τους να ανακόψουν τον πληθωρισμό.


ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα ακολούθησαν πιστά τον δρόμο που χάραξε ο μεγαλύτερος «μέτοχός» τους, η Αμερική, και η δεκαετία του 1980 θα βρει το Ταμείο σε νέες αρμοδιότητες: πλέον ο θεσμός παρείχε βοήθεια σε αναπτυσσόμενες χώρες βασιζόμενος αποκλειστικά σε οικονομικούς δείκτες, αδιαφορώντας ολωσδιόλου για τις κοινωνικές επιπτώσεις των παρεμβάσεών του. Για να λάβουν τη χείρα βοήθειας, οι κυβερνήσεις των χωρών έπρεπε τώρα να προσαρμόζουν τις πολιτικές τους στις νόρμες του ΔΝΤ επιφέροντας τις ραγδαίες κοινωνικο-οικονομικές μεταρρυθμίσεις που αποφάσιζαν τα μεγάλα κεφάλια του οργανισμού ερήμην των χωρών που δέχονταν τα πακέτα στήριξης.

Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Το 1980, το συνολικό χρέος των αναπτυσσόμενων χωρών αντιπροσώπευε ένα ποσό της τάξης των 567 δισ. δολαρίων. Μεταξύ 1980-1992, οι εν λόγω χώρες πλήρωσαν πίσω 1,666 τρισ. δολάρια(!), αν και αυτό δεν ήταν όλο: εξαιτίας των υψηλότερων επιτοκίων, το συνολικό χρέος είχε εκτοξευτεί τώρα (1992) στα 1,419 τρισ. δολάρια, παρά τις αποπληρωμές! Ήταν ξεκάθαρο ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με τις παρεμβατικές πολιτικές του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, καθώς τώρα τα υπέρογκα επιτόκια υποχρέωναν τις δανειζόμενες χώρες να προβαίνουν σε εκ νέου δανεισμό για να αποφεύγουν τη χρεοκοπία. Ήταν ένας φαύλος κύκλος που αύξανε το χρέος αλλά και την εξάρτηση των ευαίσθητων οικονομιών από τους μηχανισμούς στήριξης.


Πλέον, ως άμεση απόρροια των μέτρων του ΔΝΤ, το χρέος του Τρίτου Κόσμου αποστραγγίζει τα ταμεία των αναπτυσσόμενων χωρών από 160 δισ. δολάρια τον χρόνο, δυόμιση φορές δηλαδή το ποσό της συνολικής αναπτυξιακής βοήθειας που τα κράτη αυτά λαμβάνουν! Το πράγμα έγινε πασιφανές: από τη δεκαετία του 1980, οι δόσεις για την αποπληρωμή των δανείων ήταν τώρα ο νέος αποτελεσματικός μηχανισμός για την ανακατανομή του πλούτου, τη μεταφορά δηλαδή του χρήματος από τον υποανάπτυκτο Νότο στον στιβαρό δυτικό Βορρά.

Ας δούμε όμως αναλυτικότερα τους σκιώδεις μηχανισμούς της παρεμβατικής πολιτικής ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας, τα γρανάζια ενός συστήματος δηλαδή που στραγγαλίζει τις ευάλωτες οικονομίες ωθώντας πολλούς αναλυτές να κάνουν λόγο για χρηματοπιστωτικές γενοκτονίες…

Οι αρνητικές επιπτώσεις της μεσολάβησης ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας


Κατά πρώτο, είναι ξεκάθαρο ότι η παγκόσμια κρίση που αντιμετωπίζει για άλλη μια φορά ο αναπτυγμένος κόσμος (και δεν μπόρεσε να προβλέψει ή να αποτρέψει ο μηχανισμός του ΔΝΤ) είναι σαφώς πιο περίπλοκη και ακανθώδης από τα παγκόσμια προβλήματα που είχαν οι χαροκαμένες πολιτείες στην πρώτη μεταπολεμική εποχή. Η απόπειρα του Ταμείου και της Τράπεζας να επιλύσουν τα σύγχρονα αυτά χρηματοπιστωτικά γεγονότα ήταν να «παγώσουν» τις οικονομίες, σταθεροποιώντας δηλαδή τους δείκτες της παγκόσμιας οικονομίας μέσω της τοκο-εισπρακτικής διαδικασίας.

