Ξενόφερτα είδη ξεπαστρεύουν τα θηλαστικά της Αυστραλίας
Οι γάτες και οι αλεπούδες που έφεραν μαζί τους οι ευρωπαίοι κατακτητές οδήγησαν στην εξαφάνιση το ένα δέκατο των χερσαίων θηλαστικών της Αυστραλίας, μια απώλεια που οι επιστήμονες χαρακτηρίζουν πρωτοφανή.
Καμία άλλη χώρα ή ήπειρος δεν υπέστη τόσο μεγάλες απώλειες ειδών στους δύο αιώνες που έχουν περάσει από την κατάκτηση της Αυστραλίας, τονίζουν οι ερευνητές του αυστραλιανού Πανεπιστημίου «Κάρολος Δαρβίνος».
Από την άφιξη των ευρωπαίων αποίκων το 1788, η Αυστραλία έχει χάσει πάνω από το 10% των 273 ενδημικών χερσαίων θηλαστικών της, γράφει η ομάδα στην επιθεώρηση PNAS. «Συγκριτικά, μόνο ένα χερσαίο θηλαστικό της ηπειρωτικής Βορείου Αμερικής εξαφανίστηκε μετά την άφιξη των ευρωπαίων αποίκων» επισημαίνουν.
Η απώλεια αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν σκεφτεί κανείς ότι τα οικοσυστήματα της Αυστραλίας εξελίχθηκαν σε απομόνωση για δεκάδες εκατομμύρια χρόνια. Ως αποτέλεσμα, η ήπειρος φιλοξενεί μοναδικά μαρσιποφόρα όπως τα καγκουρό, και το 83% των θηλαστικών της δεν απαντάται πουθενά αλλού στον κόσμο.
Το μοναδικό μεγάλο σαρκοφάγο της Ωκεανίας, ο θυλακίνος ή «λύκος της Τασμανίας», εξαφανίστηκε από ολόκληρη την Ωκεανία το 1936.
Πάντως, σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, στις οποίες οι εξαφανίσεις ειδών καταγράφονται κοντά σε περιοχές με ανθρώπινη δραστηριότητα και σχετίζονται με την απώλεια ενδιαιτημάτων, οι περισσότερες απώλειες στην Αυστραλία αφορούν απομονωμένες περιοχές όπως η τροπική σαβάνα και η έρημος.
Η «ρίζα» του προβλήματος
Αιτία είναι τα ξενόφερτα είδη, κυρίως η γάτα και η ευρωπαϊκή κόκκινη αλεπού, είδη που εξαπλώθηκαν ανενόχλητα σε ένα οικοσύστημα που δεν περιλαμβάνει άλλα σαρκοφάγα.
Ένα δεύτερο αίτιο είναι οι ελεγχόμενες πυρκαγιές για τη διαχείριση δασικών και καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Πολλά από τα ξερικά συστήματα της Αυστραλίας βασίζονται στις φυσικές πυρκαγιές για την ανανέωσή τους, ωστόσο ο άνθρωπος άλλαξε τα μοτίβα των πυρκαγιών και επιτάχυνε έτσι την απώλεια ειδών.
Τη λύση θα μπορούσαν να δώσουν οι αλλαγές στα πρωτόκολλα ελεγχόμενων πυρκαγιών και οι προσπάθειες εξόντωσης των ξενόφερτων εχθρών.
Οι ερευνητές, ωστόσο, ανησυχούν ότι ο ρυθμός εξαφάνισης ειδών δεν θα μειωθεί σύντομα.
Καμία άλλη χώρα ή ήπειρος δεν υπέστη τόσο μεγάλες απώλειες ειδών στους δύο αιώνες που έχουν περάσει από την κατάκτηση της Αυστραλίας, τονίζουν οι ερευνητές του αυστραλιανού Πανεπιστημίου «Κάρολος Δαρβίνος».
Από την άφιξη των ευρωπαίων αποίκων το 1788, η Αυστραλία έχει χάσει πάνω από το 10% των 273 ενδημικών χερσαίων θηλαστικών της, γράφει η ομάδα στην επιθεώρηση PNAS. «Συγκριτικά, μόνο ένα χερσαίο θηλαστικό της ηπειρωτικής Βορείου Αμερικής εξαφανίστηκε μετά την άφιξη των ευρωπαίων αποίκων» επισημαίνουν.
Η απώλεια αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν σκεφτεί κανείς ότι τα οικοσυστήματα της Αυστραλίας εξελίχθηκαν σε απομόνωση για δεκάδες εκατομμύρια χρόνια. Ως αποτέλεσμα, η ήπειρος φιλοξενεί μοναδικά μαρσιποφόρα όπως τα καγκουρό, και το 83% των θηλαστικών της δεν απαντάται πουθενά αλλού στον κόσμο.
Το μοναδικό μεγάλο σαρκοφάγο της Ωκεανίας, ο θυλακίνος ή «λύκος της Τασμανίας», εξαφανίστηκε από ολόκληρη την Ωκεανία το 1936.
Πάντως, σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, στις οποίες οι εξαφανίσεις ειδών καταγράφονται κοντά σε περιοχές με ανθρώπινη δραστηριότητα και σχετίζονται με την απώλεια ενδιαιτημάτων, οι περισσότερες απώλειες στην Αυστραλία αφορούν απομονωμένες περιοχές όπως η τροπική σαβάνα και η έρημος.
Η «ρίζα» του προβλήματος
Αιτία είναι τα ξενόφερτα είδη, κυρίως η γάτα και η ευρωπαϊκή κόκκινη αλεπού, είδη που εξαπλώθηκαν ανενόχλητα σε ένα οικοσύστημα που δεν περιλαμβάνει άλλα σαρκοφάγα.
Ένα δεύτερο αίτιο είναι οι ελεγχόμενες πυρκαγιές για τη διαχείριση δασικών και καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Πολλά από τα ξερικά συστήματα της Αυστραλίας βασίζονται στις φυσικές πυρκαγιές για την ανανέωσή τους, ωστόσο ο άνθρωπος άλλαξε τα μοτίβα των πυρκαγιών και επιτάχυνε έτσι την απώλεια ειδών.
Τη λύση θα μπορούσαν να δώσουν οι αλλαγές στα πρωτόκολλα ελεγχόμενων πυρκαγιών και οι προσπάθειες εξόντωσης των ξενόφερτων εχθρών.
Οι ερευνητές, ωστόσο, ανησυχούν ότι ο ρυθμός εξαφάνισης ειδών δεν θα μειωθεί σύντομα.