Επιστημονικό μοντέλο εκτίμησης τέχνης απειλεί να εκτοπίσει τους κριτικούς
Σάς έχει συμβεί ποτέ να αισθανθείτε αδιαφορία για μία ταινία ή έναν πίνακα, τη στιγμή που η παρέα σας θαύμαζε το αισθητικό αποτέλεσμα...και αισθανόταν όμορφα; Εδώ και αρκετά χρόνια οι ειδικοί προσπαθούν να προσδιορίσουν και να συμφωνήσουν, για ποιους λόγους η τέχνη προκαλεί σε κάποιους τέρψη και σε άλλους αδιαφορία. Η εκτίμηση των νευροεπιστημόνων είναι ότι οι βιοχημικές αντιδράσεις που γίνονται στον εγκέφαλό μας είναι αυτές που αποφασίζουν εάν θα μας αρέσει ένα έργο τέχνης ή όχι. Από την πλευρά τους ιστορικοί και φιλόσοφοι θεωρούν την άποψη αυτή «υπερβολικά κοντόφθαλμη» για την τέχνη.
Πρόσφατα όμως ειδικοί από 27 διαφορετικούς κλάδους της επιστήμης και της τέχνης δημιούργησαν ένα νέο μοντέλο που συνδυάζει τις απόψεις τους και σε συνδυασμό με κάποια άλλα βιομετρικά δεδομένα, θα μπορεί να κρίνει το τέλειο ή το χειρότερο έργο τέχνης.
«Πιστεύουμε πώς και οι παραδοσιακές απόψεις είναι ιδιαίτερα σημαντικές, αλλά καμία από αυτές δεν δίνει σαφή απάντηση. Χρειάζεται συνδυασμός», λέει ο Ρόλφ Ρίντερ, καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Μακοθαρί στην Αυστραλία, ο οποίος ανέπτυξε το νέο μοντέλο για την κατανόηση της εκτίμησης στην τέχνη.
Η έρευνά του για το νέο μοντέλο δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «Behavioral and Brain Sciences» (συμπεριφορική και εγκεφαλική επιστήμη) και περιλαμβάνει την άποψη 27 ειδικών επιστημόνων από διαφορετικό κλάδο ο καθένας.
Στο πλαίσιο της μελέτης οι ειδικοί μέτρησαν την εγκεφαλική δραστηριότητα ανθρώπων, προκειμένου να αποκαλύψουν σε ποιες περιπτώσεις τους άρεσαν τα έργα που έβλεπαν, ασχέτως εάν καταλάβαιναν τη σημασία τους.
Από προηγούμενες μελέτες είχε φανεί πώς πίνακες που κάποιος δυσκολεύεται να κατανοήσει, είναι στη συνείδησή του πιο σημαντικοί, από αυτούς που η εικόνα που βλέπει είναι ξεκάθαρη.
Το νέο μοντέλο εκτίμησης της τέχνης περιλαμβάνει μέτρηση εγκεφαλικής δραστηριότητας, συνέντευξη για τις σκέψεις και τις αντιδράσεις που έχει κάποιος, αλλά και τη γνώση που έχει για την τέχνη. Το νέο μοντέλο εκτίμησης τέχνης θα μπορεί να εφαρμοστεί για την κριτική εικαστικά, μουσική, στο θέατρο και στη λογοτεχνία.
Πρόσφατα όμως ειδικοί από 27 διαφορετικούς κλάδους της επιστήμης και της τέχνης δημιούργησαν ένα νέο μοντέλο που συνδυάζει τις απόψεις τους και σε συνδυασμό με κάποια άλλα βιομετρικά δεδομένα, θα μπορεί να κρίνει το τέλειο ή το χειρότερο έργο τέχνης.
«Πιστεύουμε πώς και οι παραδοσιακές απόψεις είναι ιδιαίτερα σημαντικές, αλλά καμία από αυτές δεν δίνει σαφή απάντηση. Χρειάζεται συνδυασμός», λέει ο Ρόλφ Ρίντερ, καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Μακοθαρί στην Αυστραλία, ο οποίος ανέπτυξε το νέο μοντέλο για την κατανόηση της εκτίμησης στην τέχνη.
Η έρευνά του για το νέο μοντέλο δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «Behavioral and Brain Sciences» (συμπεριφορική και εγκεφαλική επιστήμη) και περιλαμβάνει την άποψη 27 ειδικών επιστημόνων από διαφορετικό κλάδο ο καθένας.
Στο πλαίσιο της μελέτης οι ειδικοί μέτρησαν την εγκεφαλική δραστηριότητα ανθρώπων, προκειμένου να αποκαλύψουν σε ποιες περιπτώσεις τους άρεσαν τα έργα που έβλεπαν, ασχέτως εάν καταλάβαιναν τη σημασία τους.
Από προηγούμενες μελέτες είχε φανεί πώς πίνακες που κάποιος δυσκολεύεται να κατανοήσει, είναι στη συνείδησή του πιο σημαντικοί, από αυτούς που η εικόνα που βλέπει είναι ξεκάθαρη.
Το νέο μοντέλο εκτίμησης της τέχνης περιλαμβάνει μέτρηση εγκεφαλικής δραστηριότητας, συνέντευξη για τις σκέψεις και τις αντιδράσεις που έχει κάποιος, αλλά και τη γνώση που έχει για την τέχνη. Το νέο μοντέλο εκτίμησης τέχνης θα μπορεί να εφαρμοστεί για την κριτική εικαστικά, μουσική, στο θέατρο και στη λογοτεχνία.