Με λίγα λόγια, αντί να συνδράμει στην ανοικοδόμηση των ευαίσθητων οικονομιών, το ΔΝΤ αυξάνει τα επίπεδα του χρέους των χωρών που πλήττονται από τους κερδοσκοπικούς μηχανισμούς, με τα υπέρογκα πια πιστωτικά ποσά να στραγγαλίζουν την παραγωγική διαδικασία στο εσωτερικό των κρατών, κάνοντας τον επιχειρηματικό κόσμο να πτωχεύει και το εργασιακό δυναμικό να μένει άνεργο. Είναι το δυσβάσταχτο επίπεδο των δόσεων για την αποπληρωμή του χρέους των οφειλετών που ξεπαστρεύει προοδευτικά κάθε υγιή παραγωγική δραστηριότητα.

Φαίνεται λοιπόν πως οι διεθνείς οικονομικοί θεσμοί ρίχνουν περισσότερο λάδι στη φωτιά που σιγοκαίει, καθώς όπου μα όπου έχουν παρέμβει οι πολιτικές τους ακολουθούν τα ίδια πατήματα, παρά το γεγονός ότι δεν έχουν σταθεροποιήσει πουθενά την κατάσταση, εκτός κι αν σταθεροποίηση αποκαλούμε τον πλήρη στραγγαλισμό της παραγωγικής δραστηριότητας και τον μηδενισμό των δεικτών! Κι έτσι αντί να θεραπεύσουν το πρόβλημα και να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη των τρωτών αυτών οικονομιών, τα μέτρα του ΔΝΤ έχουν το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα: αποσάθρωση των κρατικών θεσμών, κατάργηση των προστατευτικών οικονομικών φραγμών και ηθελημένη οικονομική εξαθλίωση μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων μέσω εξαντλητικών φοροεισπρακτικών πολιτικών. 


Κι εδώ κρύβεται ίσως το πλέον τρωτό τμήμα της οικονομικής πολιτικής του ΔΝΤ, αυτό που το αφήνει έκθετο στην κριτική: η παραγωγή φτώχειας δηλαδή και η αύξηση των δεικτών ανεργίας. Οι μεταρρυθμίσεις που προωθεί ο οργανισμός επηρεάζουν την αγορά εργασίας μέσω της διαβόητης «ρύθμισης του κόστους ανεργίας», τον δραστικό περιορισμό δηλαδή του συνολικού κόστους της αγοράς εργασίας. Κι έτσι υπονομεύεται ανοιχτά η ανάπτυξη της τοπικής καταναλωτικής βιομηχανίας, καθώς καταστρέφονται τα ίδια τα θεμέλια της αγοράς μέσω στριφνών «αναπτυξιακών» πολιτικών που πνίγουν κάθε ιδιωτική πρωτοβουλία.

Το εξαγόμενο το γνωρίζουμε πια καλά: σάρωμα του επιχειρηματικού κόσμου, κύμα πτωχεύσεων και εκτίναξη των δεικτών ανεργίας. Και τότε έρχονται οι ξένοι σωτήρες, οι πολυεθνικοί κολοσσοί, για να ολοκληρώσουν τη ζοφερή εικόνα των μεταρρυθμίσεων του ΔΝΤ, την ίδια ώρα που οι ακόμα πιο ευάλωτες τώρα εθνικές οικονομίες μένουν ακόμα πιο παραδομένες στις κερδοσκοπικές προθέσεις των επιτήδειων.

Φαίνεται πως η συρρίκνωση των τοπικών οικονομιών μόνο τυχαίο «υποπροϊόν» της παρέμβασης του Ταμείου δεν είναι, καθώς ο στραγγαλισμός της αγροτικής αυτάρκειας και η στροφή της οικονομίας σε εξαγωγικά μονοπάτια αποτελεί παγκόσμια σταθερά στη λίστα των διαρθρωτικών μέτρων που επιβάλει το ΔΝΤ. 


