ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Loading...

Η Ελληνική παιδεία των Δρυΐδων

Με τον όρο Δρυΐδες (Druids) αναφέρεται η ευγενής ιερατική τάξη των αρχαίων Κελτικών κοινωνιών, οι οποίες έζησαν στην Δυτική Ευρώπη, βόρεια και εντεύθεν των Άλπεων και αργότερα στα Βρετανικά Νησιά...Τα έθιμα των Δρυΐδων αποτελούσαν τμήμα του πολιτισμού όλων των φυλετικών ομάδων που ονομάζονταν 'Κέλται' και 'Γαλάται' από τους Έλληνες και 'Celtae' and 'Galli' από τους Ρωμαίους, ονομασίες οι οποίες εξελίχθηκαν σήμερα σε 'Celtic' και 'Gaulish'. Οι Δρυΐδες πήραν το όνομα τους από την Βελανιδιά (Δρυς) και ήταν ιερείς και φιλόσοφοι, ενώ νομοθετούσαν και απένεμαν δικαιοσύνη.

Η βελανιδιά υπήρξε επίσης το "ιερό" δέντρο των ελληνικών βασιλικών οίκων της Μακεδονίας, πράγμα που είναι ιστορικά και αρχαιολογικά αποδεδειγμένο με το πλήθος ευρημάτων τα οποία βρέθηκαν στους βασιλικούς μακεδονικούς τάφους με τα περίφημα βασιλικά διαδήματα.

Δεν είναι ίσως τυχαίο που οι Δρυίδες πήραν το όνομα τους από το δέντρο δρυς, (βελανιδιά), μια που το δέντρο αυτό ήταν ιερό για τους Έλληνες από τα βάθη της αρχαιότητας. Ας μην ξεχνάμε την προφητική ιερή βελανιδιά στο μαντείο της Δωδώνης, το αρχαιότερο μαντείο στον κόσμο, το ιερό δέντρο της Γαίας και αργότερα του Δία.

Οι σημαντικότερες αναφορές στους Δρυΐδες περιγράφονται σε αρχαία έγγραφα, κυρίως της λατινικής γλώσσας. Τα σπουδαιότερα βιβλία, λόγω και του προσωπικού κύρους του συγγραφέως αλλά και της πρόσβασης του τελευταίου στη γνώση καθώς και στην ιδία αντίληψη των γεγονότων, είναι τασυγγράματα του Ιουλίου Καίσαρος που έχουν ως τίτλο "De Bello Gallico". Μία σειρά βιβλίων στα οποία γράφει για την γεωγραφία και την κοινωνία των γαλατών ή κελτών, ο ίδιος ο αυτοκράτωρ της Ρώμης. (Gaius Julius Caesar, 13 Ιουλίου 100 π.Χ. - 15 Μαρτίου 44 π.Χ.)

Οι δρυΐδες έχουν γίνει αρκετά γνωστοί στο ευρύ κοινό μέσα από το κόμικς Αστερίξ των Γκοσινί και Ουντερζό, στο οποίο ένας από τους κύριους χαρακτήρες είναι ο δρυΐδης Πανοραμίξ.

Το απόσπασμα κειμένου σε μορφή εικόνας προέρχεται από το βιβλίο "De Bello Gallico, Liber VI, εδαφιο XIII και XIV", του Ιουλίου Καίσαρα όταν αυτός ως στρατηγός της Ρώμης στην περιοχή της σημερινής Γαλλίας, περιέγραφε:


Μετάφραση απο την λατινική: "Υπάρχουν σε όλη την Γαλατία δύο τάξεις προσώπων καθορισμένης σπουδαιότητας και τιμής. Σ΄αυτές τις τάξεις, η μία αποτελείται από τους Δρυΐδες, η άλλη από τους Ιππότες."


Και συνεχίζει..
"Αναφέρεται ότι στα σχολεία των Δρυϊδών, διδασκεται από στήθους μεγάλος αριθμός στίχων. Γι΄ αυτό μερικοί μένουν για είκοσι χρόνια υπό εκπαίδευση (πειθαρχία). Και δεν θεωρούν πρέπον να καταγράψουν αυτές τις ομιλίες, αν και σχεδόν για όλες τις υποθέσεις και στις δημόσιες και μυστικές εκθέσεις αυτοί χρησιμοποιούν την Ελληνική γλώσσα (ελληνικά γράμματα)"

Στο ίδιο βιβλίο αναφέρει: "το βασικο σημείο της ιδεολογίας τους είναι ότι η ψυχή δεν πεθαίνει και ότι μετά το θάνατο περνάει από το ένα σώμα στο άλλο" (μεταμόρφωσις)."

Αυτή η παρατήρηση του οδήγησε πολλούς αρχαίους συγγραφείς στο συμπέρασμα ότι οι Δρυϊδες ίσως είχαν επιρρεαστεί από τις διδασκαλίες του Πυθαγόρα. Ο Καίσαρας επίσης σημειώνει τη δρυϊδική έννοια του πνεύματος-φύλακα της φυλής, την οποία μεταφράζει ως Dispater (Δισπατερ-> Δίας - Πατέρας).

Η Ελληνική καταγωγή των Δρυΐδων
Στο βιβλίο μυθιστορίας Lebor Gabála Érenn [Book of Invasions-Βιβλίο των Εισβολών] διαβάζουμε για τον Έλληνα Παρθολώνα ο οποίος ήρθε στην Ιρλανδία μετά τον κατακλυσμό. Λέγεται ότι ξεκίνησε από τη Μακεδονία ή Μέση Ελλάδα, με τη γυναίκα του, τους τρεις γιους του με τις γυναίκες τους και τρεις Δρυίδες, αδέλφια μεταξύ τους, τους Φίο, Αίολο και Φομόρη, (Fios, Eólas, Fochmarc), ονόματα που ετυμολογικά σημαίνουν, "Νόηση, Γνώση και Έρευνα". Κάτοχοι αυτής της σοφίας ήταν οι Δρυίδες,
Έλληνες μύστες όπως συμπεραίνουμε από τα αρχαία κείμενα.

Στο ίδιο βιβλίο διαβάζουμε πως ο Παρθολών ήταν Έλληνας πρίγκηπας, ο οποίος σκότωσε τους γονείς του ελπίζοντας να κληρονομήσει το βασίλειο. Το επεισόδιο αυτό του κοστίζει το ένα του μάτι και τον σημαδεύει με κακή τύχη. Ήταν παρόλα αυτά κύριος κάθε τέχνης. Απέκτησε συνολικά 7 γιους. Μετά από 30 χρόνια παραμονής στην Ιρλανδία πέθανε κοντά στην πόλη που σήμερα ονομάζεται Tallaght, όπου 120 χρόνια μετά οι απόγονοι του χάθηκαν από πανώλη.