Στους παγωμένους τροπικούς του Άρη «ένα μπουφανάκι αρκεί»
Το κρύο του Άρη τελικά δεν είναι τόσο τσουχτερό όσο θα περίμενε κανείς: ένα καλοκαιρινό απόγευμα στον ισημερινό του πλανήτη, με θερμοκρασία που δεν ξεπερνά τους -20 βαθμούς Κελσίου, περιέργως θα έδινε την αίσθηση ενός χειμωνιάτικου απογεύματος στην Αγγλία, αποκαλύπτουν νέοι υπολογισμοί.
Μετεωρολγική παραπλάνηση
Όπως επισημαίνει στη μελέτη του ο καναδός φυσικός περιβάλλοντος Ράνταλ Οζέφσκι, οι ενδείξεις του θερμομέτρου στον Άρη θα ήταν εντελώς παραπλανητικές για τους γήινους. Ο βασικός λόγος είναι ότι η ατμόσφαιρα του κόκκινου πλανήτη είναι 100 φορές πιο αραιή και περιορίζει την απώλεια θερμότητας από το σώμα λόγω του ανέμου.
Είναι βέβαια σαφές ότι ο Άρης είναι κρύος, αφού η μέση θερμοκρασία του δεν ξεπερνά τους -63 βαθμούς Κελσίου, συγκριτικά με 14 βαθμούς στη φιλόξενη Γη. Ακόμα και στους τροπικούς, η θερμοκρασία μπορεί να πέσει τη νύχτα στους -90 βαθμούς, ενώ ακόμα και στην καλοκαιρινή λιακάδα το θερμόμετρο δεν ξεπερνά τους +35 βαθμούς.
Όπως αναφέρει ο Δρ Οζέφσκι στην επιθεώρηση «Bulletin of the American Meteorological Society», οι μετρήσεις του θερμομέτρου θα ήταν παραπλανητικές επειδή η ατμοσφαιρική πίεση στην επιφάνεια του Άρη είναι μόλις το 1% της ατμοσφαιρικής πίεσης στη Γη στο επίπεδο της θάλασσας. Για να αναπνεύσει κανείς τόσο αραιό αέρα στη Γη, θα έπρεπε να ανέβει σε ύψος 32 χιλιομέτρων.
Ο αραιός αέρας δεν απορροφά τόσο μεγάλες ποσότητες θερμότητας από το ανθρώπινο σώμα, κι αυτό σημαίνει ότι ένας άνθρωπος στην επιφάνεια του Άρη δεν θα ένιωθε το λεγόμενο ψύχος του ανέμου, δηλαδή την επιπλέον ψύξη που προκαλεί ο άνεμος. Ακόμα κι όταν οι άνεμοι στον Άρη πνέουν με ταχύτητα 100 χιλιομέτρων την ώρα, όπως συμβαίνει στις σαρωτικές αμμοθύελλες του πλανήτη, οι άνθρωποι σχεδόν δεν θα ένιωθαν το αγιάζι.
Οι εκπλήξεις
Ο Οζέφσκι στη μελέτη του επιχειρεί να μετατρέψει τις ενδείξεις του θερμόμετρου στον Άρη σε κάτι που έχει περισσότερο νόημα για εμάς στη Γη. Και τα αποτελέσματα των υπολογισμών του προκαλούν έκπληξη.
Το χειμώνα, η μέση θερμοκρασία στη νότια Αγγλία είναι 4 βαθμοί Κελσίου και η μέση ταχύτητα ανέμου 23 χιλιόμετρα την ώρα. Σε συνδυασμό, οι δύο αυτοί παράγοντες θα έδιναν την αίσθηση ότι θερμοκρασία είναι 0 βαθμοί. Περιέργως, την ίδια αίσθηση θα είχε κανείς αν βρισκόταν το καλοκαίρι στην περιοχή όπου προσεδαφίστηκε το 1997 η αποστολή Pathfinder, μια περιοχή στην οποία η μέση θερμοκρασία είναι -14 βαθμοί Κελσίου και η μέση ταχύτητα ανέμου 14 χλμ/ώρα. Σε αυτή την περίπτωση η αισθητή θερμοκρασία υπολογίζεται στην εντυπωσιακή θερμοκρασία του ενός βαθμού Κελσίου.
Ομοίως, η αισθητή θερμοκρασία στη χειμωνιάτικη Μινεάπολη της Μινεσότα, όπου η μέση θερμοκρασία είναι -8,1 βαθμοί και ο παγωμένος άνεμος φυσά με ταχύτητα 16,5 χλμ/ώρα, είναι -15 βαθμοί Κελσίου, μόλις έναν βαθμό υψηλότερη από τη μέση θερμοκρασία του Άρη σε συνθήκες άπνοιας.
Παρόλο όμως που το ψύχος ανέμου είναι σχεδόν αμελητέο, ο κίνδυνος υποθερμίας παραμένει υπαρκτός, καθώς οι αστροναύτες θα είχαν να αντιμετωπίσουν την απώλεια θερμότητας λόγω της εκπομπής υπέρυθρης ακτινοβολίας από τα σώματά τους. Για να παραμείνουν ζεστοί, θα έπρεπε να φορούν στολές με ανακλαστικά υλικά στο εσωτερικό τους. Ακόμα κι έτσι, όμως, η αίσθηση του κρύου μπορεί να παραμένει. Όπως επισημαίνει ο Οζέφσκι, «το να πιάσει κανείς μια πέτρα που βρίσκεται στη σκιά θα ήταν σαν να έπιανε ένα κομμάτι ξηρού πάγου».