Κανείς δεν ισχυρίζεται φυσικά πως όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η παγκόσμια οικονομία, είτε μιλάμε για τις προκλήσεις των αναπτυγμένων χωρών είτε για τις απόπειρες ανάπτυξης των αναπτυσσόμενων οικονομιών, πυροδοτούνται από τις πολιτικές που ακολουθούν οι διεθνείς δομές που ξεπήδησαν από το Bretton Woods το 1944. Η οικονομική δυσπραγία και αληθινή είναι και περίπλοκη στην εξέλιξή της και πολλές χώρες τίθενται αντιμέτωπες με τα νέα δεδομένα αποτυγχάνοντας να προσαρμοστούν στις επιταγές του νέου παγκοσμιοποιημένου κόσμου μας.

Είναι ωστόσο εξίσου αληθές ότι ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα επιδεινώνουν τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα κλιμακώνοντας (αν όχι μεθοδεύοντας ενεργά) τις παρενέργειές τους, πριν πυροδοτήσουν μια σειρά ακόμα από μέτρα που λειτουργούν προς την κατεύθυνση της όξυνσης των αντιθέσεων και της μεταφοράς του πλούτου από τον φτωχό Νότο στον πλούσιο Βορρά. Κι έτσι δεν είναι λίγοι οι επικριτές που βλέπουν πίσω από τη δράση του ΔΝΤ έναν νέο αποικιοκρατικό μηχανισμό, που λειτουργεί στα ίδια μάλιστα πλαίσια της ασύστολης καταδυνάστευσης.

Είναι όμως και το άλλο: ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα έχουν καταφέρει να προκαλέσουν περισσότερη καταστροφή παρά ανοικοδόμηση σε πολλούς ακόμα τομείς, από τους οποίους ξεχωρίζει η κρατική διαφθορά, ο άμεσος στόχος πολλών παρεμβατικών πολιτικών. Όχι μόνο δεν πατάσσεται η αυθαιρεσία και η διαφθορά, αλλά μέσα στο νέο ασφυκτικό πλαίσιο της λιτότητας φαίνεται αντιθέτως να ευνοείται και να ανθεί, υπονομεύοντας κάθε κυβερνητική πολιτική που κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση.

Τα Προγράμματα Διαρθρωτικής Πολιτικής (SAPs) και τα έργα τους


Τα διαβόητα SAPs είναι πακέτα μέτρων που προωθούνται από ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα σε χώρες που πλήττονται από κρίση για να αντιστρέψουν το χρηματοπιστωτικό κλίμα και να επιφέρουν σταθερότητα και γιατί όχι ανάπτυξη. Τι περιλαμβάνουν; Υποτίμηση του νομίσματος, δραστικές φορολογικές μεταρρυθμίσεις, κατάργηση δασμών, απελευθέρωση τιμών και άλλες νεοφιλελεύθερες πολιτικές.

Ιστορικά βέβαια, καθώς πλέον είμαστε σε θέση να αποτιμούμε τη δράση του ΔΝΤ στη βάση του ιστορικού ορίζοντα, η εφαρμογή των Προγραμμάτων Διαρθρωτικής Πολιτικής έχουν εντελώς αντίθετες συνέπειες: αποσταθεροποίηση των εθνικών νομισμάτων και περαιτέρω απορρύθμιση της αγοράς, κάτι που συνεπάγεται απαρέγκλιτα την υποβάθμιση των οικονομιών. 


Εκπαιδευτικές δομές κλείνουν, τα δημόσια συστήματα υγείας μαστίζονται και ξεσπούν ακόμα και λιμοί (στις αναπτυσσόμενες χώρες) ως αποτέλεσμα της ύποπτης δράσης του ΔΝΤ. Κι αν στην ιδρυτική πράξη της Παγκόσμιας Τράπεζας ο στόχος της ήταν η μείωση της παγκόσμιας φτώχειας και η προστασία του περιβάλλοντος, οι πολιτικές που προωθεί έχουν οδηγήσει στην πρωτοφανή αποψίλωση των δασών και την πρωτόγνωρη εξάντληση των φυσικών πηγών, καθώς οι χώρες που δέχονται τη βοήθειά της πρέπει πάση θυσία να παράγουν πολύ για να εξάγουν και να μπορούν έτσι να αποπληρώνουν τις δόσεις.

Είναι ακριβώς η αμφιβόλου στόχου δράση των Προγραμμάτων Διαρθρωτικής Πολιτικής που έχουν κάνει τους επικριτές να μιλούν για οικονομικές γενοκτονίες, μαζικές ξεθεμελιώσεις τοπικών οικονομιών δηλαδή μέσω μεταρρυθμίσεων που δεν είναι καθόλου προφανές ποιον ωφελούν. Η παραγωγή ανισοτήτων από την κατάφωρη χειραγώγηση της παγκόσμιας οικονομίας από ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα μόνο συμπτωματική δεν μπορεί να είναι…

Παραδείγματα εφαρμογής SAPs: Η περίπτωση της Σομαλίας


Οι προαναφερθείσες αρνητικές συνέπειες που προκαλούνται από τις διεθνείς δομές που ξεπήδησαν από το συνέδριο του Bretton Woods κάνουν ορατό το γιατί αντιστέκονται σθεναρά στον παρεμβατισμό τους τόσες και τόσες χώρες, σε όποιο τμήμα του δίπολου ανάπτυξης κι αν αυτές ανήκουν. Θα πάρουμε ως υπόδειγμα το μοντέλο ανάπτυξης που ακολουθήθηκε στη Σομαλία, την κτηνοτροφική οικονομία δηλαδή που βασιζόταν στην ανταλλακτική δραστηριότητα μεταξύ νομάδων βοσκών και γεωργών. Η παρέμβαση ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας στη δεκαετία του 1980 δημιούργησε μια ανείπωτη αγροτική κρίση στο εσωτερικό της χώρας, μέσω της εγκαθίδρυσης επιζήμιων οικονομικών μέτρων που έφεραν τη δυσπιστία στις συναλλαγές μεταξύ κτηνοτροφικού και αγροτικού κόσμου.

Το Πρόγραμμα Διαρθρωτικής Πολιτικής που επέβαλε το ΔΝΤ ανάγκασε τη χώρα να αλλάξει την αγροτική πολιτική της βασιζόμενη σταδιακά στην εισαγωγή σιτηρών από πολυεθνικούς κολοσσούς, ένα γνώριμο μοντέλο που έχει ακολουθηθεί ευρέως στις χώρες του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου. Καθώς λοιπόν το φτηνότερα ξένα σιτηρά των επιδοτούμενων πολυεθνικών κατέκλυσαν τη σομαλική αγορά, η ντόπια παραγωγή στραγγαλίστηκε ολοσχερώς και πλέον η εξάρτηση της χώρας από το ξένο κεφάλαιο ήταν απόλυτη. Οι αγρότες βουτήχτηκαν σε ακόμα μεγαλύτερη ανέχεια, με τον αντίκτυπο των SAPs στη Σομαλία να παραμένει μνημειώδης σε όρους καταστροφής: κατάρρευση των δημόσιων δομών, γκρέμισμα της αγοράς και νέα επίπεδα φτώχειας σε μια αγροτική οικονομία που δεν μπορούσε πλέον να διαθέσει τα προϊόντα της. 