Πηγή
Μετεωρολγική παραπλάνηση
Όπως επισημαίνει στη μελέτη του ο καναδός φυσικός περιβάλλοντος Ράνταλ Οζέφσκι, οι ενδείξεις του θερμομέτρου στον Άρη θα ήταν εντελώς παραπλανητικές για τους γήινους. Ο βασικός λόγος είναι ότι η ατμόσφαιρα του κόκκινου πλανήτη είναι 100 φορές πιο αραιή και περιορίζει την απώλεια θερμότητας από το σώμα λόγω του ανέμου.
Είναι βέβαια σαφές ότι ο Άρης είναι κρύος, αφού η μέση θερμοκρασία του δεν ξεπερνά τους -63 βαθμούς Κελσίου, συγκριτικά με 14 βαθμούς στη φιλόξενη Γη. Ακόμα και στους τροπικούς, η θερμοκρασία μπορεί να πέσει τη νύχτα στους -90 βαθμούς, ενώ ακόμα και στην καλοκαιρινή λιακάδα το θερμόμετρο δεν ξεπερνά τους +35 βαθμούς.
Όπως αναφέρει ο Δρ Οζέφσκι στην επιθεώρηση «Bulletin of the American Meteorological Society», οι μετρήσεις του θερμομέτρου θα ήταν παραπλανητικές επειδή η ατμοσφαιρική πίεση στην επιφάνεια του Άρη είναι μόλις το 1% της ατμοσφαιρικής πίεσης στη Γη στο επίπεδο της θάλασσας. Για να αναπνεύσει κανείς τόσο αραιό αέρα στη Γη, θα έπρεπε να ανέβει σε ύψος 32 χιλιομέτρων.
Ο αραιός αέρας δεν απορροφά τόσο μεγάλες ποσότητες θερμότητας από το ανθρώπινο σώμα, κι αυτό σημαίνει ότι ένας άνθρωπος στην επιφάνεια του Άρη δεν θα ένιωθε το λεγόμενο ψύχος του ανέμου, δηλαδή την επιπλέον ψύξη που προκαλεί ο άνεμος. Ακόμα κι όταν οι άνεμοι στον Άρη πνέουν με ταχύτητα 100 χιλιομέτρων την ώρα, όπως συμβαίνει στις σαρωτικές αμμοθύελλες του πλανήτη, οι άνθρωποι σχεδόν δεν θα ένιωθαν το αγιάζι.
Οι εκπλήξεις
Ο Οζέφσκι στη μελέτη του επιχειρεί να μετατρέψει τις ενδείξεις του θερμόμετρου στον Άρη σε κάτι που έχει περισσότερο νόημα για εμάς στη Γη. Και τα αποτελέσματα των υπολογισμών του προκαλούν έκπληξη.
Το χειμώνα, η μέση θερμοκρασία στη νότια Αγγλία είναι 4 βαθμοί Κελσίου και η μέση ταχύτητα ανέμου 23 χιλιόμετρα την ώρα. Σε συνδυασμό, οι δύο αυτοί παράγοντες θα έδιναν την αίσθηση ότι θερμοκρασία είναι 0 βαθμοί. Περιέργως, την ίδια αίσθηση θα είχε κανείς αν βρισκόταν το καλοκαίρι στην περιοχή όπου προσεδαφίστηκε το 1997 η αποστολή Pathfinder, μια περιοχή στην οποία η μέση θερμοκρασία είναι -14 βαθμοί Κελσίου και η μέση ταχύτητα ανέμου 14 χλμ/ώρα. Σε αυτή την περίπτωση η αισθητή θερμοκρασία υπολογίζεται στην εντυπωσιακή θερμοκρασία του ενός βαθμού Κελσίου.
Ομοίως, η αισθητή θερμοκρασία στη χειμωνιάτικη Μινεάπολη της Μινεσότα, όπου η μέση θερμοκρασία είναι -8,1 βαθμοί και ο παγωμένος άνεμος φυσά με ταχύτητα 16,5 χλμ/ώρα, είναι -15 βαθμοί Κελσίου, μόλις έναν βαθμό υψηλότερη από τη μέση θερμοκρασία του Άρη σε συνθήκες άπνοιας.
Παρόλο όμως που το ψύχος ανέμου είναι σχεδόν αμελητέο, ο κίνδυνος υποθερμίας παραμένει υπαρκτός, καθώς οι αστροναύτες θα είχαν να αντιμετωπίσουν την απώλεια θερμότητας λόγω της εκπομπής υπέρυθρης ακτινοβολίας από τα σώματά τους. Για να παραμείνουν ζεστοί, θα έπρεπε να φορούν στολές με ανακλαστικά υλικά στο εσωτερικό τους. Ακόμα κι έτσι, όμως, η αίσθηση του κρύου μπορεί να παραμένει. Όπως επισημαίνει ο Οζέφσκι, «το να πιάσει κανείς μια πέτρα που βρίσκεται στη σκιά θα ήταν σαν να έπιανε ένα κομμάτι ξηρού πάγου».
Πηγή