Όσο για τις αλυσιδωτές αντιδράσεις, υπήρξαν εξίσου παροιμιώδεις: η αποσάθρωση του αγροτικού τομέα επηρέασε και την κτηνοτροφία, καθώς η πληθώρα των ζώων έμενε πια αδιάθετη, αφού οι κτηνοτρόφοι δεν είχαν πια με τι να ανταλλάξουν τα προϊόντα τους. Η ολοκληρωτική αποσύνθεση της αγοράς επέφερε τον όλεθρο στην τοπική οικονομία, καθώς ούτε εξαγωγές (το Άγιο Δισκοπότηρο της πολιτικής του ΔΝΤ) γίνονταν πια ούτε η κεντρική κυβέρνηση διέθετε πόρους για να υποστηρίξει τις κρατικές δομές. Η παρέμβαση του ΔΝΤ στη Σομαλία μέτρησε άλλη μια κατακλυσμιαία αποτυχία, εισάγοντας πρωτόγνωρα επίπεδα φτώχειας σε μια ήδη εξαθλιωμένη κοινωνία…

Το παράδειγμα της Ινδονησίας


Ήταν το 1997 όταν βλήθηκε η Ινδονησία από την κρίση της Ανατολικής Ασίας, με τα χρόνια που μας χωρίζουν από τις πρακτικές του ΔΝΤ να παρέχουν επαρκές ιστορικό έδαφος για παραγωγή αξιολογικών κρίσεων. ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα παρενέβησαν για να αποφορτίσουν την κατάσταση με σωρεία Προγραμμάτων Διαρθρωτικής Πολιτικής, αν και σύντομα έγινε σαφές ότι οι πολιτικές των διεθνών θεσμών όχι μόνο δεν εκτόνωσαν την κρίση, αλλά εισήγαγαν και μια νέα σειρά από ανεπιθύμητες δράσεις. Η ασιατική κρίση που μάστισε Μαλαισία, Φιλιππίνες και Ινδονησία τον Ιούλιο του 1997 θα θεραπευόταν από τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις του Ταμείου, αν και στο τέλος το σκηνικό θύμιζε ολοκληρωτική καταστροφή: μεγάλοι παίκτες της αγοράς πτώχευσαν, ο δημόσιος τομέας φαλίρισε και η παραγωγική δραστηριότητα πάγωσε στο εσωτερικό της Ινδονησίας.

 
Η εξαγορά του ιδιωτικού χρέους του τραπεζικού τομέα από το Δημόσιο, έτσι όπως αυτή επιβλήθηκε ευθέως από το ΔΝΤ, επέφερε μια τρομακτική αύξηση στο κρατικό χρέος και προκάλεσε τη ραγδαία παρακμή του δημόσιου τομέα, μαστίζοντας την κοινωνία με τρόπο πρωτοφανή: κατακρήμνιση του κράτους πρόνοιας αλλά και της αγοράς, αφήνοντας τη χώρα να μην μπορεί να συντηρήσει τις δομές της. Άλλο ένα εξαίσια τρομακτικό παράδειγμα του ρυθμιστικού παρεμβατισμού του ΔΝΤ, που επιφέρει καταστροφή στις χώρες που υποτίθεται ότι βοηθά να ορθοποδήσουν…

Τελικά…


Σήμερα είναι πια αρκετά πασιφανής ο ρόλος των δομών που ξεπήδησαν από το Bretton Woods στη διαχείριση των παγκόσμιων κρίσεων. Κι αν ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα ιδρύθηκαν για να φέρουν την ανάπτυξη και την ειρήνη στον πλανήτη, οι εμφατικές αυτές διακηρύξεις καταστρατηγήθηκαν εμφανώς στην πορεία, λειτουργώντας πια ως Δούρειος Ίππος των ισχυρών στην περαιτέρω εξαθλίωση των αδύναμων. Οι πολιτικές τους κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό αφήνοντας πολλούς να αναρωτιούνται τόσο για την ασύδοτη δράση τους όσο και για το απροκάλυπτα οφθαλμοφανές του πράγματος. Τα θύματα ωστόσο της οικονομικής γενοκτονίας που επιφέρουν ευθέως ή εμμέσως οι πολιτικές ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας δεν είναι παρά μια μικρή υποσημείωση στον αγώνα της οικονομικής ελίτ για περαιτέρω πλούτο.